Ἀπόστολος: (Ἐφ. β΄14- 22 )
Εφ. 2,14 αὐτὸς γάρ
ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα
ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας,
Εφ. 2,14 Διότι αυτός είναι η ειρήνη όλων μας, ο οποίος τον
Ιουδαϊσμόν και τον Εθνισμόν, τα δύο αυτά τα έκαμεν ένα, εκρήμνισε και διέλυσε
το μεσότοιχον του Νομου, που σαν ανυπέρβλητος φραγμός εχώριζε τους δύο λαούς·
Εφ. 2,15 τὴν ἔχθραν,
ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν
ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ
εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην,
Εφ. 2,15 δηλαδή κατέλυσε και εξηφάνισε την έχθραν, που
εχώριζε τους δύο λαούς, αφού κατήργησε με την θυσίαν της σαρκός αυτού τον νόμον
των εντολών, ο οποίος έδιδε διαταγάς, που εδέσμευαν τον άνθρωπον. Και κατήργησε
τον παλαιόν Νομον, δια να αναδημιουργήση και ενώση τους δύο αυτούς λαούς δια
του εαυτού του εις ένα νέον άνθρωπον, χαρίζων τοιουτρόπως ειρήνην μεταξύ των·
Εφ. 2,16 καὶ ἀποκαταλλάξῃ
τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ
διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν
αὐτῷ·
Εφ. 2,16 και να συμφιλιώση προς τον Θεόν τους δύο λαούς,
ενωμένους εις ένα πνευματικόν σώμα δια της σταυρικής του θυσίας, θανατώσας εν
τω προσώπω του και εξαφανίσας την εχθράν και το μίσος.
Εφ. 2,17 καὶ ἐλθὼν
εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ
τοῖς ἐγγύς,
Εφ. 2,17 Και αφού κατέβη εις την γην, εκήρυξε το
χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης εις σας που εζούσατε μακράν από τον Θεόν, και εις
ημάς που ήμεθα κοντά του.
Εφ. 2,18 ὅτι δι᾿ αὐτοῦ
ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ
πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα.
Εφ. 2,18 Διότι δια του Χριστού οδηγούμεθα και πλησιάζομεν
προς τον Θεόν Πατέρα και οι δύο λαοί με το αυτό Αγιον Πνεύμα.
Εφ. 2,19 ἄρα οὖν οὐκέτι
ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν
ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ,
Εφ. 2,19 Αρα δεν είσθε πλέον ξένοι, όπως προηγουμένως, και
προσωρινοί πολίται της Εκκλησίας του Χριστού, αλλ' είσθε συμπολίται όλων των
αγίων, και οικιακοί του Θεού.
Εφ. 2,20 ἐποικοδομηθέντες
ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ
προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ,
Εφ. 2,20 Εχετε δε κτισθή επάνω στον πνευματικόν θεμέλιον
των Αποστόλων και των προφητών εις μίαν πνευματικήν οικοδομήν, την Εκκλησίαν,
της οποίας ακρογωνιαίος και θεμελιακός λίθος είναι αυτός ούτος ο Ιησούς
Χριστός.
Εφ. 2,21 ἐν ᾧ πᾶσα
ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον
ἐν Κυρίῳ·
Εφ. 2,21 Επάνω δε εις αυτόν και με την δύναμιν αυτού όλη η
οικοδομή συναρμολογείται και αυξάνεται κατά τρόπον αρμονικόν, ώστε να γίνη ναός
άγιος, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου.
Εφ. 2,22 ἐν ᾧ καὶ
ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ
ἐν Πνεύματι.
Εφ. 2,22 Εις αυτόν δε τον ναόν δια του Ιησού Χριστού
οικοδομείσθε και σεις μαζή με τους άλλους πιστούς, δια να γίνετε κατοικία, εις
την οποίαν θα μένη ο Θεός με το Πνεύμα του.
Εὐαγγέλιο: ( Λουκ. ιβ΄16- 21 )
Λουκ.
12,16 Εἶπε δὲ παραβολὴν
πρὸς αὐτοὺς λέγων· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν
ἡ χώρα·
Λουκ. 12,16 Είπε δε προς αυτούς και την εξής παραβολήν· “κάποιου
πλουσίου ανθρώπου εσημείωσαν εξαιρετικήν ευφορίαν τα χωράφια του.
Λουκ.
12,17 καὶ διελογίζετο ἐν
ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ
συνάξω τοὺς καρπούς μου;
Λουκ. 12,17 Και αυτός έπεσεν αμέσως εις αγωνιώδην συλλογήν και
μέριμναν, λέγων· Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συγκεντρώσω και αποθηκεύσω
τους καρπούς των χωραφιών μου;
Λουκ.
12,18 καὶ εἶπε· τοῦτο
ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω,
καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ
ἀγαθά μου,
Λουκ. 12,18 Και ύστερα από μεγάλην σκέψιν είπε· τούτο θα κάμω· Θα
κρημνίσω τας αποθήκας μου και θα οικοδομήσω άλλας μεγαλυτέρας, και θα
συγκεντρώσω εκεί όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου.
Λουκ.
12,19 καὶ ἐρῶ τῇ
ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς
ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου.
Λουκ. 12,19 Και θα πω εις την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά
αποθηκευμένα για έτη πολλά· απόλαυσε την ζωήν, αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου.
Λουκ.
12,20 εἶπε δὲ αὐτῷ
ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν
ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ
ἡτοίμασας τίνι ἔσται;
Λουκ. 12,20 Αφού δε ετοίμασε όλα και πριν προλάβη τίποτε από αυτά
να απολαύση, του είπεν ο Θεός· ανόητε από την κακίαν σου άνθρωπε και
απερίσκεπτε, αυτήν την νύκτα, που επίστευσες ότι θα αρχίση η απολαυστική ζωη
σου, απαιτούν να πάρουν από σε χωρίς αναβολήν την ψυχήν σου· αυτά δε που έχεις
ετοιμάσει, εις ποίον τώρα ανήκουν;
Λουκ.
12,21 οὕτως ὁ
θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.
Λουκ. 12,21 Ετσι παθαίνει και αυτό το τέλος έχει εκείνος, που
εγωϊστικά θησαυαρίζει δια τον ευατόν του και δεν προσπαθεί να αποκτήση τον
πλούτον των καλών έργων, εις τα οποία ευχαριστείται ο Θεός”.