Ἀπόστολος: (Φιλιπ. γ΄8- 19 )
Φιλιπ. 3,8 ἀλλὰ μενοῦνγε
καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον
τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι᾿
ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα
εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω
Φιλιπ. 3,8 Αλλά βεβαίως και τώρα ακόμη περισσότερον θεωρώ όλα
γενικώς όσα είναι ξένα προς τον Χριστόν ζημίαν, εν συγκρίσει προς την υπεροχήν
και το μεγαλείον της γνώσεως του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, δια τον οποίον τα
πάντα θεληματικώς απέρριψα και επεριφρόνησα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα και
ανάξια λόγου, δια να κερδήσω τον Χριστόν,
Φιλιπ. 3,9 καὶ εὑρεθῶ
ἐν αὐτῷ μὴ ἔχων ἐμὴν δικαιοσύνην τὴν
ἐκ νόμου, ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ, τὴν
ἐκ Θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει,
Φιλιπ. 3,9 και δια να ευρεθώ κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν
της κρίσεως ενώπιόν του, όχι με την δικαιοσύνην μου, την οποίαν δίδει ο
μωσαϊκός Νομος, αλλά με την δικαίωσιν που αποκτάται δια της πίστεως στον Ιησούν
Χριστόν, που πηγάζει από τον Θεόν και θεμελειώνεται επάνω εις την πίστιν.
Φιλιπ. 3,10 τοῦ γνῶναι αὐτὸν
καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καὶ
τὴν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ
θανάτῳ αὐτοῦ,
Φιλιπ. 3,10 Επιδιώκω δε αυτήν την αληθινήν και μόνην δικαίωσιν,
δια να γνμωρίσω έτσι προσωπικώς και εκ πείρας τον Χριστόν και την σωτήριον
δύναμιν, που προέρχεται από την Ανάστασίν του και την συμμετοχήν μου εις τα
παθήματά του, διωκόμενος και εγώ, ταλαιπωρούμενος και θλιβόμενος, πρόθυμος να
υπομείνω θλίψεις και παθήματα όμοια με όσα Εκείνος έπαθε και αυτόν ακόμη τον
θάνατον καθ' ομοίωσιν Εκείνου.
Φιλιπ. 3,11 εἴ πως καταντήσω εἰς
τὴν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν.
Φιλιπ. 3,11 Μηπως ημπορέσω και εγώ να φθάσω εις την ένδοξον εκ
νεκρών ανάστασιν.
Φιλιπ. 3,12 οὐχ ὅτι ἤδη
ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι, διώκω δὲ εἰ καὶ
καταλάβω, ἐφ᾿ ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ
Χριστοῦ Ἰησοῦ.
Φιλιπ. 3,12 Δεν φρονώ βέβαια και δεν λέγω, ότι έχω πλέον λάβει το
βραβείον της νίκης η ότι έχω φθάσει εις την ηθικήν μου τελείωσιν. Αλλά επιδιώκω
και αγωνίζομαι συνεχώς, μήπως κατορθώσω να πιάσω και κρατήσω στερεά εκείνο δια
το οποίον με έχει πιάσει και ελκύσει εις την πίστιν ο Ιησούς Χριστός. Αυτό δε
εις τελευταίαν λέξιν θα είναι η εν ουρανοίς σωτηρία μου.
Φιλιπ. 3,13 ἀδελφοί, ἐγὼ
ἐμαυτὸν οὔπω λογίζομαι κατειληφέναι·
Φιλιπ. 3,13 Αδελφοί, εγώ δεν νομίζω, ότι έχω επιτύχει τον σκοπόν,
δια τον οποίον με εκάλεσε και με έστειλε ο Κυριος.
