Ἀπόστολος: (Ρωμ. α΄28- β΄9 )
Ρωμ. 1,28 Καὶ καθὼς οὐκ
ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει,
παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν,
ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα,
Ρωμ. 1,28 Και καθώς δεν έκριναν καλόν και δεν ηθέλησαν να
κατέχουν την αληθή και σοφήν γνώσιν περί του Θεού, παρεχώρησεν ο Θεός να
παραδοθούν και υποδουλωθούν εις νουν ανίκανον να διακρίνη το ορθόν, με
αποτέλεσμα να διαπράττουν αυτά τα απρεπή και επαίσχυντα.
Ρωμ. 1,29 πεπληρωμένους πάσῃ
ἀδικίᾳ, πορνείᾳ, πονηρίᾳ, πλεονεξία, κακίᾳ, μεστοὺς
φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου κακοηθείας,
Ρωμ. 1,29 Και έτσι εγέμισαν και διεποτίσθησαν, κατά την ψυχήν
και το σώμα, από κάθε αδικίαν, πορνείαν, πονηρίαν, πλεονεξίαν, κακίαν· εγέμισαν
από φθόνον, φόνον, φιλόνεικον διάθεσιν, δολιότητα και κάθε κακοήθειαν.
Ρωμ. 1,30 ψιθυριστάς, καταλάλους,
θεοστυγεῖς, ὑβριστάς, ὑπερηφάνους, ἀλαζόνας, ἐφευρετὰς
κακῶν, γονεῦσιν ἀπειθεῖς,
Ρωμ. 1,30 Εγιναν κρυφοί κατήγοροι σιγοψιθυρίζοντες μεταξύ των
εις βάρος των άλλων, θρασείς συκοφάνται των απόντων, γεμάτοι μίσος εναντίον του
Θεού, υβρισταί, φαντασμένοι και κομπασταί, επιδειξιομανείς, επινοηταί κακών εις
βάρος των άλλων, ασεβείς και ανυπάκοοι απέναντι των γονέων·
Ρωμ. 1,31 ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους,
ἀστόργους, ἀσπόνδους, ἀνελεήμονας·
Ρωμ. 1,31 άνθρωποι χωρίς σύνεσιν, που χωρίς εντροπήν
καταπατούν τον λόγον των και τας συμφωνίας που έχουν κάμει, άστοργοι απέναντι
των οικείων των, αδιάλλακτοι και μνησίκακοι, σκληροί και ανάλγητοι εις την
ξένην δυστυχίαν.
Ρωμ. 1,32 οἵτινες τὸ
δικαίωμα τοῦ Θεοῦ ἐπιγνόντες, ὅτι οἱ τὰ
τοιαῦτα πράσσοντες ἄξιοι θανάτου εἰσίν, οὐ μόνον αὐτὰ
ποιοῦσιν, ἀλλὰ καὶ συνευδοκοῦσι τοῖς
πράσσουσι.
Ρωμ. 1,32 Αυτοί, μολονότι εγνώρισαν καλά το θέλημα και την
δικαιοσύνην του Θεού, ότι δηλαδή όσοι διαπράττουν τέτοια πονηρά έργα είναι
άξιοι θανάτου, όχι μόνον πράττουν αυτά, αλλά από ψυχικήν πώρωσιν και κακότητα
επιδοκιμάζουν με όλην των την καρδιά και εκείνους που τα πράττουν.
Ρωμ. 2,1 Διὸ ἀναπολόγητος
εἶ, ὦ ἄνθρωπε, πᾶς ὁ κρίνων· ἐν ᾧ
γὰρ κρίνεις τὸν ἕτερον, σεαυτὸν κατακρίνεις· τὰ
γὰρ αὐτὰ πράσσεις ὁ κρίνων.
Ρωμ. 2,1 Και συ ο Ιουδαίος γνωρίζεις πόσον ο Θεός
οργίζεται εναντίον εκείνων που καταπατούν το θέλημά του). Δια τούτο είσαι
αναπολόγητος, ω άνθρωπε, οιοσδήποτε και αν είσαι συ, ο οποίος καταδικάζστους
άλλους, διότι καθ' ον χρόνον κρίνεις και καταδικάζστον άλλον, κρίνεις και
καταδικάζστον εαυτόν σου. Επειδή και συ ο Ιουδαίος, που παρουσιάζεσαι ως
αυτόκλητος δικαστής, κάμνεις τα ίδια με τον ειδωλολάτρην.
