Ἀπόστολος: ( Πράξ. κ΄7- 12 )
Πραξ. 20,7 Ἐν δὲ τῇ
μιᾷ τῶν σαββάτων συνηγμένων τῶν μαθητῶν κλάσαι ἄρτον,
ὁ Παῦλος διελέγετο αὐτοῖς, μέλλων ἐξιέναι τῇ
ἐπαύριον, παρέτεινέ τε τὸν λόγον μέχρι μεσονυκτίου.
Πραξ. 20,7 Κατά δε την πρώτην ημέραν της εβδομάδος, δηλαδή την
Κυριακήν, όταν οι μαθηταί είχαν συγκεντρωθή, δια να κόψουν και κοινωνήσουν τον
άρτον της θείας Ευχαριστίας, ο Παύλος ωμιλούσε και συνωμιλούσε προς αυτούς,
επειδή την επομένη έμελλε ν' αναχωρήση. Παρέτεινε δε την διδασκαλίαν μέχρι του
μεσονυκτίου.
Πραξ. 20,8 ἦσαν δὲ
λαμπάδες ἱκαναὶ ἐν τῷ ὑπερῴῳ οὗ
ἦμεν συνηγμένοι.
Πραξ. 20,8 Εκεί δε στο υπερώον, όπου είμεθα συγκεντρωμένοι. ήσαν
αρκεταί λαμπάδες ανεμμέναι.
Πραξ. 20,9 καθήμενος δέ τις νεανίας ὀνόματι
Εὔτυχος ἐπὶ τῆς θυρίδος, καταφερόμενος ὕπνῳ
βαθεῖ διαλεγομένου τοῦ Παύλου ἐπὶ πλεῖον,
κατενεχθεὶς ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἔπεσεν ἀπὸ
τοῦ τριστέγου κάτω καὶ ἤρθη νεκρός.
Πραξ. 20,9 Ενας νέος, ονόματι Εύτυχος εκάθητο στο παράθυρον και
είχε καταληφθή από βαθύν ύπνον. Επειδή δε ο Παύλος παρέτεινε πολλήν ώραν την
διδασκαλίαν, εκυριεύθη εξ ολοκλήρου ο Εύτυχος από τον ύπνον και έπεσε από το
τρίτο πάτωμα κάτω, απ' όπου και τον εσήκωσαν νεκρόν.
Πραξ. 20,10 καταβὰς δὲ ὁ
Παῦλος ἐπέπεσεν αὐτῷ καὶ συμπεριλαβὼν εἶπε·
μὴ θορυβεῖσθε· ἡ γὰρ ψυχὴ αὐτοῦ ἐν
αὐτῷ ἐστιν.
Πραξ. 20,10 Αλλά ο Παύλος κατέβηκε κάτω, έπεσε επάνω εις αυτόν, τον
επήρε εις την αγκάλην του και είπε· “μη ταράσσεσθε και μη λυπείσθε, διότι η
ψυχή του επανήλθε και υπάρχει μέσα του”.
Πραξ. 20,11 ἀναβὰς δὲ
καὶ κλάσας ἄρτον καὶ γευσάμενος ἐφ᾿ ἱκανόν
τε ὁμιλήσας ἄχρις αὐγῆς, οὕτως ἐξῆλθεν.
Πραξ. 20,11 Ανέβηκε δε και πάλιν επάνω, έκοψε τον άρτον της θείας
Ευχαριστίας και έφαγε και αφού επί αρκετάς ακόμη ώρας, μέχρι την αυγήν, τους
ωμίλησε, έτσι κουρασμένος από την αϋπνίαν και το κήρυγμα ανεχώρησε.
Πραξ. 20,12 ἤγαγον δὲ τὸν
παῖδα ζῶντα, καὶ παρεκλήθησαν οὐ μετρίως.
Πραξ. 20,12 Εφεραν δε στο υπερώον τον νέον ζωντανόν και παρηγορήθηκαν
όλοι παρά πολύ.
Εὐαγγέλιο: ( Ἰωάν. ιδ΄10- 21 )
Ιω. 14,10 οὐ πιστεύεις ὅτι
ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν
ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ
ὑμῖν, ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ·
ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς
ποιεῖ τὰ ἔργα.
Ιω. 14,10 Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι αχώριστα ενωμένος με
τον Πατέρα, ότι είμαι και μένω μέσα στον Πατέρα και ότι ο Πατήρ είναι και μένει
εις εμέ; Ακριβώς διότι είμαι ενωμένος με τον Πατέρα, τα λόγια τα οποία εγώ σας
διδάσκω, δεν τα λέγω από τον ευατόν μου, αλλά ο Πατήρ, ο οποίος μένει μέσα εις
εμέ, ενεργεί δι' εμού όλα αυτά τα θαυμαστά έργα που βλέπετε και ακούετε.
Ιω. 14,11 πιστεύετέ μοι ὅτι
ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν
ἐμοί· εἰ δὲ μή, διὰ τὰ ἔργα αὐτὰ
πιστεύετέ μοι.
Ιω. 14,11 Να παραδεχθήτε, λοιπόν, χωρίς καμμίαν επιφύλαξιν,
και να το κάμετε σταθερόν φρόνημα, ότι εγώ μένω στον Πατέρα και ο Πατήρ μένει
εις εμέ. Εάν δε τυχόν και κάποια αμφιβολία σας έλθη δι' αυτά που εγώ λέγω,
πιστέψατε τουλάχιστον από τα πολυάριθμα μεγάλα και θαυμαστά έργα μου.