Φιλιπ. 3,14 ἑν δέ, τὰ μὲν
ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος
κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς
ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Φιλιπ. 3,14 Αλλά ένα πράγμα σκέπτομαι πάντοτε και δι' ένα πράγμα
φροντίζω· λησμονώ μεν όσα με την δύναμιν του Θεού έγιναν στο παρελθόν,
απλώνομαι δε συνεχώς προς εκείνα, που είναι εμπρός μου και πρέπει να
εκτελεσθούν. Και επιδιώκω έτσι με σταθερότητα και ζήλον να πραγματοποιήσω τον
σκοπόν της κλήσεώς μου, δια να λάβω το βραβείον, που μας έχει ετοιμάσει ο Θεός,
ο οποίος και μας εκάλεσε δια του Ιησού Χριστού επάνω στον ουρανόν.
Φιλιπ. 3,15 ὅσοι οὖν
τέλειοι, τοῦτο φρονῶμεν· καὶ εἴ τι ἑτέρως
φρονεῖτε, καὶ τοῦτο ὁ Θεὸς ὑμῖν ἀποκαλύψει.
Φιλιπ. 3,15 Οσοι, λοιπόν, ποθούμεν να γίνωμεν τέλειοι, αυτό ας
φρονούμεν· ότι δεν εγίναμε τέλειοι, αλλά δια να γίνωμεν, πρέπει να αγωνιζώμεθα
συνεχώς και μέχρι τέλους. Και εάν κάτι διαφορετικόν από αυτό που σας λέγω
φρονήτε και που δεν είναι ορθόν, και αυτό ο Θεός θα το φανερώση.
Φιλιπ. 3,16 πλὴν εἰς ὃ
ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ
φρονεῖν.
Φιλιπ. 3,16 Αλλ' έως εδώ πλέον που έχομεν φθάσει, εις την
πνευματικήν κατάστασίν που ευρισκόμεθα σήμερον, δεν πρέπει να έχωμεν
διαφορετικά μεταξύ μας φρονήματα, αλλά να ακολουθώμεν τον ίδιον κανόνα πίστεως
και ζωής, να έχωμεν το αυτό αληθινόν φρόνημα.
Φιλιπ. 3,17 Συμμιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί,
καὶ σκοπεῖτε τοὺς οὕτω περιπατοῦντας, καθὼς
ἔχετε τύπον ἡμᾶς.
Φιλιπ. 3,17 Αδελφοί, γίνεσθε όλοι μαζή μιμηταί ιδικοί μου· και
προσέχετε εκείνους, οι οποίοι πορεύονται και συμπεριφέρονται κατά τρόπον
υποδειγματικόν, σύμφωνα με τον τύπον και το παράδειγμα που σας έχομεν δώσει
ημείς. Αυτούς να τους μιμήσθε.
Φιλιπ. 3,18 πολλοὶ γὰρ
περιπατοῦσιν, -οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν
δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ
τοῦ Χριστοῦ,
Φιλιπ. 3,18 Διότι πολλοί βαδίζουν ένα δρόμον όχι-καλόν και
γίνονται σκάνδαλον. Δι' αυτούς πολλές φορές σας έλεγα, όταν ευρισκόμην μαζή σας
στους Φιλίππους, και τώρα κλαίων σας λέγω. Εννοώ τους εχθρούς του σταυρού του
Χριστού, αυτούς δηλαδή, που εις την αρχήν επίστευσαν και υπήκουσαν στον
Χριστόν, κατόπιν όμως έζησαν και ζουν αμαρτωλήν ζωήν και σκανδαλίζουν έτσι τους
πιστούς, υπονομεύουν την Εκκλησίαν και πολεμούν τον Χριστόν.
Φιλιπ. 3,19 ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια,
ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ
αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!
Φιλιπ. 3,19 Αυτών το κατάντημα θα είναι η απώλεια, η οριστική
καταδίκη εις την αιωνίαν κόλασιν. Αυτοί, κοιλιόδουλοι και ιδιοτελείς καθώς
είναι, έχουν ως Θεόν και λατρεύουν την κοιλίαν των και επιζητούν την δόξαν εις
πράξεις και καταστάσεις, που φέρουν εντροπήν, έχουν δε γήϊνα και σαρκικά
φρονήματα.
Εὐαγγέλιο: ( Λουκ. ι΄1- 15 )
Λουκ.
10,1 Μετὰ δὲ ταῦτα
ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ
ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ
εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς
ἔρχεσθαι.
