Ὁ Ἃγιος Πατρίκιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ἀκάκιος, Μένανδρος καὶ Πολύαινος οἱ Μάρτυρες
Εἶναι
ἂγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καὶ ὁ χρόνος τοῦ μαρτυρίου τους. Ἀπὸ αὐτούς ὁ
Ἃγιος Πατρίκιος, λόγῳ τῆς βαθιᾶς θεολογικῆς μορφώσεώς του, ἀλλὰ καὶ τοῦ
ἒνθερμου ζήλου του πρὸς τὴ Χριστιανικὴ πίστη, ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος
Προύσσης, ὃπου βοηθούμενος ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους Ἀκάκιο, Μένανδρο και
Πολύαινο, ἐκύρηττε το Εὐαγγέλιο και ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἐπιστροφή ἀπό τήν
πλάνη τῶν εἰδώλων πολλῶν ἀνθρώπων.
Αὐτό ὃμως ἐξόργισε τούς ἱερεῖς
τῶν εἰδώλων, οἱ ὁποῖοι τον κατήγγειλαν στον ἂρχοντα Ἰουλιανό τον
Ὑπατικό, και αὐτός μέ τή σειρά του διέταξε τή σύλληψή τους. Ὁ ἂρχοντας
προσπάθησε ἀνεπιτυχῶς μέ φιλοσοφικές συζητήσεις νά πείσει τον Πατρίκιο
και τούς ἂλλους Ἁγίους ὃτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός.
Ὁ Ἃγιος δεν
δείλιασε και μέ τήν ρητορική του δεινότητα, την ἂριστη θεολογική του
κατάρτιση καὶ τήν πλούσια ἁγιολογική του ἐπιχειρηματολογία ἐνέτρεψε ὃλα
τά σαθρά ἐπιχειρήματα τοῦ Ἰουλιανοῦ, ὁ ὁποῖος, βλέποντας τήν ἰδεολογική
του συντριβή, τούς καταδίκασε σε θάνατο καὶ διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό
τους. Ἒτσι οἱ Ἃγιοι ἒλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ εἰσῆλθαν στὴ
χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.