Ἀπόστολος: (Κολ. β΄20- γ΄3 )
Κολ. 2,20 Εἰ οὖν ἀπεθάνετε
σὺν τῷ Χριστῷ ἀπὸ τῶν στοιχείων τοῦ
κόσμου, τί ὡς ζῶντες ἐν κόσμῳ δογματίζεσθε,
Κολ. 2,20 Εάν, λοιπόν, έχετε αποθάνει μαζή με τον Χριστόν και
έχετε απαλλαγή από τα στοιχειώδη και μάταια αυτά διδάγματα του Κοσμου, διατί,
σαν να ζήτε ακόμη κοσμικήν ζωήν, δέχεσθε τα αυθαίρετα διδάγματα των
ψευδοδιδασκάλων;
Κολ. 2,21 μὴ ἅψῃ
μηδὲ γεύσῃ μηδὲ θίγῃς -
Κολ. 2,21 Σας λέγουν δε αυτοί· “μη πιάσης αυτό ούτε να
γευθής εκείνο ούτε να εγγίσης το άλλο”.
Κολ. 2,22 ἅ ἐστι
πάντα εἰς φθορὰν τῇ ἀποχρήσει- κατὰ τὰ ἐντάλματα
καὶ διδασκαλίας τῶν ἀνθρώπων;
Κολ. 2,22 Αυτά τα υλικά στοιχεία είναι προωρισμένα όλα να
φθείρωνται, όταν χρησιμοποιηθούν και αχρηστευθούν. Πως, λοιπόν, σεις δέχεσθε
τέτοια δόγματα και τέτοιες διδασκαλίες αυτών των ανθρώπων;
Κολ. 2,23 ἅτινά ἐστι
λόγον μὲν ἔχοντα σοφίας ἐν ἐθελοθρησκείᾳ καὶ
ταπεινοφροσύνῃ καὶ ἀφειδίᾳ σώματος, οὐκ ἐν
τιμῇ τινι πρὸς πλησμονὴν τῆς σαρκός.
Κολ. 2,23 Τα αυθαίρετα αυτά δόγματα δεν περιέχουν κανένα
λόγον σοφίας, αλλά είναι θρησκεία καμωμένη κατά την αρέσκειαν των αιρετικών και
ψευδοταπεινοφροσύνη και περιφρόνησις, αλλά και ταλαιπωρία του σώματος. Αυτά
όμως δεν δίδουν καμμίαν τιμήν στον άνθρωπον, αλλ' απλώς μόνον υποβοηθούν να
γεμίζη από ψευδή ικανοποίησις το σαρκικόν και αμαρτωλόν φρόνημα του παλαιού
ανθρώπου.
Κολ. 3,1 Εἶ οὖν
συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ, τὰ ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ
Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος,
Κολ. 3,1 Εαν, λοιπόν, ανεστήθητε μαζή με τον Χριστόν, ζητείτε
και επιδιώκετε τα άνω, τα εν ουρανοίς, εκεί όπου υπάρχει ο Χριστός, καθήμενος
επί θρόνου εις τα δεξιά του Θεού.
Κολ. 3,2 τὰ ἄνω
φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς.
Κολ. 3,2 Τας σκέψεις σας, τας επιθυμίας σας, όλα τα
φρονήματά σας, ανυψώσατέ τα προς τα άνω και όχι εις τα επί της γης.
Κολ. 3,3 ἀπεθάνετε γάρ,
καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ
ἐν τῷ Θεῷ·
Κολ. 3,3 Μη σκέπτεσθε και μη ελκύεσθε από τα γήϊνα και
κοσμικά, διότι έχετε αποθάνει ως προς τον κόσμον δια του αγίου βαπτίσματος και
ελάβατε νέαν ζωήν, η οποία είναι κρυμμένη μαζή με τον Χριστόν εν τω Θεώ.
Εὐαγγέλιο: ( Λουκ. ιδ΄25- 35 )
Λουκ.
14,25 Συνεπορεύοντο δὲ αὐτῷ
ὄχλοι πολλοί. καὶ στραφεὶς εἶπε πρὸς αὐτούς·
Λουκ. 14,25 Μαζή δε με αυτόν επήγαιναν και πλήθη λαού. Εστράφη τότε
προς αυτούς και τους είπε·
Λουκ.
14,26 εἴ τις ἔρχεται
πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ
τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ
τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ
καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητὴς
εἶναι.