Λουκ. 10,1 Μετά ταύτα ανέδειξε ο Κυριος και άλλους εβδομήκοντα
μαθητάς και τους έστειλε δύο-δύο μαζή, να μεταβούν ενωρίτερα από αυτόν εις κάθε
πόλιν και τόπον, όπου επρόκειτο και αυτός να έλθη.
Λουκ.
10,2 ἔλεγεν οὖν πρὸς
αὐτούς· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται
ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως
ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ.
Λουκ. 10,2 Ελεγε δε εις αυτούς· “ο μεν θερισμός είναι πολύς, οι
δε εργάται ολίγοι.(Πολλοί δηλαδή είναι εκείνοι, που έχουν την αγαθή διάθεσιν να
ακούσουν το κήρυγμα του Ευαγγελίου, ολίγοι όμως είναι οι εργάται του
Ευαγγελίου). Παρακαλέσατε, λοιπόν, τον Κυριον του θερισμού, τον Θεόν, να στείλη
εργάτας στον θερισμόν του.
Λουκ.
10,3 ὑπάγετε· ἰδοὺ
ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν
μέσῳ λύκων.
Λουκ. 10,3 Σεις πηγαίνετε τώρα ως εργάται του Ευαγγελίου. Θα
συναντήσετε όμως δυσκολίας και εμπόδια. Ιδού εγώ σας στέλνω ως αρνία ανάμεσα
εις λύκους.
Λουκ.
10,4 μὴ βαστάζετε βαλάντιον,
μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν
ὁδὸν ἀσπάσησθε.
Λουκ. 10,4 Μη κρατείτε επάνω σας βαλάντιον, ούτε ταξιδιωτικόν
σακκίδιο ούτε υποδήματα, εκτός από αυτά που φορείτε· και στον δρόμον να μη
σταθήτε να χαιρετήσετε κανένα με τους μακρούς χαιρετισμούς, που συνηθίζουν οι
Εβραίοι.
Λουκ.
10,5 εἰς ἣν δ᾿ ἂν
οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ
οἴκῳ τούτῳ.
Λουκ. 10,5 Εις όποιο δε σπίτι εισέρχεσθε, πρώτα-πρώτα να λέτε·
Ας έλθη η ειρήνη του Θεού εις όλον αυτόν τον οίκον.
Λουκ.
10,6 καὶ ἐὰν ᾖ
ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, ἐπαναπαύσεται ἐπ᾿
αὐτὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ
μήγε, ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπανακάμψει.
Λουκ. 10,6 Και αν μεν υπάρχη εκεί άνθρωπος ειρηνικός και αγαθός,
θα μείνη εις αυτόν η ειρήνη που ευχηθήκατε, ει δ' άλλως θα γυρίση πάλιν εις σας
και θα απολαύσετε σεις την ειρήνην, που ευχηθήκατε.
Λουκ.
10,7 ἐν αὐτῇ δὲ
τῇ οἰκίᾳ μένετε ἐσθίοντες καὶ πίνοντες τὰ
παρ᾿ αὐτῶν· ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης
τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ ἐστι· μὴ μεταβαίνετε ἐξ
οἰκίας εἰς οἰκίαν.
Λουκ. 10,7 Εις το σπίτι δε που εμπήκατε και σας εδέχθησαν, εκεί
να μένετε και με πάσαν απλότητα να τρώγετε και να πίνετε αυτά, που σας
προσφέρουν. Διότι σεις είσθε πνευματικοί εργάται και είναι δίκαιον ως μισθόν
της εργασίας σας να λαμβάνετε τουλάχιστον την τροφήν σας. Διότι ο εργάτης είναι
δίκαιον να παίρνη τον μισθόν του. Μη πηγαίνετε δε από το ένα σπίτι στο άλλο
(δια να μη δώσετε την εντύπωσιν, ότι με την συνεχή αυτήν αλλαγήν επιδιώκετε
περισσοτέρας περιποιήσεις).
Λουκ.