Ρωμ. 2,2 οἴδαμεν δὲ
ὅτι τὸ κρῖμα τοῦ Θεοῦ ἐστι κατὰ ἀλήθειαν
ἐπὶ τοὺς τὰ τοιαῦτα πράσσοντας.
Ρωμ. 2,2 Γνωρίζομεν δε πολύ καλά ότι η δικαία κρίσις και
καταδίκη εκ μέρους του Θεού εναντίον εκείνων, που πράττουν τέτοια αμαρτωλά
έργα, είναι βεβαία και αληθινή.
Ρωμ. 2,3 λογίζῃ δὲ
τοῦτο, ὦ ἄνθρωπε, ὁ κρίνων τοὺς τὰ τοιαῦτα
πράσσοντας καὶ ποιῶν αὐτά, ὅτι σὺ ἐκφεύξῃ
τὸ κρῖμα τοῦ Θεοῦ;
Ρωμ. 2,3 Συ, δε, ω άνθρωπε, ο οποίος καταδικάζστους
άλλους, που διαπράττουν αυτά, ενώ και συ κάμνεις τα ίδια, νομίζεις ότι θα
αποφύγης την καταδίκην σου εκ μέρους του Θεού;
Ρωμ. 2,4 ἢ τοῦ
πλούτου τῆς χρηστότητος αὐτοῦ καὶ τῆς ἀνοχῆς
καὶ τῆς μακροθυμίας καταφρονεῖς, ἀγνοῶν ὅτι
τὸ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἄγει;
Ρωμ. 2,4 Η δείχνεις περιφρόνησιν και αχαριστίαν προς τον
πλούτον της αγαθότητος του Θεού και της ανεκτικότητός του και της μακροθυμίας
του απέναντί σου, θέλων έτσι να αγνοής ότι η στοργή και η αγαθότης του Θεού σε
οδηγεί εις μετάνοιαν και διόρθωσιν;
Ρωμ. 2,5 κατὰ δὲ τὴν
σκληρότητά σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτῷ ὀργὴν
ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς καὶ ἀποκαλύψεως καὶ
δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ,
Ρωμ. 2,5 Συμφωνα δε με την σκληρότητά σου, με την
αμετανόητον και αναίσθητον καρδίαν σου, που δεν μαλάσσεται από την τόσην
στοργήν του Θεού, συσσωρεύεις εναντίον του ευατού σου θησαυρούς οργής, που θα
εκσπάσουν κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα εκδηλωθή η οργή του Θεού και θα
φανερωθή η δικαία κρίσις αυτού,
Ρωμ. 2,6 ὃς ἀποδώσει
ἑκάστῳ κατὰ ἔργα αὐτοῦ,
Ρωμ. 2,6 ο οποίος και “θα αποδώση στον καθένα κατά τα έργα
του”·
Ρωμ. 2,7 τοῖς μὲν
καθ᾿ ὑπομονὴν ἔργου ἀγαθοῦ δόξαν καὶ
τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν ζητοῦσι ζωὴν αἰώνιον,
Ρωμ. 2,7 εις εκείνους μεν, οι οποίοι με υπομονήν και
επιμονήν πράττουν τα αγαθά και ενάρετα έργα, ζητούν δε από τον Θεόν την δόξαν
του ουρανού και την αφθαρσίαν και την αθανασίαν, θα δώση ο Θεός ζωήν αιωνίαν
πλησίον του.
Ρωμ. 2,8 τοῖς δὲ ἐξ
ἐριθείας, καὶ ἀπειθοῦσι μὲν τῇ ἀληθείᾳ,
πειθομένοις δὲ τῇ ἀδικίᾳ, θυμὸς καὶ ὀργή·
Ρωμ. 2,8 Εναντίον δε εκείνων, οι οποίοι από πνεύμα
αντιλογίας και φιλονεικίας δεν πείθονται μεν και δεν υποτάσσονται εις την
αλήθειαν, πείθονται δε και υποδουλώνονται εις την αδικίαν, θα εκσπάση θυμός και
οργή.
