–Απόστολε Ἰωάννη, θέλω νά μοῦ πεῖς, πῶς Τόν ἀναγνώρισες;
Μετά τήν ἀνάστασή Του ἡ
παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εἶχε καταστεῖ αἰνιγματώδης.
Ἐμφανιζόταν, καί ἄλλοι δέν Τόν καταλάβαιναν,
ἄλλοι δίσταζαν, ἄλλοι ἀπιστοῦσαν,
ἄλλοι φοβοῦνταν νά Τόν πλησιάσουν.
Οἱ δύο στους
Ἐμμαούς Τόν εἶχαν ὥρα δίπλα τους «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ»,
καί ἡ Μαγδαληνή Τόν πῆρε γιά κηπουρό.
Καί τώρα ἐκεῖ πέρα, μακριά, στήν ἀκτή, πρίν καλά ἀκόμα ξημερώσει,
μόνο ἡ σιλουέτα Του νά
φαίνεται κάπως, οἱ ἄλλοι συμμαθητές σου
νά μήν ἔχουν τίποτε ὑποψιασθεῖ,
πῶς ἐσύ Τόν ἀναγνώρισες;
Καί γιατί πρίν ἀπό τήν
Ἀνάσταση
Τόν ἀποκαλοῦσες
Ἰησοῦ, ἐνῶ τώρα Κύριο;
Κύριος
θά πεῖ Θεός.
Πῶς τώρα Τόν ἀναγνωρίζεις Θεό
καί τό λές μέ τέτοια
βεβαιότητα;
Πές
μου, Ἀπόστολε, πῶς Τόν ἀναγνώρισες
τόν Κύριο; Καί πῶς Τόν ἀποκάλεσες Κύριο;
.....................................................