Ιω. 14,12 ἀμὴν ἀμὴν
λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τὰ ἔργα
ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ
μείζονα τούτων ποιήσει, ὅτι ἐγὼ πρὸς τὸν πατέρα
μου πορεύομαι,
Ιω. 14,12 Σας διαβεβαιώνω ότι εκείνος που πιστεύει εις εμέ
θα κάμη, χάρις εις αυτήν την πίστιν του, τα μεγάλα και θαυμαστά έργα, τα οποία
εγώ κάνω και ακόμη μεγαλύτερα από αυτά, (όπως είναι η θεραπεία της ψυχής από
την νόσον της αμαρτίας και η ανάστασίς της εις ζωήν αιώνιον). Ολα δε αυτά με
την χάριν που θα πηγάζη από την σταυρικήν μου θυσίαν, διότι εγώ πηγαίνω τώρα
προς τον Πατέρα μου, αφού ετελείωσα το έργον μου επί της γης.
Ιω. 14,13 καὶ ὅ,τι ἂν
αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα
δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ.
Ιω. 14,13 Και κάθε τι που με πίστιν θα ζητήσετε εν τω
ονόματί μου, θα το κάμω, δια να δοξασθή έτσι ο Πατήρ δια του Υιού.
Ιω. 14,14 ἐάν τι αἰτήσητε
ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω.
Ιω. 14,14 Εάν, λοιπόν, ζητήσετε κάτι, επικαλούμενοι με
πίστιν φωτισμένην και ζωντανήν το όνομά μου, εγώ θα το κάμω.
Ιω. 14,15 Ἐὰν ἀγαπᾶτέ
με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε,
Ιω. 14,15 Εάν με αγαπάτε, τηρήσατε τας εντολάς μου, διότι
αυτό είναι απόδειξις και καρπός της αγάπης σας προς εμέ.
Ιω. 14,16 καὶ ἐγὼ
ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν,
ἵνα μένῃ μεθ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα,
Ιω. 14,16 Και εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα και θα σας δώση
εκείνος άλλον οδηγόν και Παράκλητον, δια να μένη μαζή σας αιωνίως.
Ιω. 14,17 τὸ Πνεῦμα
τῆς ἀληθείας, ὃ ὁ κόσμος οὐ δύναται λαβεῖν,
ὅτι οὐ θεωρεῖ αὐτὸ οὐδὲ γινώσκει αὐτό·
ὑμεῖς δὲ γινώσκετε αὐτό, ὅτι παρ᾿ ὑμῖν
μένει καὶ ἐν ὑμῖν ἔσται.
Ιω. 14,17 Θα σας δώση το Αγιον Πνεύμα, το οποίον είναι η
καθαρά και απόλυτος αλήθεια και φανερώνει την αλήθειαν στους καλοπροαιρέτους.
Αυτό όμως ο κόσμος ο αμαρτωλός δεν ημπορεί να το πάρη, διότι δεν έχει ανοικτά
τα μάτια της ψυχής και ένεκα τούτου δεν το βλέπει ούτε και το γνωρίζει. Σεις
όμως το γνωρίζετε, διότι εγώ σας το εφανέρωσα και μένει πλησίον σας· έπειτα δε
από την επιφοίτησίν του θα κατοική και μέσα εις τας ψυχάς σας.
Ιω. 14,18 οὐκ ἀφήσω ὑμᾶς
ὀρφανούς· ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς.
Ιω. 14,18 Δεν θα σας αφήσω εγώ ορφανούς και απροστάτευτους.
Ερχομαι και πάλιν κοντά σας δια του Αγίου Πνεύματος.
Ιω. 14,19 ἔτι μικρὸν
καὶ ὁ κόσμος με οὐκέτι θεωρεῖ, ὑμεῖς δὲ
θεωρεῖτέ με, ὅτι ἐγὼ ζῶ καὶ ὑμεῖς
ζήσεσθε.
Ιω. 14,19 Ολίγον ακόμη καιρόν και ο κόσμος δεν θα με βλέπη,
διότι δεν θα ζω εις την γην σωματικώς, όπως τώρα. Σεις όμως με τα φωτισμένα από
το Αγιον Πνεύμα μάτια της ψυχής σας θα με βλέπετε, διότι εγώ, καίτοι έντος
ολίγου θα αποθάνω επί του σταυρού, ζω και θα ζω αιωνίως. Και σεις θα ζήσετε την
αιωνίαν ζωήν, που θα πάρετε από εμέ.
Ιω. 14,20 ἐν ἐκείνῃ
τῇ ἡμέρᾳ γνώσεσθε ὑμεῖς ὅτι ἐγὼ
ἐν τῷ πατρί μου καὶ ὑμεῖς ἐν ἐμοὶ
κἀγὼ ἐν ὑμῖν.
Ιω. 14,20 Κατά την ημέραν εκείνην της επιφοιτήσεως του Αγίου
Πνεύματος θα γνωρίσετε σεις καλά, ότι εγώ υπάρχω ολόκληρος μέσα στον Πατέρα ως
Υιός και Θεός και σεις θα είσθε ηνωμένοι με εμέ και εγώ με σας, ώστε να
αποτελούμεν ένα αδιάσπαστον πνευματικό σώμα.
Ιω. 14,21 ὁ ἔχων τὰς
ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν
ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται
ὑπὸ τοῦ πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν
καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν.
Ιω. 14,21 Αυτό θα γίνη πραγματικότης, εφ' όσον θα με αγαπάτε
και θα με υπακούετε, διότι εκείνος που γνωρίζει και κατέχει τας αντολάς μου και
τας τηρεί, εκείνος πράγματι με αγαπά. Οποιος δε με αγαπά θα αγαπηθή από τον
Πατέρα μου, και εγώ θα αγαπήσω αυτόν και με ένα τρόπον πνευματικόν και
πειστικόν θα φανερώσω τον ευατόν μου εις εκείνον”.