Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Ἁγιογραφικό Ἀνάγνωσμα τῆς Παρασκευῆς 15 Ἰανουαρίου

Ἀπόστολος: ( Α΄ Πέτρ. α΄ 1 - β΄ 10 )
Α Πε. 1,1           Πέτρος, ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκλεκτοῖς παρεπιδήμοις διασπορᾶς Πόντου, Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ἀσίας καὶ Βιθυνίας,
Α Πε. 1,1                    Ο Πετρος, απόστολος του Ιησού Χριστού, εις σας τους εκλεκτούς του Θεού, οι οποίοι είσθε τώρα προσωρινοί κάτοικοι, διασκορπισμένοι εις τας χώρας του Ποντου, της Γαλατίας, της Καππαδοκίας, της Ασίας και της Βιθυνίας,
Α Πε. 1,2           κατά πρόγνωσιν Θεοῦ πατρός, ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος, εἰς ὑπακοὴν καὶ ῥαντισμὸν αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη πληθυνθείη.
Α Πε. 1,2                   και έχετε γίνει εκλεκτοί, σύμφωνα με την αγαθήν προγνώσιν του Θεού και Πατρός, με τον αγιασμόν, που χαρίζει το Πνεύμα το Αγιον, δια να υπακούσετε στο θέλημα του Κυρίου και λάβετε την απολύτρωσιν, που επήγασεν από το χυθέν αίμα του Ιησού Χριστού, εύχομαι η χάρις και η ειρήνη να αυξάνη και να πληθύνεται εις σας.
Α Πε. 1,3           Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ κατὰ τὸ πολὺ αὐτοῦ ἔλεος ἀναγεννήσας ἡμᾶς εἰς ἐλπίδα ζῶσαν δι᾿ ἀναστάσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐκ νεκρῶν,
Α Πε. 1,3                   Ας είναι ευλογημένος και δοξασμένος ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος σύμφωνα με το πολύ αυτού έλεος και την άπειρον ευσπλαγχνίαν του μας έχει αναγεννήσει πνευματικώς, ώστε με ζωντανήν και αδιάψευστον ελπίδα να αποβλέπωμεν εις τα αιώνια αγαθά δια της αναστάσεως εκ νεκρών του Ιησού Χριστού, η οποία αποτελεί βεβαίωσιν και απόδειξιν και της ιδικής μας αναστάσεως.
Α Πε. 1,4           εἰς κληρονομίαν ἄφθαρτον καὶ ἀμίαντον καὶ ἀμάραντον, τετηρημένην ἐν οὐρανοῖς εἰς ὑμᾶς
Α Πε. 1,4                   Αυτή δε η ελπίς αναφέρεται εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμόλυντον και αμάραντον, η οποία έχει φυλαχθή δια σας στους ουρανούς. (Και είναι η κληρονομία αυτή, η αιωνία και μακαρία και ένδοξος βασιλεία των ουρανών)·
Α Πε. 1,5           τοὺς ἐν δυνάμει Θεοῦ φρουρουμένους διὰ πίστεως εἰς σωτηρίαν ἑτοίμην ἀποκαλυφθῆναι ἐν καιρῷ ἐσχάτῳ·
Α Πε. 1,5                   δια σας, οι οποίοι φρουρείσθε και μένετε ασφαλείς με την δύναμιν του Θεού, δια της θερμής και ενεργού πίστεως προς αυτόν, ώστε να αποκτήσετε την σωτηρίαν, που είναι ετοίμη να αποκαλυφθή εις όλην της την δόξαν κατά τον έσχατον καιρόν της Δευτέρας Παρουσίας.
Α Πε. 1,6           ἐν ᾧ ἀγαλλιᾶσθε, ὀλίγον ἄρτι, εἰ δέον ἐστί, λυπηθέντες ἐν ποικίλοις πειρασμοῖς,
Α Πε. 1,6                   Δι' αυτό και πρέπει να χαίρετε πάντοτε, έστω και αν παραστή ανάγκη, δια τον καταρτισμόν και την πρόοδόν σας εις την αρετήν, να λυπηθήτε τώρα ολίγον με τους διαφόρους πειρασμούς και τας ποικίλας θλίψεις.
