Εβρ. 2,11 ὅ τε γὰρ ἁγιάζων
καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς πάντες· δι᾿
ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφοὺς αὐτοὺς
καλεῖν,
Εβρ. 2,11 Διότι ο Χριστός που μας αγιάζει, και ημείς που
αγιαζόμεθα, καταγόμεθα από ένα Πατέρα. Δι' αυτήν ακριβώς την αιτίαν και ο
Χριστός δεν εντρέπεται να ονομάζη αυτούς, που καλεί εις σωτηρίαν, αδελφούς του,
Εβρ. 2,12 λέγων· ἀπαγγελῶ
τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ
ἐκκλησίας ὑμνήσω σε·
Εβρ. 2,12 λέγων· “θα διαλαλήσω και θα ομολογήσω το όνομά σου,
ω Θεέ και Πατέρα, στους αδελφούς μου· εν μέσω συγκεντρώσεως των αδελφών μου θα
σε ανυμνήσω και θα σε δοξάσω”.
Εβρ. 2,13 καὶ πάλιν· ἐγὼ
ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ᾿ αὐτῷ· καὶ
πάλιν· ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία ἅ
μοι ἔδωκεν ὁ Θεός.
Εβρ. 2,13 Και πάλιν λέγει· “εγώ ο Μεσσίας ως άνθρωπος θα έχω
στηρίξει την πεποίθησίν μου στον Θεόν και Πατέρα·” Και άλλου πάλιν λέγει· “ιδού
εγώ και τα παιδιά, που μου έδωκεν ο Θεός”.
Εβρ. 2,14 ἐπεὶ οὖν
τὰ παιδία κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς
παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα διὰ τοῦ
θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ
θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον,
Εβρ. 2,14 Επειδή δε τα παιδιά του Θεού, έχουν πάρει όλα την
ασθενή και φθαρτήν ανθρωπίνην φύσιν, σάρκα και αίμα, δια τούτο και αυτός κατά
παρόμοιον τρόπον επήρε σάρκα και αίμα, την ανθρωπίνην φύσιν, χωρίς όμως καμμίαν
αμαρτίαν· έγινεν άνθρωπος, δια να εξουδετερώση με τον θάνατόν του και καταργήση
τον διάβολον, ο οποίος μέχρι προ ολίγου είχε την δύναμιν και την εξουσίαν να
ρίπτη τους ανθρώπους, εξ αιτίας των αμαρτιών των στον θάνατον,
Εβρ. 2,15 καὶ ἀπαλλάξῃ
τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν
ἔνοχοι ἦσαν δουλείας.
Εβρ. 2,15 και να απαλλάξη αυτούς, οι οποίοι ένεκα του φόβου
του θανάτου εκυριαρχούντο καθ' όλον το διάστημα της ζωής των από την
καταθλιπτικήν δουλείαν της αγωνίας και του τρόμου απέναντι του θανάτου.
Εβρ. 2,16 οὐ γὰρ
δήπου ἀγγέλων ἐπιλαμβάνεται, ἀλλὰ σπέρματος Ἀβραὰμ
ἐπιλαμβάνεται.
Εβρ. 2,16 Επρεπε δε να ενανθρωπήση ο Υιός, διότι δεν
αναλαμβάνει βέβαια να βοηθήση και στηρίξη εις την σωτηρίαν αΰλους αγγέλους (επειδή
τότε δεν θα υπήρχεν ανάγκη να γίνη άνθρωπος), αλλ' έρχεται να βοηθήση τους
απογόνους του Αβραάμ.
Εβρ. 2,17 ὅθεν ὤφειλε
κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα
ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς
τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ
λαοῦ.
Εβρ. 2,17 Επομένως έπρεπε να γίνη άνθρωπος, όμοιος καθ' όλα
με τους αδελφούς του-πλην βέβαια της αμαρτίας-δια να γίνη έτσι εύσπλαγχνος και
αξιόπιστος Αρχιερεύς, που θα προσέφερε ευπρόσδεκτον θυσίαν και μεσιτείαν στον
Θεόν, δια την εξιλέωσιν και συγχώρησιν των αμαρτιών του λαού.
Εβρ. 2,18 ἐν ᾧ γὰρ
πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι.
Εβρ. 2,18 Ακριβώς διότι ο ίδιος έχει πάθει και εδοκίμασε
πειρασμούς, ημπορεί και θέλει με απεριόριστον αγάπην και συμπάθειαν να βοηθήση
αυτούς, που πειράζονται και ταλαιπωρούνται.
Ματθ. 2,13 Ἀναχωρησάντων δὲ
αὐτῶν ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ
τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ
παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς
Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω
σοι· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ
ἀπολέσαι αὐτό.