10,8 καὶ εἰς ἣν ἂν
πόλιν εἰσέρχησθε καὶ δέχωνται ὑμᾶς, ἐσθίετε τὰ
παρατιθέμενα ὑμῖν,
Λουκ. 10,8 Εις όποιαν πόλιν πηγαίνετε και σας δέχονται οι
κάτοικοι, να τρώγετε αυτά που σας παραθέτουν, χωρίς να ζητήτε τίποτε το
ιδιαίτερον και καλύτερον.
Λουκ.
10,9 καὶ θεραπεύετε τοὺς
ἐν αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐτοῖς·
ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Λουκ. 10,9 Να θεραπεύετε τους ασθενείς, που υπάρχουν εις την
πόλιν αυτήν και να λέγετε εις αυτούς· Εχει πλησιάσει πλέον εις σας η βασιλεία
του Θεού, την οποίαν ο Μεσσίας, που ήλθε, θα ιδρύση εις την οικουμένην.
Λουκ.
10,10 εἰς ἣν δ᾿ ἂν
πόλιν εἰσέρχησθε καὶ μὴ δέχωνται ὑμᾶς, ἐξελθόντες
εἰς τὰς πλατείας αὐτῆς εἴπατε·
Λουκ. 10,10 Εις οποίαν όμως πόλιν εισέρχεσθε και δεν σας δέχονται,
εβγάτε εις τας πλατείας της και πέστε στον κόσμον, που θα είναι εκεί
συγκεντρωμένος·
Λουκ.
10,11 καὶ τὸν κονιορτὸν
τὸν κολληθέντα ἡμῖν ἀπὸ τῆς πόλεως ὑμῶν
εἰς τοὺς πόδας ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν·
πλὴν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς
ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Λουκ. 10,11 Και την σκόνη που έχει κολλήσει εις τα πόδια μας από
την πόλιν αυτήν, την τινάσσομεν και σας την αφίνομεν. (Εφ' όσον δεν μας
εδεχθήκατε, τίποτε απολύτως δεν θέλομεν να έχωμεν από σας) αλλά μάθετε τούτο,
ότι η βασιλεία του Θεού έφθασε και αλλοίμονον εις εκείνους, που δεν την
δέχονται.
Λουκ.
10,12 λέγω δὲ ὑμῖν
ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον
ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ.
Λουκ. 10,12 Σας λέγω δε τούτο, ότι κατά την μεγάλην ημέραν της
κρίσεως, περισσότερον υποφερτή θα είναι η τιμωρία των Σοδόμων από την τιμωρίαν
της πόλεως εκείνης.
Λουκ.
10,13 οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί
σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι
ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν,
πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμενοι μετενόησαν.
Λουκ. 10,13 Αλλοίμονό σου, Χοραζίν, αλλοίμονό σου, Βηθσαϊδά!
Διότι, εάν εις τας ειδωλολατρικάς και αμαρτωλάς πόλεις Τύρον και Σιδώνα, είχαν
γίνει τα θαύματα, που έγιναν ανάμεσά σας, θα είχαν προ πολλού οι κάτοικοί τους
μετανοήσει και εις εκδήλωσιν της μετανείας των θα είχαν καθίσει καταγής και θα
φορούσαν αντί ενδύματος σάκκον και θα είχαν αντί μύρου στο κεφάλι των στάκτην.
Λουκ.
10,14 πλὴν Τύρῳ καὶ
Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν τῇ κρίσει ἢ ὑμῖν.
Λουκ. 10,14 Αλλά θα είναι περισσότερον υποφερτή η θέσις της Τυρου
και Σιδώνος και ελαφροτέρα η τιμωρία που θα τους επιβληθή κατά την ημέραν της
κρίσεως παρά εις σας.
Λουκ.
10,15 καὶ σύ, Καπερναούμ, ἡ
ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου
καταβιβασθήσῃ.
Λουκ. 10,15 Και συ, Καπερναούμ, που εδοξάσθης και υψώθηκες έως τον
ουρανόν, εκ του γεγονότος ότι υπήρξες κατοικία του Μεσσίου και αξιώθηκες να
απολαύσης τόσα και τόσα θαύματα, θα καταπέσης βαθειά στον Αδην.