Α Πε. 1,7           ἵνα τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως πολυτιμότερον χρυσίου τοῦ ἀπολλυμένου διὰ πυρὸς δέ δοκιμαζομένου εὑρεθῇ εἰς ἔπαινον καὶ τιμὴν καὶ δόξαν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ,
Α Πε. 1,7                   Αι θλίψεις άλλωστε αυταί σκοπόν έχουν να κάμουν δόκιμον και λαμπροτέραν την πίστιν σας, πολυτιμοτέραν από τον φθαρτόν χρυσόν, ο οποίος με την φωτιάν καθαρίζεται από τις σκουριές και λαμπικαρίζεται. Και να ευρεθή έτσι η πίστις σας προς έπαινον και προς τιμήν και δόξαν σας, όταν θα αποκαλυφθή με όλην του την δόξαν ο Χριστός, κατά την Δευτέραν Παρουσίαν.
Α Πε. 1,8           ὃν οὐκ εἰδότες ἀγαπᾶτε, εἰς ὃν ἄρτι μὴ ὁρῶντες, πιστεύοντες δὲ ἀγαλλιᾶσθε χαρᾷ ἀνεκλαλήτῳ καὶ δεδοξασμένῃ,
Α Πε. 1,8                   Τον Χριστόν, καίτοι δεν τον εγνωρίσατε και δεν τον είδατε προσωπικώς, όμως τον αγαπάτε. Επειδή δε πιστεύετε εις αυτόν, καίτοι δεν τον βλέπετε τώρα με τα μάτια του σώματος, δοκιμάζετε αγαλλίασιν, ένδοξον και απερίγραπτον χαράν, την οποίαν στόμα ανθρώπου δεν ημπορεί να εκφράση.
Α Πε. 1,9           κομιζόμενοι τὸ τέλος τῆς πίστεως ὑμῶν, σωτηρίαν ψυχῶν.
Α Πε. 1,9                   Βεβαιοι απολύτως, ότι θα κερδήσετε τον σκοπόν και την κατάληξιν της πίστεώς σας, δηλαδή την σωτηρίαν των ψυχών σας.
Α Πε. 1,10          περὶ ἧς σωτηρίας ἐξεζήτησαν καὶ ἐξηρεύνησαν προφῆται οἱ περὶ τῆς εἰς ὑμᾶς χάριτος προφητεύσαντες,
Α Πε. 1,10                 Περί της σωτηρίας αυτής με πολύν ζήλον και ενδιαφέρον εζήτησαν να μάθουν και ηρεύνησαν οι προφήται, οι οποίοι είχαν προφητεύσει περί της χάριτος και της δωρεάς, που θα εδίδετο εις σας.
Α Πε. 1,11          ἐρευνῶντες εἰς τίνα ἢ ποῖον καιρὸν ἐδήλου τὸ ἐν αὐτοῖς Πνεῦμα Χριστοῦ προμαρτυρόμενον τὰ εἰς Χριστὸν παθήματα καὶ τὰς μετὰ ταῦτα δόξας·
Α Πε. 1,11                  Ηρεύνησαν δηλαδή εις ποίον χρόνον και κκατά ποίαν εποχήν και περίστασιν θα ελάμβαναν χώραν τα παθήματα του Χριστού και αι δόξαι που θα τα επακολουθούσαν, όπως εφανέρωνε εις αυτούς το Πνεύμα του Χριστού, που είχαν μέσα των, όταν προανήγγειλε τα εξαίρετα αυτά γεγονότα.
Α Πε. 1,12          οἷς ἀπεκαλύφθη ὅτι οὐχ ἑαυτοῖς, ὑμῖν δὲ διηκόνουν αὐτά, ἃ νῦν ἀνηγγέλη ὑμῖν διὰ τῶν εὐαγγελισαμένων ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἀποσταλέντι ἀπ᾿ οὐρανοῦ, εἰς ἃ ἐπιθυμοῦσιν ἄγγελοι παρακύψαι.
Α Πε. 1,12                 Εις αυτούς δε τους προφήτας είχεν αποκαλυφθή από τον Θεόν, ότι όχι δι' αυτούς, αλλά δια σας και επί των ημερών σας θα επραγματοποιούντο τα προφητευόμενα λόγια, τα οποία τώρα έχουν αναγγελθή προς σας, δια μέσου των Αποστόλων, οι οποίοι σας εκήρυξαν το Ευαγγέλιον, φωτιζόμενοι και εμπνεόμενοι από το Αγιον Πνεύμα, που είχε σταλή από τους ουρανούς. Και είναι τόσον μεγάλα και καταπληκτικά αυτά τα γεγονότα της σωτηρίας μας, ώστε και οι άγγελοι επιθυμούν να σκύψουν με ενδιαφέρον επάνω των και να εμβαθύνουν εις την κατανόησίν των.
