Ἅγιος
Σεραφείμ τῆς Βίριτσα
Ἡ
Μαρία πρίν γίνει πνευματικό παιδί τοῦ
πατρός Σεραφείμ ἦταν πολύ ἄρρωστη. Ὅλη
σχεδόν τήν περιουσία της τήν ξόδεψε σέ
γιατρούς πού δέν τήν βοήθησαν καθόλου
καί στό τέλος ἔφτασε στήν ἀπελπισία.
Μιά μέρα πῆγε σέ μία γέφυρα στόν ποταμό
Νέβα γιά νά αὐτοκτονήσει. Ξαφνικά τήν
πλησίασε μία κυρία καί τῆς εἶπε:
- Ἀδελφή, δέν εἶναι καλό αὐτό πού σκέφτεσαι. Ἔλα νά σέ πάω σέ ἕναν πολύ καλό γιατρό, αὐτός σίγουρα θά σέ γιατρέψει.
- Ὅλα τά χρήματά μου τά ξόδεψα σέ γιατρούς καί δέν ἔγινα καλύτερα ἀλλά μᾶλλον χειρότερα. Καί ξέρω ὅτι σέ λίγο θά πεθάνω.
- Ἄκου τί θά σοῦ πῶ. Αὐτός ὁ γιατρός δέν θέλει λεφτά. Ὁ Θεός εἶναι μαζί του, αὐτός θεραπεύει μέ τήν προσευχή.
Ἡ
Μαρία δέχθηκε τήν πρότασή της καί πῆγαν
μαζί στήν Λαύρα. Ὁ Γέροντας σάν νά τούς
περίμενε καί πρῶτος εἶπε τό ὄνομά της:
- Μήν ἀπελπίζεσαι, Μαρία. Κάνε μία μέρα νηστεία καί ὁ Κύριος θά σοῦ δείξει τό ἔλεός του.