Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ..., έλαβα το γράμμα σου και είδα τον αγώνα των
λογισμών σου, τον οποίον διέρχεσαι σχετικά με τον πόλεμον, που
υφίσταται ο άνθρωπος από το πονηρό πνεύμα της αμαρτίας, της π ο ρ ν ε ί α
ς.
Άκουσον, αδελφέ μου, τον φτωχόν εις την γνώσιν αι έρημον εις την ψυχήν
παντός καλού. Όταν κανείς αγωνίζεται κατά της αμαρτίας με ταπείνωσιν και
φόβον Θεού και με εργασίαν πνευματικήν θερμήν και με την καθοδήγησιν
εμπείρου πνευματικού, αδύνατον να τον αφήσει ο Θεός να χαθή.
Μόνον
όταν αμελήση τα πνευματικά του καθήκοντα, κυρίως όταν υπερηφανευθή
λογιζόμενος ότι κάτι είναι, τότε δύναται να ολισθήση, αλλά πάλιν άν
προσπέση με ταπείνωσιν, πάλιν σηκώνεται,πάλιν ιατρεύεται, το δε Έλεος
του Κυρίου εγγύς τοις συντετριμμένοις τη καρδία.
Γίνονται
όμως και δοκιμασίαι πολλαί προς πείραν και σοφίαν πνευματικήν, διότι
άνευ πειρασμών αδύνατον να αποκτήσει κανείς πείραν. Πείρα λέγεται όχι
από μαθήσεως τέχνη, αλλά το να λάβης πείρα της ωφελείας και της ζημίας
εμπράκτως. Χωρίς να παραχωρηθή κανείς μικρόν εις τους πειρασμούς
εμπεσείν, αδύνατον ακριβής γενέσθαι.
Όταν
εξ αγαθής προαιρέσεως πράξη κανείς κάτι και μετά ταύτα αποδειχθή ότι
δεν ήτο ορθόν αυτό που έπραξεν, ο Θεός επειδή εις την καρδίαν επιβλέπει,
και τον σκοπόν κάθε πράξεως επιδοκιμάζει, θα φέρη τα πράγματα πάλιν εις
ομαλότητα και θα τον φωτίση να καταλάβη, ποίον έπρεπε να πράξη.