Α Πε. 1,13          Διὸ ἀναζωσάμενοι τὰς ὀσφύας τῆς διανοίας ὑμῶν, νήφοντες, τελείως ἐλπίσατε ἐπὶ τὴν φερομένην ὑμῖν χάριν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ,
Α Πε. 1,13                  Δι' αυτό, λοιπόν, περισφίξατε και συγκεντρώσατε τον νουν σας, απαλλάξατε τον από κάθε τι που τον σκοτίζει και τον απομακρύνει από τον Θεόν, άγρυπνοι δε και εγκρατείς ελπίσατε πλήρως και τελείως εις την θείαν χάριν της ενδόξου σωτηρίας, την οποίαν σας έδωσε τώρα, θα σας προσφέρη δε εις όλην της την μεγαλειότητα ο Χριστός κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν της δευτέρας και μεγαλοπρεπούς φανερώσεως και παρουσίας του·
Α Πε. 1,14          ὡς τέκνα ὑπακοῆς μὴ συσχηματιζόμενοι ταῖς πρότερον ἐν τῇ ἀγνοίᾳ ὑμῶν ἐπιθυμίαις,
Α Πε. 1,14                 σαν παιδιά υπακοής, που υποτάσσοντο εις την αλήθειαν, χωρίς να συμμορφώνεσθε και να παρασύρεσθε εις τας επιθυμίας, αι οποίαι σας είχαν υποδουλώσει στον καιρόν της αγνοίας σας τότε, που δεν εγνωρίζετε τον Χριστόν και το Ευαγγέλιον.
Α Πε. 1,15          ἀλλὰ κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε,
Α Πε. 1,15                  Αλλά κατά τον τύπον του Αγίου Θεού, που σας εκάλεσε στον δρόμον του αγιασμού, γίνεσθε και σεις εις όλην σας την εσωτερικήν και εξωτερικήν συμπεριφοράν άγιοι.
Α Πε. 1,16          διότι γέγραπται· ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι.
Α Πε. 1,16                 Διότι είναι γραμμένον εις την Αγίαν Γραφήν· “να γίνεσθε εις όλην σας την ζωήν άγιοι, διότι εγώ, ο Θεός και Πατέρας σας, είμαι άγιος”.
Α Πε. 1,17          καὶ εἰ πατέρα ἐπικαλεῖσθε τὸν ἀπροσωπολήπτως κρίνοντα κατὰ τὸ ἑκάστου ἔργον, ἐν φόβῳ τὸν τῆς παροικίας ὑμῶν χρόνον ἀναστράφητε,
Α Πε. 1,17                  Και εφ' όσον επικαλείσθε ως Πατέρας σας τον Θεόν, ο οποίος κρίνει τον καθένα χωρίς προσωποληψίαν, αλλά σύμφωνα με τα έργα της ζωής του, να συμπεριφερθήτε και να περάσετε τον χρόνον της προσωρινής αυτής κατοικίας σας εις την γην με φόβον Θεού·
Α Πε. 1,18          εἰδότες ὅτι οὐ φθαρτοῖς, ἀργυρίῳ ἢ χρυσίῳ, ἐλυτρώθητε ἐκ τῆς ματαίας ὑμῶν ἀναστροφῆς πατροπαραδότου,
Α Πε. 1,18                 γνωρίζοντες καλά, ότι δεν εξαγορασθήκατε και δεν ελευθερωθήκατε από την πατροπαράδοτον ματαίαν και αμαρτωλήν ζωήν και συμπεριφοράν με λύτρα φθαρτά, με αργυρ η χρυσά νομίσματα,
Α Πε. 1,19          ἀλλὰ τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ,
Α Πε. 1,19                 αλλ' έχετε εξαγορασθή με το ατίμητον αίμα του Χριστού ο οποίος προσεφέρθη θυσία, ως αμόλυντος καθαρός και ακηλίδωτος αμνός.
Α Πε. 1,20          προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου, φανερωθέντος δὲ ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν χρόνων δι᾿ ὑμᾶς
Α Πε. 1,20                 Ο Χριστός δε είχε προγνωσθή και προορισθή από τον Θεόν και Πατέρα, πριν ακόμη δημιουργηθή ο κόσμος, δια την μεγάλην αυτήν λυτρωτικήν θυσίαν, εφανερώθη δε με την ενανθρώπησίν του κατά τους τελευταίους τούτους χρόνους δια σας,
Α Πε. 1,21          τοὺς δι᾿ αὐτοῦ πιστεύοντας εἰς Θεὸν τὸν ἐγείραντα αὐτὸν ἐκ νεκρῶν καὶ δόξαν αὐτῷ δόντα, ὥστε τὴν πίστιν ὑμῶν καὶ ἐλπίδα εἶναι εἰς Θεόν.
