Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ὁ Θεός γιά
μένα εἶναι δόξα, πλοῦτος καί καύχημα. Εἶναι τό γλυκύτατο καί πιό
εὐχάριστο πράγμα. Εἶναι ἡ φροντίδα καί τό ἐντρύφημά μου. Ἡ ψυχή μου
εἶναι δημιούργημα τῆς πνοῆς τοῦ Θεοῦ. Τό σῶμα μου εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ.
Θεία χάριτι εἶμαι γένος τοῦ Θεοῦ. Ἀπ᾿ τό Θεό ἔλαβα τήν ὕπαρξη ἀλλά καί
τή δυνατότητα νά κινοῦμαι, ν᾿ ἀναπνέω καί νά μιλάω.
Στό Θεό καθημερινά ἐμπιστεύομαι τό πνεῦμα μου. Στό Θεό προσεύχομαι. Ζῶ μέ τό Θεό, δουλεύω καί βρίσκομαι μέ τό Θεό»…
Εἶμαι εὐτυχισμένος μέ τό μεγάλο, ἰσχυρό
καί ζῶντα Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι πάροχος βοηθός καί τελειωτής τῶν καλῶν.
Εἶναι ἐπόπτης τῶν ὅσων σκέφτομαι, λέω καί κάνω. Δέχομαι τό Θεό ὡς φοβερό
κριτή τῶν ὅσων ἔχω κάνει. Ἔχω Θεό ἤπιο καί συγχωρητικό, μακρόθυμο καί
πολυέλεο, σωτήρα καί λυτρωτή.