.. Ο Χριστοφόρος βουβός σιγόκλαιγε και πότιζε με δάκρυα τα σανίδια του κελιού και το ράσο του.
–Δεν φτάνει να πονούμε και να
κλαίμε, Χριστοφόρε, φώναξεν ο Κοσμάς. Η καινούργια επιδρομή είναι
χειρότερη από του Ιμπραήμ. Κείνος σκότωνε κορμιά κι αφάνιζε το βιος μας,
αλλά αυτοί σκοτώνουν τις ψυχές μας. Ό,τι ιερό φυλάξαμε τετρακόσια
χρόνια σκλαβιάς ποδοπατιέται, ό,τι μας κράτησε όρθιους, σαν ασάλευτο
αντιστήλι, γκρεμίζεται. Σε τέτοιο γιουρούσι του σατανά, κάθε υποταγή
είναι άρνηση του Χριστού, άρνηση της Πίστης και παράδοση στο διάβολο.
Προδίνουμε τον αγώνα του εικοσιένα, το αίμα που χύθηκε στο Μεσολόγγι,
στ΄ Αρκάδι, στην Τριπολιτσά, στα Δερβενάκια στα Ψαρά… Ιούδες γινόμαστε
Χριστοφόρε και το κακό δε σταματά ως εδώ…
–Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, έχει κι άλλο; Ψιθύρισε με πνιγμένο λυγμό ο Χριστοφόρος.