Α Πε. 1,21                 οι οποίοι δια μέσου αυτού πιστεύετε στον Θεόν, που τον ανέστησε εκ των νεκρών και του έδωσεν απεριόριστον δόξαν, ώστε η πίστις σας και η ελπίδα σας προς αυτόν, να είναι πίστις και ελπίς εις αυτόν τούτον τον άπειρον Θεόν και Πατέρα, ο οποίος τον έστειλε Σωτήρα των ανθρώπων και τον εδόξασε δια της αναστάσεως και αναλήψεως στους ουρανούς.
Α Πε. 1,22          Τὰς ψυχὰς ὑμῶν ἡγνικότες ἐν τῇ ὑπακοῇ τῆς ἀληθείας διὰ Πνεύματος εἰς φιλαδελφίαν ἀνυπόκριτον, ἐκ καθαρᾶς καρδίας ἀλλήλους ἀγαπήσατε ἐκτενῶς,
Α Πε. 1,22                 Αφού δε κατά καθήκον και προς το συμφέρον σας καταστήσατε τας ψυχάς σας αγνάς και καθαράς από κάθε μολυσμόν και επιθυμίαν της αμαρτίας με την πρόθυμον υπακοήν σας εις την αλήθειαν δια του φωτισμού και της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος, ώστε να είναι αι ψυχαί σας δεκτικαί μιας ειλικρινούς και ανυποκρίτου φιλαδελφίας, αγαπήσατε ο ένας τον άλλον θερμώς και πλουσίως με καρδίαν καθαράν από κάθε ιδιοτέλειαν και αντιζηλίαν.
Α Πε. 1,23          ἀναγεγεννημένοι οὐκ ἐκ σπορᾶς φθαρτῆς, ἀλλὰ ἀφθάρτου, διὰ λόγου ζῶντος Θεοῦ καὶ μένοντος εἰς τὸν αἰῶνα·
Α Πε. 1,23                 Και τούτο, διότι έχετε αναγεννηθή ως νέοι πνευματικοί άνθρωποι και αδελφοί, όχι από σποράν σαρκικήν και φθαρτήν, αλλά με του Θεού τον λόγον, ο οποίος είναι γεμάτος ζωήν και δύμαμιν και μένει ακατάλυτος στον αιώνα.
Α Πε. 1,24          διότι πᾶσα σὰρξ ὡς χόρτος, καὶ πᾶσα δόξα ἀνθρώπου ὡς ἄνθος χόρτου· ἐξηράνθη ὁ χόρτος, καὶ τὸ ἄνθος αὐτοῦ ἐξέπεσε·
Α Πε. 1,24                 Η αναγέννησίς σας αυτή δεν είναι σαν την σαρκικήν και φθαρτήν γέννησίν σας από τους γονείς σας. Διότι κάθε άνθρωπος γενικώς είναι σαν το χορτάρι και κάθε δόξα του ανθρώπου είναι σαν το άνθος του χόρτου. Εξηράθηκε το χόρτον και το άνθος αυτού έπεσε μαραμένον εις την γην. Ετσι μοιάζει η σαρκική γέννησις και επίγειος ζωη.
Α Πε. 1,25          τὸ δὲ ῥῆμα Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα. τοῦτο δέ ἐστι τὸ ῥῆμα τὸ εὐαγγελισθὲν εἰς ὑμᾶς.
Α Πε. 1,25                 Εξ αντιθέτου ο λόγος του Κυρίου μένει αιώνιος και ακατάλυτος· και η ζωη, την οποίαν χαρίζει είναι άφθαρτος. Ο ζωοποιός δε αυτός λόγος του Θεού είναι το κήρυγμα του Χριστού, το οποίον σαν χαρμόσυνον μήνυμα έχει κηρυχθή εις σας.

Α ΠΕΤΡΟΥ 2

Α Πε. 2,1           Ἀποθέμενοι οὖν πᾶσαν κακίαν καὶ πάντα δόλον καὶ ὑποκρίσεις καὶ φθόνους καὶ πάσας καταλαλιάς,
Α Πε. 2,1                   Λοιπόν, εφ' όσον εγίνατε νέοι άνθρωποι με τον σωτήριον και ζωοποιόν λόγον του Θεού, πρέπει να πετάξετε από πάνω σας κάθε κακίαν και κάθε δολιότητα και κάθε ειδός υποκρισίας και φθόνου και όλας ανεξαιρέτως τας κατακρίσεις και επικρίσεις εναντίον του πλησίον.