Λουκ. 14,26 “εάν κανείς έρχεται προς εμέ, δια να γίνη οπαδός μου,
και δεν απαρνήται τον πατέρα του και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα
και τους αδελφούς και τας αδελφάς, εφ' όσον αυτοί του είναι πρόσκομμα εις την
νέαν ζωήν του, ακόμη δε δεν απαρνήται και την ζωήν του, όταν η ανάγκη επιβάλη
να την θυσιάση, αυτός δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου.
Λουκ.
14,27 καὶ ὅστις οὐ
βαστάζει τὸν σταυρὸν ἑαυτοῦ καὶ ἔρχεται ὀπίσω
μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής.
Λουκ. 14,27 Και εκείνος που δεν βαστάζει επάνω του τον σταυρόν του
και δεν έρχεται κοντά μου, δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου.
Λουκ.
14,28 τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν,
θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας
ψηφίζει τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν;
Λουκ. 14,28 Πριν γίνετε μαθηταί μου εξετάσατε καλά αν μπορήτε να με
ακολουθήσετε όπως εγώ θέλω. Διότι ποιός από σας, όταν θέλη να κτίση ένα πύργον,
δεν θα καθίση πρώτον να προϋπολογίση την δαπάνην, εάν έχη δηλαδή τα χρήματα δια
την ολοκλήρωσιν του έργου;
Λουκ.
14,29 ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ
θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι, πάντες οἱ
θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν,
Λουκ. 14,29 Και τούτο θα το κάμη, μήπως τυχόν βάλη θεμέλια και δεν
ημπορέση ν' αποπερατώση τον πύργον, οπότε όλοι όσοι βλέπουν ατελές το έργον
του, θα αρχίσουν να τον εμπαίζουν
Λουκ.
14,30 λέγοντες ὅτι οὗτος
ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν
ἐκτελέσαι;
Λουκ. 14,30 και να λέγουν ότι αυτός ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή
και δεν ημπόρεσε να τελειώση το έργον του.
Λουκ.
14,31 ἢ τίς βασιλεύς,
πορευόμενος συμβαλεῖν ἑτέρῳ βασιλεῖ εἰς πόλεμον,
οὐχὶ πρῶτον καθίσας βουλεύεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν
δέκα χιλιάσιν ἀπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ
ἐπ᾿ αὐτόν;
Λουκ. 14,31 Η ποιός βασιλεύς, που πηγαίνει να συμπλακή και να
πολεμήση εναντίον άλλου βασιλέως, δεν θα καθίση πρώτον να σκεφθή, εάν έχη την
δύναμιν με δέκα χιλιάδες στρατιώτας να απαντήση και αποκρούση εκείνον, που
έρχεται εναντίον του με εικόσι χιλιάδας;
Λουκ.
14,32 εἰ δὲ μήγε, ἔτι
πόῤῥω αὐτοῦ ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ
τὰ πρὸς εἰρήνην.
Λουκ. 14,32 Ει δ' άλλως ενώ ακόμη είναι μακράν αυτός ο Βασιλεύς,
στέλνει πρεσβευτάς και ζητεί να διαπραγματευθούν δια την ειρήνην.
Λουκ.
14,33 οὕτως οὖν πᾶς
ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς
ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής.
Λουκ. 14,33 Ετσι λοιπόν και καθένας από σας, ο οποίος δεν
απαρνείται όλα τα υπάρχοντά του και δεν κόπτει δια το όνομά μου κάθε δεσμόν,
που υπάρχει φόβος να τον κρατήση μακρυά από εμέ, δεν ημπορεί να είναι μαθητής
μου.
Λουκ.
14,34 Καλὸν τὸ ἅλας·
ἐὰν δὲ καὶ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν
τίνι ἀρτυθήσεται;
Λουκ. 14,34 Το άλατι είναι καλόν και ωφέλιμον δια τον άνθρωπον·
κάθε μαθητής μου καλείται να γίνη πνευματικό άλατι μέσα εις την κοινωνίαν. Εάν
όμως το άλατι χάση την δύναμιν του, τότε με τι είναι δίνατόν να αρτυθή αυτό,
ώστε να γίνη πάλι καλό και ωφέλιμον;
Λουκ.
14,35 οὔτε εἰς γῆν
οὔτε εἰς κοπρίαν εὔθετόν ἐστιν· ἔξω
βάλλουσιν αὐτό. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
Λουκ. 14,35 Ούτε σαν χώμα δεν είναι κατάλληλον να ριφθή εις την γην
ούτε βέβαια σαν λίπασμα στο χωράφι. Το ρίπτουν έξω ως εντελώς άχρηστον. Εκείνος
που έχει αυτιά πνευματικά δια να ακούη, ας ακούση, ας εννοήση και ας δεχθή αυτά
που λέγω.