Ρωμ. 2,9 θλῖψις καὶ
στενοχωρία ἐπὶ πᾶσαν ψυχὴν ἀνθρώπου τοῦ
κατεργαζομένου τὸ κακόν, Ἰουδαίου τε πρῶτον καὶ Ἕλληνος·
Ρωμ. 2,9 Θλίψις και στενοχωρία θα κυριεύση και θα
πλημμυρίση κάθε άνθρωπον, ο οποίος αμετανόητα επιμένει να εργάζεται το κακόν,
τον Ιουδαίον κατά πρώτον λόγον, αλλά και τον εθνικόν·
Εὐαγγέλιο: ( Ματ. ε΄27- 32 )
Ματθ. 5,27 Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη
τοῖς ἀρχαίοις, οὐ μοιχεύσεις.
Ματθ. 5,27 Ηκούσατε ότι ελέχθη στους αρχαίους· να μη μοιχεύσης.
Ματθ. 5,28 Ἐγὼ δὲ
λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς
τὸν ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν
ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ.
Ματθ. 5,28 Εγώ όμως σας λέγω ότι καθένας, ο οποίος βλέπει γυναίκα
με την πονηράν επιθυμίαν προς αμαρτίαν, ήδη με την εμπαθή αυτήν ματιάν διέπραξε
την αμαρτίαν της μοιχείας μέσα εις την ακάθαρτον καρδίαν του.
Ματθ. 5,29 εἰ δὲ ὁ
ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν
καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται
ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα
σου βληθῇ εἰς γέενναν.
Ματθ. 5,29 Εάν δε ο δεξιός σου οφθαλμός νοσή και σε ενοχλή και
υπάρχη φόβος να βλάψη όλον το σώμα, βγάλε τον και πέταξέ τον μακρυά από σε.
Διότι συμφέρει εις σε να χαθή ένα μέλος του σώματος, παρά να ριφθής μαζή με
όλον το σώμα εις την γέενναν του πυρός. (Δηλαδή εάν ένα πρόσωπον πολύτιμον και
αγαπητόν, όπως ο δεξιός οφθαλμός, σε εξερεθίζη προς αμαρτίαν, χωρίσου οριστικώς
απ' αυτό και κόψε την επικοινωνίαν μαζή του, διότι σε συμφέρει να το στερηθής
το πρόσωπον αυτό, παρά να ριφθής μαζή του στο άσβεστον πυρ της κολάσεως).
Ματθ. 5,30 καὶ εἰ ἡ
δεξιά σου χεὶρ σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον αὐτὴν καὶ
βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν
τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά σου
βληθῇ εἰς γέενναν.
Ματθ. 5,30 Και εάν πρόσωπον χρήσιμον εις σε, όπως το δέξι σου
χέρι, γίνεται πειρασμός να πέσης εις την αμαρτίαν, κόψε κάθε σχέσιν μαζή του
και χωρίσου απ' αυτό, όπως θα έκοπτες και θα επετούσες το δέξι σου χέρι, εάν
αυτό αποτελούσε κίνδυνον δι' όλον το σώμα· διότι σε συμφέρει να χαθή ένα από τα
μέλη σου (να στερηθής δηλαδή τας υπηρεσίας του φίλου σου) και να μη ριφθής μαζή
με εκείνον στο πυρ της κολάσεως.
Ματθ. 5,31 Ἐῤῥέθη
δέ· ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ,
δότω αὐτῇ ἀποστάσιον.
Ματθ. 5,31 Ακόμη ελέχθη, όποιος χωρίση την γυναίκα του, ας της
δώση γραπτόν διαζύγιον.
Ματθ. 5,32 Ἐγὼ δὲ
λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν
γυναῖκα αὐτοῦ παρεκτὸς λόγου πορνείας, ποιεῖ αὐτὴν
μοιχᾶσθαι, καὶ ὃς ἐὰν ἀπολελυμένην γαμήσει,
μοιχᾶται.
Ματθ. 5,32 Εγώ όμως σας λέγω ότι όποιος χωρίσει την γυναίκα του
χωρίς την αιτίαν της μοιχείας, την σπρώχνει εις την μοιχείαν (διότι μοιχεία
είναι πλέον, εάν αυτή έλθη εις νέον γάμον, εφ' όσον ζη ο πρώτος της ανήρ). Και
εκείνος που θα λάβη ως σύζυγον διεζευγμένην γυναίκα, διαπράττει μοιχείαν.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/