Α Πε. 2,2           ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη τὸ λογικὸν ἄδολον γάλα ἐπιποθήσατε, ἵνα ἐν αὐτῷ αὐξηθῆτε εἰς σωτηρίαν,
Α Πε. 2,2                  Σαν βρέφη δε νεογέννητα με επιθυμίαν μεγάλην ποθήσατε το ανόθευτον και θρεπτικόν πνευματικόν γάλα της θείας Χαριτος και διδασκαλίας, δια να μεγαλώσετε με αυτό και προχωρήσετε ασφαλείς στον δρόμον της σωτηρίας.
Α Πε. 2,3           εἴπερ ἐγεύσασθε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος.
Α Πε. 2,3                   Και είναι φυσικόν να αισθανθήτε τον έντονον αυτόν πόθον της πνευματικής τροφής, εφ' όσον εγευθήκατε και από την προσωπικήν σας πείραν εγνωρίσατε, ότι ο Κυριος είναι πάντοτε ευεργετικός και αγαθός.
Α Πε. 2,4           Πρὸς ὃν προσερχόμενοι, λίθον ζῶντα, ὑπὸ ἀνθρώπων μὲν ἀποδεδοκιμασμένον, παρὰ δὲ Θεῷ ἐκλεκτόν, ἔντιμον,
Α Πε. 2,4                  Να προσέρχεσθε δε πάντοτε με ιερόν πόθον και ευλάβειαν προς τον Κυριον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος είναι ακρογωνιαίος λίθος της Εκκλησίας, ζωή και πηγή της ζωής, που από μεν τους ανθρώπους έχει αποδοκιμασθή και περιφρονηθή, όπως εφάνηκε από το γεγονός της σταυρώσεως, ενώπιον όμως του Θεού είναι εκλεκτός και τιμημένος.
Α Πε. 2,5           καὶ αὐτοὶ ὡς λίθοι ζῶντες οἰκοδομεῖσθε, οἶκος πνευματικός, ἱεράτευμα ἅγιον, ἀνενέγκαι πνευματικὰς θυσίας εὐπροσδέκτους τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ·
Α Πε. 2,5                   Και σεις οι ίδιοι να οικοδομήσθε επάνω εις αυτόν σαν λίθοι ζωντανοί, ώστε να είσθε πνευματικός οίκος και κατοικητήριον του Θεού, ιεράτευμα άγιον, δια να προσφέρετε δια μέσου του Ιησού Χριστού θυσίας πνευματικάς, τας οποίας με ευχαρίστησιν και ευμένειαν δέχεται ο Θεός.
Α Πε. 2,6           διότι περιέχει ἐν τῇ γραφῇ· ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον ἀκρογωνιαῖον, ἐκλεκτόν, ἔντιμον, καὶ ὁ πιστεύων ἐπ᾿ αὐτῷ οὐ μὴ καταισχυνθῇ.
Α Πε. 2,6                  Διότι περιέχεται εις την Αγίαν Γραφήν η θεόπνευστος αυτή φράσις· “ιδού, θέτω εις την Σιών ακρογωνιαίον, θεμελιακόν λίθον, που θα βαστάζη και θα συγκρατή στερεά το οικοδόμημα της Εκκλησίας, λίθον εκλεκτόν, πολύτιμον, και εκείνος που πιστεύει και στηρίζεται επάνω εις αυτόν δεν θα εντροπιασθή”.
Α Πε. 2,7           ὑμῖν οὖν ἡ τιμὴ τοῖς πιστεύουσιν, ἀπειθοῦσι δὲ λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας καὶ λίθος προσκόμματος καὶ πέτρα σκανδάλου.
Α Πε. 2,7                   Δια σας, λοιπόν, που πιστεύετε στον Χριστόν, επιφυλάσσεται αυτή η τιμή. Δι' εκείνους όμως που απειθούν κατά του Χριστού και επαναστατούν, ισχύει ο άλλος λόγος της Γραφής, “λίθον, τον οποίον επεριφρόνησαν και απέρριψαν ως ακατάλληλον οι οικοδομούντες, αυτός έγινε κεφαλή γωνίας, αγκωνάρι θεμελιακό και πολύτιμο δια την πνευματικήν οικοδομήν. Εγινε όμως και λίθος, επάνω στον οποίον σκοντάπτουν οι άπιστοι, και πέτρα, από την οποίαν κρημνίζονται”.
Α Πε. 2,8           οἳ προσκόπτουσι τῷ λόγῳ ἀπειθοῦντες, εἰς ὃ καὶ ἐτέθησαν.
