Ἀπόστολος: (Ἐφ. δ΄1- 7 )
Εφ. 4,1 Παρακαλῶ οὖν
ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ ἀξίως
περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε,
Εφ. 4,1 Σας παρακαλώ, λοιπόν, και σας εξορκίζω εγώ, ο
οποίος είμαι φυλακισμένος και αλυσοδεμένος δια το όναμα του Κυρίου, να ζήτε και
να συμπεριφέρεσθε, όπως ταιριάζει εις την υψηλήν κλήσιν, με την οποίαν έχετε
προσκληθή από τον Θεόν.
Εφ. 4,2 μετὰ πάσης
ταπεινοφροσύνης καὶ πρᾳότητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι
ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ,
Εφ. 4,2 Δηλαδή να ζήτε και να φέρεσθε με κάθε
ταπεινοφροσύνην και πραότητα, με ανοχήν απέναντι των άλλων και μεγαλοκαρδίαν,
ανεχόμενοι ο ένας του άλλου τας αδυναμίας με αγάπην,
Εφ. 4,3 σπουδάζοντες τηρεῖν
τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς
εἰρήνης.
Εφ. 4,3 να επιμελήσθε και να αγωνίζεσθε να διατηρήτε
την ενότητα, με την οποίαν το Πνεύμα το Αγιον σας έχει συνδέσει, έχοντες ως
σύνδεσμον την ειρήνην, η οποία θα βασιλεύη μεταξύ σας και θα σας ενώνη εις ένα
πνευματικόν σώμα.
Εφ. 4,4 ἓν σῶμα
καὶ ἓν Πνεῦμα, καθὼς καὶ ἐκλήθητε ἐν
μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν·
Εφ. 4,4 Είσθε ένα πνευματικόν σώμα και έχετε ένα και το
αυτό Πνεύμα Αγιον, που σας ζωογονεί, καθώς επίσης έχετε κληθή όλοι εις μίαν και
την αυτήν ελπίδα της κλήσεώς σας.
Εφ. 4,5 εἷς Κύριος,
μία πίστις, ἓν βάπτισμα·
Εφ. 4,5 Ενας και μόνος είναι ο Κυριος, μία είναι η
πίστις όλων των Χριστιανών, ένα το βάπτισμα που έχουν λάβει.
Εφ. 4,6 εἷς Θεὸς
καὶ πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ
πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν.
Εφ. 4,6 Ενας και μόνος ο Θεός και Πατήρ όλων, αυτός ο
οποίος κυριαρχεί επί όλων ανεξαιρέτως και δια μέσου όλων ενεργεί και φανερώνει
την αγαθήν του πρόνοιαν, και μέσα εις όλους μας κατοικεί.
Εφ. 4,7 Ἑνὶ δὲ
ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ
μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.
Εφ. 4,7 Εις τον καθένα δε από ημάς εδόθη η χάρις, τα
χαρίσματα και αι δωρεαί, σύμφωνα με το μέτρον, με το οποίον δικαίως και σαφώς
μοιράζει ο Χριστός τας δωρεάς του. (Ας μη υπάρχουν, λοιπόν, ζηλοφθονίαι μεταξύ
σας, διότι τα χαρίσματα είναι δώρα του Θεού, δια την εξυπηρέτησιν όλων).
Εὐαγγέλιο: ( Λουκ. ιη΄18- 27 )
Λουκ.
18,18 Καὶ ἐπηρώτησέ τις
αὐτὸν ἄρχων λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν
αἰώνιον κληρονομήσω;
Λουκ. 18,18 Και τον ηρώτησε κάποιος άρχων, λέγων· “Διδάσκαλε
αγαθέ, τι πρέπει να κάμω, δια να κληρονομήσω την αιώνιον ζωήν;”
Λουκ.
18,19 εἶπε δὲ αὐτῷ
ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς
εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός.
Λουκ. 18,19 Είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς· “εφ' όσον με θεωρείς
απλούν άνθρωπον, διατί με ονομάζεις αγαθόν; Κανένας δεν είναι απολύτως αγαθός,
στον οποίον και να ταιριάζη πλήρως το όνομα αυτό, ει μη μόνον ο Θεός.
Λουκ.
18,20 τὰς ἐντολὰς
οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ
κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ
τὴν μητέρα σου.
Λουκ. 18,20 Γνωρίζεις τας εντολάς· να μη μοιχεύσης, να μη φονεύσης,
να μη κλέψης, να μη ψευδομαρτυρήσης, να τιμάς τον πατέρα σου και την μητέρα
σου”.
Λουκ.
18,21 ὁ δὲ εἶπε·
ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου.
Λουκ. 18,21 Εκείνος δε είπε· “όλα αυτά τα εφύλαξα εκ νεότητός
μου”.
Λουκ.
18,22 ἀκούσας δὲ ταῦτα
ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν
σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς,
καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο
ἀκολούθει μοι.
Λουκ. 18,22 Οταν ήκουσε τα λόγια αυτά ο Ιησούς του είπε· “ένα ακόμα
σου λείπει· όλα όσα έχεις πώλησέ τα και μοίρασέ τα στους πτωχούς και θα
αποκτήσης έτσι θυσαυρόν στον ουρανόν και εμπρός ακολούθησέ με ως πιστός και
υπάκουος μαθητής μου”.
Λουκ.
18,23 ὁ δὲ ἀκούσας
ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα.
Λουκ. 18,23 Εκείνος, όταν ήκουσε αυτά, ελυπήθηκε βαθύτατα· διότι
ήτο πολύ πλούσιος και είχε προσκόλλησιν εις τα πλούτη του.
Λουκ.
18,24 ἰδὼν δὲ αὐτὸν
ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς
δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς
τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!
Λουκ. 18,24 Οταν δε τον είδε ο Ιησούς καταλυπημένον να φεύγη, είπε
στους μαθητάς του· “πόσον δύσκολα αυτοί που έχουν τα χρήματα θα μπουν εις την
βασιλείαν του Θεού!
Λουκ.
18,25 εὐκοπώτερον γάρ ἐστι
κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ
πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.
Λουκ. 18,25 Διότι είναι ευκολώτερον να περάση μια γκαμήλα από την
μικρή τρύπα που ανοίγει ένα βελόνι, παρά ένας πλούσιος να εισέλθη εις την
βασιλείαν του Θεού”.
Λουκ.
18 ,26 εἶπον δὲ οἱ
ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι;
Λουκ. 18,26 Εκείνοι δε που τον ήκουσαν είπαν· “και ποιός είναι
δυνατόν να σωθή, αφού λίγο-πολύ όλοι ανακατευόμεθα με τα χρήματα και ελκυόμεθα
από τα χρήματα;
Λουκ.
18,27 ὁ δὲ εἶπε·
τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ
Θεῷ ἐστιν.
Λουκ. 18,27 Ο δε Κυριος είπεν· “τα αδύνατα δια τους ανθρώπους είναι
κατορθωτά και δυνατά στον Θεόν”.