Ἀπόστολος: ( Ἰακ. γ΄ 11 - δ΄ 6 )
Ιακ. 3,11 μήτι ἡ πηγὴ
ἐκ τῆς αὐτῆς ὀπῆς βρύει τὸ γλυκὺ
καὶ τὸ πικρόν;
Ιακ. 3,11 Μηπως τάχα η πηγή από την αυτήν τρύπαν αναβλύζει
νερό πόσιμο και ευχάριστο και νερό πικρό και αποκρουστικό;
Ιακ. 3,12 μὴ δύναται, ἀδελφοί
μου, συκῆ ἐλαίας ποιῆσαι ἢ ἄμπελος σῦκα; οὕτως
οὐδεμία πηγὴ ἁλυκὸν καὶ γλυκὺ ποιῆσαι
ὕδωρ.
Ιακ. 3,12 Μηπως είναι ποτέ δυνατόν, αδελφοί μου, η συκιά να
καρποφορήση εληές και το αμπέλι να κάμη σύκα; Ετσι και καμμία ποτέ πηγή δεν
είναι δυνατόν να βγάζη νερό αλμυρό και νερό πόσιμον και ευχάριστον. (Και από
την ίδια γλώσσα, που αναπέμπονται δοξολογίες προς τον Θεόν, ποτέ δεν πρέπει να
ξεχύνωνται κατάραι και δολιότητες).
Ιακ. 3,13 Τίς σοφὸς καὶ
ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς
ἀναστροφῆς τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πραΰτητι
σοφίας.
Ιακ. 3,13 Ποιός μεταξύ σας είναι αληθινά σοφός και
επιστήμων, φωτισμένος από τον Θεόν άνθρωπος; Ας το δείξη όχι μόνο με τα λόγια
του, αλλά προ παντός και κυρίως με τα ενάρετα έργα του καλού του βίου, με
πραότητα, την οποίαν χαρίζει στον άνθρωπον η αληθινή σοφία.
Ιακ. 3,14 εἰ δὲ ζῆλον
πικρὸν ἔχετε καὶ ἐριθείαν ἐν τῇ καρδίᾳ
ὑμῶν, μὴ κατακαυχᾶσθε καὶ ψεύδεσθε κατὰ τῆς
ἀληθείας.
Ιακ. 3,14 Εάν όμως έχετε πικράν ζηλοφθονίαν, μεταξύ σας,
φατριασμούς, αντιθέσεις και εριστικόν πνεύμα εις την καρδίαν σας, μην
αλαζονεύεσθε ότι είσθε ανώτεροι από τους άλλους και ψεύδεσθε έτσι εναντίον της
χριστιανικής αληθείας, της οποίας εν τούτοις θέλετε να παρουσιάζεσθε ως
διδάσκαλοι.
Ιακ. 3,15 οὐκ ἔστιν
αὕτη ἡ σοφία ἄνωθεν κατερχομένη, ἀλλ᾿ ἐπίγειος,
ψυχική, δαιμονιώδης.
Ιακ. 3,15 Αυτή η ανόητος υψηλοφροσύνη, ότι είσθε σοφοί, δεν
είναι η θεία σοφία, που κατεβαίνει από τον ουρανόν· αλλ' είναι σοφία επίγειος,
σαρκική και εμπαθής, δαιμονική.
Ιακ. 3,16 ὅπου γὰρ
ζῆλος καὶ ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καὶ
πᾶν φαῦλον πρᾶγμα.
Ιακ. 3,16 Διότι όπου υπάρχει ζηλοφθονία και φατριασμός και
εριστικότης, εκεί επικρατεί ακαταστασία και αναταραχή και κάθε φαύλο πράγμα.
Ιακ. 3,17 ἡ δὲ ἄνωθεν
σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική,
ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν
ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος.
Ιακ. 3,17 Η δε σοφία, που δίδεται εκ των άνω, από τον Θεόν,
πρώτον μεν είναι καθαρά και αμόλυντος από κάθε τι φαύλον και αμαρτωλόν, έπειτα
δε είναι ειρηνική και ειρηνοποιός, επιεικής και συγκαταβατική εις την άγνοιαν
και τας αδυναμίας των άλλων, πρόθυμος να υποτάσσεται εις την αλήθειαν, γεμάτη
από ευσπλαγχνίαν και από αγαθά έργα, απηλλαγμένη από αμβιβολίας και ολιγοπιστίας,
καθαρά και αμόλυντος από κάθε υποκρισίαν.