Α Πε. 2,8                  Αυτοί σκοντάπτουν στον λόγον του Ευαγγελίου, επειδή απειθούν και επαναστατούν εναντίον αυτού. Εις αυτό δε το σκόνταμμα και το ολέθριον κρήμνισμα, προωρίσθησαν από τον Θεόν, σύμφωνα με την πρόγνωσίν του προς τιμωρίαν των, δια την διεστραμμένην και κακκήν διάθεσίν των.
Α Πε. 2,9           ὑμεῖς δὲ γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν, ὅπως τὰς ἀρετὰς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους ὑμᾶς καλέσαντος εἰς τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς·
Α Πε. 2,9                  Σεις όμως είσθε “γένος εκλεκτόν, ιερατείον με βασιλικήν την καταγωγήν, έθνος άγιον, καθιερωμένον στον Θεόν, ξεχωριστός λαός μέσα εις την οικουμένην, ιδιαίτερον κτήμα και περιουσία του απείρου Θεού”, δια να διαλαλήτε με τα λόγια και το παράδειγμά σας τας αρετάς εκείνου, ο οποίος σας εκάλεσεν από το σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας στο λαμπρόν και αξιοθαύμαστον πνευματικόν του φως.
Α Πε. 2,10          οἵ ποτε οὐ λαός, νῦν δὲ λαὸς Θεοῦ, οἱ οὐκ ἠλεημένοι, νῦν δὲ ἐλεηθέντες.
Α Πε. 2,10                 Σεις, οι οποίοι κάποτε δεν ήσασθε ούτε καν λαός, ενώ τώρα είσθε λαός του Θεού· σεις, οι οποίοι δεν είχατε προηγουμένως πάρει το έλεος του Θεού, ενώ τώρα έχετε ελεηθή.
Εὐαγγέλιο: ( Ματθ. κβ΄ 35 - 46)
Ματθ. 22,35       καὶ ἐπηρώτησεν εἷς ἐξ αὐτῶν, νομικός, πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων·
Ματθ. 22,35            και ένας από αυτούς νομοδιδάσκαλος, τον ηρώτησε, με την πονηράν διάθεσιν να τον φέρη εις δύσκολον θέσιν, λέγων·
Ματθ. 22,36       διδάσκαλε, ποία ἐντολὴ μεγάλη ἐν τῷ νόμῳ;
Ματθ. 22,36            “Διδάσκαλε, ποία είναι η μεγαλυτέρα εντολή μέσα στον νόμον;”
Ματθ. 22,37       ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου.
Ματθ. 22,37            Ο δε Ιησούς απήντησεν εις αυτόν· “να αγαπάς Κυριον τον Θεόν σου με όλην την καρδιάν σου και με όλην την ψυχήν σου και με όλην την δοιάνοιάν σου.
Ματθ. 22,38       αὕτη ἐστὶ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή.
Ματθ. 22,38            Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή.
Ματθ. 22,39       δευτέρα δὲ ὁμοία αὐτῇ· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.
Ματθ. 22,39            Δευτέρα δε εντολή ομοία με αυτήν· να αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτόν σου.
Ματθ. 22,40       ἐν ταύταις ταῖς δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται κρέμανται.
Ματθ. 22,40            Επάνω εις τας δύο αυτάς εντολάς όλος ο νόμος και οι προφήται στηρίζονται”. (Και εις την πονηράν εκείνην ερώτησιν έδωσε την θείαν απάντησίν του”.
Ματθ. 22,41       Συνηγμένων δὲ τῶν Φαρισαίων ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς
Ματθ. 22,41             Ενώ δε ήσαν συγκεντρωμένοι οι Φαρισαίοι, τους ηρώτησεν ο Ιησούς
Ματθ. 22,42       λέγων· τί ὑμῖν δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι; λέγουσιν αὐτῷ· τοῦ Δαυΐδ.
Ματθ. 22,42            λέγων· “ποίαν γνώμην έχετε περί του Χριστού; Τινος είναι απόγονος;” Λεγουν εις αυτόν· “είναι απόγονος του Δαυΐδ”.
Ματθ. 22,43       λέγει αὐτοῖς· πῶς οὖν Δαυΐδ ἐν Πνεύματι Κύριον αὐτὸν καλεῖ λέγων,
Ματθ. 22,43            Λεγει εις αυτούς· “Εάν είναι ένας απλούς και μόνον απόγονος του Δαυΐδ, πως τότε ο Δαυΐδ, εμπνεόμενος από το Αγιον Πνεύμα, ονομάζει αυτόν Κυριον και Θεόν λέγων,
Ματθ. 22,44       εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;
Ματθ. 22,44            είπεν ο Κυριος και Θεός στον Κυριον μου και Θεόν, τον Χριστόν, κάθισε εις τα δεξιά μου επί του θρόνου, μέχρις ότου θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον, επάνω στο οποίον θα πατούν τα πόδια σου;
Ματθ. 22,45       εἰ οὖν Δαυΐδ καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱός αὐτοῦ ἐστι;
Ματθ. 22,45            Εάν λοιπόν ο Δαυίδ ονομάζει αυτόν Κυριον και Θεόν, πως είναι απλούς απόγονός του, όπως σεις νομίζετε; (Ο Δαυίδ λοιπόν, σύμφωνα με αποκάλυψιν εκ μέρους του Θεού, επίστευσε και προεκήρυξε τον Μεσσίαν, τον κατά σάρκα απόγονόν του, ως Κυριον του και Θεόν).
Ματθ. 22,46       καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον, οὐδὲ ἐτόλμησέ τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι αὐτὸν οὐκέτι.
Ματθ. 22,46            Και κανείς δεν ημπόρεσε ούτε λέξιν να απαντήση ούτε ετόλμησε κανείς από εκείνην την ημέραν να ερωτήση πλέον αυτόν.

Ἁγιογραφικό Ἀνάγνωσμα τῆς Πέμπτης 14 Ἰανουαρίου

Ἀπόστολος: ( Ἰακ. δ΄ 7 - ε΄ 9 )
Ιακ. 4,7             Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾿ ὑμῶν·
Ιακ. 4,7                     Υποταχθήτε, λοιπόν, με ταπείνωσιν στον Θεόν. Αντισταθήτε στον διάβολον, που σας δελεάζει και σας φλογίζει με τας αμαρτωλάς ηδονάς του κόσμου, και θα φύγη μακρυά από σας νικημένος και εξευτελισμένος.
Ιακ. 4,8             ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν. καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοὶ καὶ ἁγνίσατε καρδίας δίψυχοι.
Ιακ. 4,8                     Πλησιάστε κοντά στον Θεόν και ο Θεός θα πλησιάση κοντά εις σας. Αμαρτωλοί άνθρωποι, καθαρίσατε τα χέρια σας από κάθε αμαρτωλήν πράξιν και ενόχην, εξαγνίσατε το εσωτερικόν σας σεις οι δίγνωμοι, που κυμαίνεσθε μεταξύ Θεού και αμαρτωλού κόσμου.
Ιακ. 4,9             ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καὶ ἡ χαρὰ εἰς κατήφειαν.
Ιακ. 4,9                     Συναισθανθήτε την αμαρτωλότητά σας και την ενόχην σας, μετανοήσατε, πενθήσατε και κλαύσατε, δια τας αθλιότητάς σας. Τα αμαρτωλά σας γέλοια μέσα εις τα ξεφαντώματα της αμαρτίας ας αλλάξουν και ας γίνουν λύπη και συντριβή μετανοίας, και η ψεύτικη χαρά του κόσμου ας μετατραπή εις συναίσθησιν και κατήφειαν.
Εὐαγγέλιο: ( Ἰω. ι΄ 27 - 38 )
Ιω. 10,27           τὰ πρόβατα τὰ ἐμὰ τῆς φωνῆς μου ἀκούει, κἀγὼ γινώσκω αὐτά, καὶ ἀκολουθοῦσί μοι,
Ιω. 10,27                   Τα δικά μου πρόβατα ακούουν με χαράν και με υποταγήν την φωνήν μου και εγώ τα γνωρίζω ότι είναι δικά μου και με ακολουθούν.
Ιω. 10,28           κἀγὼ ζωὴν αἰώνιον δίδωμι αὐτοῖς, καὶ οὐ μὴ ἀπόλωνται εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ οὐχ ἁρπάσει τις αὐτὰ ἐκ τῆς χειρός μου.
Ιω. 10,28                  Και εγώ ανταμείβων την υπακοήν των, τους δίδω την αιωνίαν ζωήν και δεν θα χαθούν ποτέ και κανείς δεν θα τα αρπάξη από τα χέρια μου.
Ιω. 10,29           ὁ πατήρ μου, ὃς δέδωκέ μοι, μείζων πάντων ἐστί, καὶ οὐδεὶς δύναται ἁρπάζειν ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ πατρός μου.
Ιω. 10,29                  Ο Πατήρ μου, ο οποίος μου έχει δώσει τα πρόβατα είναι ανώτερος και ισχυρότερος από όλους, είναι ο παντοδύναμος Θεός. Και κανείς, ούτε αι λεγεώνες των πονηρών πνευμάτων, δεν ημπορούν να αρπάξουν τα πρόβατα από το χέρι του.