Ιακ. 3,18 καρπὸς δὲ
τῆς δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς ποιοῦσιν
εἰρήνην.
Ιακ. 3,18 Ο δε καρπός της αγιότητος και κάθε αρετής
σπείρεται εις τας καρδίας των ανθρώπων με ειρήνην και πραότητα από εκείνους,
που έχουν ειρήνην και μεταδίδουν ειρήνην, από τους αληθινά σοφούς και εναρέτους
διδασκάλους.
Ιακ. 4,1 Πόθεν πόλεμοι καὶ
μάχαι ἐν ὑμῖν; οὐκ ἐντεῦθεν ἐκ τῶν
ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς
μέλεσιν ὑμῶν;
Ιακ. 4,1 Από που προέρχονται και γεννώνται μεταξύ σας
εχθρικαί καταστάσεις, έριδες και συγκρούσεις; Δεν προέρχονται από αυτήν την
αιτίαν, δηλαδή από τας εμπαθείς επιθυμίας αμαρτωλών ηδονών, αι οποίαι επιθυμίαι
έχουν επιστρατευθή και διεξάγουν πόλεμον μέσα εις τα μέλη σας, δια να σας
υποδουλώσουν εις την φαυλότητα;
Ιακ. 4,2 ἐπιθυμεῖτε,
καὶ οὐκ ἔχετε· φονεύετε καὶ ζηλοῦτε, καὶ
οὐ δύνασθε ἐπιτυχεῖν· μάχεσθε καὶ πολεμεῖτε,
καὶ οὐκ ἔχετε, διὰ τὸ μὴ αἰτεῖσθαι
ὑμᾶς·
Ιακ. 4,2 Επιθυμείτε και δεν έχετε αυτό που επιθυμείτε.
Και επάνω εις την επιθυμίαν σας να το αποκτήσετε, ημπορεί να φθάσετε ακόμη και
μέχρι του φόνου. Φθονείτε και επιθυμείτε με εμπάθειαν και δεν ημπορείτε να
επιτύχετε αυτό, που επιθυμείτε. Και το αποτέλεσμα είναι ότι καταλήγετε εις
συγκρούσεις και εις εχθρικάς καταστάσεις. Και δεν έχετε αυτά που θέλετε, διότι
δεν ζητείτε από τον Θεόν με πίστιν, ο,τι είναι καλόν και ωφέλιμον δια σας.
Ιακ. 4,3 αἰτεῖτε
καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα
ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε.
Ιακ. 4,3 Μερικές όμως φορές ζητείτε από τον Θεόν και όμως
δεν λαβάνετε, διότι ζητείτε προς κακόν και επιβλαβή σκοπόν, δια να διαθέσετε
δηλαδή και εξοδεύσετε αυτό που ζητείτε εις απόλαυσιν αμαρτωλών ηδονών.
Ιακ. 4,4 μοιχοὶ καὶ
μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα
τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὃς ἂν οὖν βουληθῇ
φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ
καθίσταται.
Ιακ. 4,4 Προδόται και προδότριαι, που καταπατείτε και
μολύνετε την πίστιν και την αγάπην προς τον Χριστόν! Δεν γνωρίζετε ότι η αγάπη
και η προσκόλλησις στον αμαρτωλόν κόσμον είναι έχθρα προς τον Θεόν; Οποιος θελήση
να είναι φίλος του κόσμου, των αμαρτωλών διασκεδάσεων και ηδονών του κόσμου,
γίνεται εχθρός του Θεού.
Ιακ. 4,5 ἢ δοκεῖτε
ὅτι κενῶς ἡ γραφὴ λέγει, πρὸς φθόνον ἐπιποθεῖ
τὸ πνεῦμα ὃ κατῴκησεν ἐν ἡμῖν;
Ιακ. 4,5 Η νομίζετε ότι μάταια και χωρίς κανένα νόημα
λέγει η Γραφή, ότι με απέραντον αγάπην, που φθάνει σαν μέχρι ζηλοτυπίας και
φθόνου, μας ποθεί το Πνεύμα το Αγιον, που έχει κατοικήσει μέσα μας; (Προδοσία
εκ μέρους μας αυτής της αγίας αγάπης του εξεγείρει τον αποτροπιασμόν του και
την οργήν του εναντίον μας).
Ιακ. 4,6 μείζονα δὲ
δίδωσι χάριν· διὸ λέγει· ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται,
ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν.