Ιω. 10,30           ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν.
Ιω. 10,30                   Με την ιδίαν δύναμιν και εξουσίαν και αγάπην ποιμαίνω και εγώ και κρατώ τα πρόβατα, διότι εγώ και ο Πατήρ είμεθα ένα, έχομεν την αυτήν φύσιν και ουσίαν, τα ίδια άπειρα ιδιώματα”.
Ιω. 10,31           Ἐβάστασαν οὖν πάλιν λίθους οἱ Ἰουδαῖοι ἵνα λιθάσωσιν αὐτόν.
Ιω. 10,31                   Οταν οι Ιουδαίοι τον άκουσαν να λέγη ότι είνα ένα με τον Θεόν, επήραν πάλιν λιθάρια, δια να τον λιθοβολήσουν.
Ιω. 10,32           ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· πολλὰ καλὰ ἔργα ἔδειξα ὑμῖν ἐκ τοῦ πατρός μου· διὰ ποῖον αὐτῶν ἔργον λιθάζετέ με;
Ιω. 10,32                   Απήντησε τότε εις αυτούς ο Ιησούς· “πολλά καλά έργα έδειξα και έκανα εις εσάς που προέρχονται από τον Πατέρα. Δια ποίον από όλα είσθε έτοιμοι να με λιθοβολήσετε;”
Ιω. 10,33           ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· περὶ καλοῦ ἔργου οὐ λιθάζομέν σε, ἀλλὰ περὶ βλασφημίας, καὶ ὅτι σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν Θεόν.
Ιω. 10,33                   Απήντησαν εις αυτόν οι Ιουδαίοι, λέγοντες· “δεν σε λιθοβολούμεν δια καλόν έργον, αλλά δια την φοβεράν βλασφημίαν που είπες, διότι ενώ συ είσαι άνθρωπος, κάνστον εαυτόν σου Θεόν και λέγεις ότι είσαι ένα με τον Θεόν”.
Ιω. 10,34           ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐκ ἔστι γεγραμμένον ἐν τῷ νόμῳ ὑμῶν, ἐγὼ εἶπα, θεοί ἐστε;
Ιω. 10,34                   Τους απήντησεν ο Ιησούς· “στον νόμον σας, εκεί που ομιλεί ο Θεός προς τους δικαστάς, δεν είναι γραμμένον· Εγώ είπα, είσθε θεοί;
Ιω. 10,35           εἰ ἐκείνους εἶπε θεούς, πρὸς οὓς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγένετο, καὶ οὐ δύναται λυθῆναι ἡ γραφή,
Ιω. 10,35                   Εάν η Γραφή ωνόμασε θεούς τους δικαστάς εκείνους, τους οποίους εκάλεσε εις αυτό το έργον ο Θεός-και δεν είναι δυνατόν να καταλυθή η Γραφή-
Ιω. 10,36           ὃν ὁ πατὴρ ἡγίασε καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον, ὑμεῖς λέγετε ὅτι βλασφημεῖς, ὅτι εἶπον, υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἰμι;
Ιω. 10,36                   εις εκείνον, τον οποίον ο Πατήρ καθιέρωσε δια το μέγα έργον του Μεσσίου και τον έστειλε στον κόσμον, σεις λέγετε ότι βλασφημείς, επειδή είπα ότι είμαι Υιός του Θεού;
Ιω. 10,37           εἰ οὐ ποιῶ τὰ ἔργα τοῦ πατρός μου, μὴ πιστεύετέ μοι·
Ιω. 10,37                   Εάν δεν κάνω τα υπερφυσικά έργα, τα οποία είναι έργα του Πατρός μου, τότε μη πιστεύετε εις εμέ.
Ιω. 10,38           εἰ δὲ ποιῶ, κἂν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύσατε, ἵνα γνῶτε καὶ πιστεύσητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν αὐτῷ.
Ιω. 10,38                   Εφ' όσον όμως κάνω τα έργα του Πατρός μου, πιστεύσατε εις αυτά τα έργα και τότε θα εννοήσετε καλά και θα πιστεύσετε εις εμέ και θα βεβαιωθήτε, ότι εγώ ζω και υπάρχω εν τω Πατρί, όπως και ο Πατήρ ζη και υπάρχει εν εμοί”.

ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ LORD JESUS CHRIST 3. ΑΡΧ. ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

«Θεία Ψυχανάλυση». Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Κανὼν Ἱκετήριος εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν

Ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν τῆς Παναγίας

Παρακλητικός Κανών Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Παρακλητικός Κανών Οσίου Αρσενίου - Βατοπαίδι Χαλκιδικής