Ιακ. 4,6 Εξ αντιθέτου, όταν μείνωμεν πιστοί εις την
αγάπην του και αποκηρύξωμεν την αμαρτίαν του κόσμου, μας δίδει ακόμη
μεγαλυτέραν χάριν, δι' αυτό και η Γραφή λέγει, ότι “ο Θεός αντιτάσσεται στους
υπερηφάνους, που τον εγκαταλείπουν, δια να απολαύσουν αλαζονικώς τον κόσμον·
ενώ αντιθέτως, δίδει χάριν στους ταπεινούς και τους υποταγμένους εις αυτόν”.
Εὐαγγέλιο: ( Λουκ. κ΄ 1 - 8 )
Λουκ.
20,1 Καὶ ἐγένετο ἐν
μιᾷ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων διδάσκοντος αὐτοῦ
τὸν λαὸν ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εὐαγγελιζομένου
ἐπέστησαν οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς
σὺν τοῖς πρεσβυτέροις
Λουκ. 20,1 Μιαν από τας μεγάλας εκείνας ημέρας καθώς ο Κυριος
εδίδασκε εις τας αυλάς του Ναού τον λαόν και εκήρυττε το χαρμόσυνον μήνυμα της
σωτηρίας, ήλθαν έξαφνα κοντά του αποφασιστικοί οι αρχιερείς και οι γραμματείς μαζή
με τους πρεσβυτέρους
Λουκ.
20,2 καὶ εἶπον πρὸς
αὐτὸν λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν ἐν ποίᾳ
ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς, ἢ τίς ἐστιν ὁ
δούς σοι τὴν ἐξουσίαν ταύτην;
Λουκ. 20,2 και του είπαν· “πες μας, με ποιά εξουσία κάμνεις αυτά
η ποιός σου έδωκε την εξουσίαν αυτήν, ώστε, εκτός των άλλων, να διώχνης και
τους εμπορευομένους από τον ναόν;”
Λουκ.
20,3 ἀποκριθεὶς δὲ
εἶπε πρὸς αὐτούς· ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ
ἕνα λόγον καὶ εἴπατέ μοι·
Λουκ. 20,3 Απεκρίθη δε και είπεν εις αυτούς ο Κυριος· “και εγώ
θα σας υποβάλω μίαν ερώτησιν, εις την οποίαν σαν διδάσκαλοι με εξουσίαν και
κύρος που θέλετε να είσθε, πρέπει να μου απαντήσετε.
Λουκ.
20,4 τὸ βάπτισμα Ἰωάννου
ἐξ οὐρανοῦ ἦν ἢ ἐξ ἀνθρώπων;
Λουκ. 20,4 Το βάπτισμα του Ιωάννου ήτο από τον ουρανόν, εγίνετο
κατόπιν εντολής του Θεού, η ήτο απλή και άνευ σημασίας επινόησις ανθρώπων”.
Λουκ.
20,5 οἱ δὲ
συνελογίσαντο πρὸς ἑαυτοὺς λέγοντες ὅτι ἐὰν
εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ, διατί οὖν
οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ;
Λουκ. 20,5 Εκείνοι δε εσκέφθησαν μεταξύ των και είπαν ότι, εάν
είπωμεν εξ ουρανού, δηλαδή από τον Θεόν, θα μας πη· διατί δεν επιστεύσατε εις
αυτόν;
Λουκ.
20,6 ἐὰν δὲ εἴπωμεν,
ἐξ ἀνθρώπων, πᾶς ὁ λαὸς καταλιθάσει ἡμᾶς·
πεπεισμένος γάρ ἐστιν Ἰωάννην προφήτην εἶναι.
Λουκ. 20,6 Εάν δε είπωμεν, ότι ήτο επινόησις ανθρώπων και
επομένως ο Ιωάννης δεν ήτο προφήτης, απεσταλμένος δηλαδή από τον Θεόν, όλος ο
λαός θα μας λιθοβολίση αγρίως, διότι όλοι έχουν ακλόνητον την πεποίθησιν, ότι ο
Ιωάννης είναι προφήτης του Θεού.
Λουκ.
20,7 καὶ ἀπεκρίθησαν μὴ
εἰδέναι πόθεν.
Λουκ. 20,7 Και, αυτοί, οι επίσημοι διδάσκαλοι του Ισραήλ,
κατησχημένοι απήντησαν, ότι δεν ξεύρουν, από που ήτο το βάπτισμα του Ιωάννου.
Λουκ.
20,8 καὶ ὁ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτοῖς· οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν
ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ.
Λουκ. 20,8 Και τότε ο Ιησούς τους είπεν· “ούτε εγώ σας λέγω με
ποίαν εξουσίαν κάμνω αυτά”.