Ματθ. 2,13 Οταν δε αυτοί ανεχώρησαν, ιδού άγγελος Κυρίου εφάνηκε
δι' ονείρου στον Ιωσήφ και του είπε· “σήκω αμέσως χωρίς αναβολήν και πάρε το
παιδίον και την μητέρα του και φύγε εις την Αίγυπτον, και μένε εκεί, μέχρις
ότου πάλιν εγώ σου είπω· διότι ο Ηρώδης θα αναζητήση το παιδίον, δια να το
θανατώση”.
Ματθ. 2,14 Ὁ δὲ ἐγερθεὶς
παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς
καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον,
Ματθ. 2,14 Και ο Ιωσήφ εσηκώθηκε αμέσως, παρέλαβε νύκτα το
παιδίον και την μητέρα αυτού και έφυγεν εις την Αίγυπτον.
Ματθ. 2,15 καὶ ἦν ἐκεῖ
ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρῴδου, ἵνα πληρωθῇ
τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ
προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν
μου.
Ματθ. 2,15 Και έμενε εκεί, έως ότου απέθανε ο Ηρώδης και έτσι
εξεπληρώθη και επραγματοποιήθη πλήρως εκείνο, που είχε λεχθή από τον Κυριον δια
του προφήτου, ο οποίος είπε· “από την Αίγυπτον εκάλεσα τον υιόν μου”.
Ματθ. 2,16 Τότε Ἡρῴδης ἰδὼν
ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν,
καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς
ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς
ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν
ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων.
Ματθ. 2,16 Τοτε ο Ηρώδης, όταν είδε ότι οι Μαγοι τον εξεγέλασαν,
ωργίσθη παρά πολύ, και επάνω εις την φονικήν οργήν του έστειλε δημίους και
έσφαξε όλα τα παιδιά, που ήσαν εις την Βηθλεέμ και εις τα περίχωρα αυτής από
ηλικίας δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνον, τον οποίον είχε εξακριβώσει από
τους μάγους.
Ματθ. 2,17 τότε ἐπληρώθη τὸ
ῥηθὲν ὑπὸ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου
λέγοντος·
Ματθ. 2,17 Τοτε εξεπληρώθη εκείνο που είχε λεχθή από τον προφήτην
Ιερεμίαν, ο οποίος είχε προφητεύσει·
Ματθ. 2,18 Φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ
ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς
πολύς· Ῥαχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ
οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν.
Ματθ. 2,18 “Κραυγή πόνου και σπαραγμού ηκούσθη εις την περιοχήν
Ραμά· θρήνος μεγάλος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς· όλαι αι μητέρες της
περιοχής, απόγονοι της συζύγου του Ιακώβ Ραχήλ (η οποία είχε ταφή εκεί) έκλαιαν
και εκόπτοντο δια τα φονευθέντα τέκνα των και δεν ήθελαν με κανένα τρόπον να
παρηγορηθούν, διότι τα αθώα αυτά πλάσματα δεν υπάρχουν πλέον”.
Ματθ. 2,19 Τελευτήσαντος δὲ τοῦ
Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ
φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ
Ματθ. 2,19 Οταν δε απέθανε ο Ηρώδης, ιδού άγγελος πάλιν Κυρίου
εφάνη δι' ονείρου στον Ιωσήφ, που έμενε εις την Αίγυπτον
Ματθ. 2,20 λέγων· ἐγερθεὶς
παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ
πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ
ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου.
Ματθ. 2,20 και του είπε· “σήκω, πάρε το παιδίον και την μητέρα
αυτού και πήγαινε, χωρίς φόβον, εις την χώραν των Ισραηλιτών. Διότι έχουν πλέον
αποθάνει εκείνοι, που εζητούσαν να αφαιρέσουν την ζωήν του παιδίου”.
Ματθ. 2,21 ὁ δὲ ἐγερθεὶς
παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ
ἦλθεν εἰς γῆν Ἰσραήλ.
Ματθ. 2,21 Αυτός δε εσηκώθη, επήρε το παιδίον και την μητέρα του
και επανήλθεν εις την Παλαιστίνην.
Ματθ. 2,22 ἀκούσας δὲ ὅτι
Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπὶ τῆς Ἰουδαίας ἀντὶ
Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ
ἀπελθεῖν· χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ ἀνεχώρησεν
εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας,
Ματθ. 2,22 Οταν όμως ήκουσε ότι εις την Ιουδαίαν βασιλεύει αντί
του Ηρώδου του πατρός του ο Αρχέλαος (μοχθηρός επίσης ηγεμών) εφοβήθη να μεταβή
εκεί. Λαβών δε οδηγίας από τον Θεόν στο όνειρόν του ανεχώρησε και επήγε εις τα
μέρη της Γαλιλαίας (όπου ηγεμόνευεν ο Ηρώδης Αντίπας, ολιγώτερον σκληρός από
τον αδελφόν του Αρχέλαον).
Ματθ. 2,23 καὶ ἐλθὼν
κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῇ τὸ
ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος
κληθήσεται.
Ματθ. 2,23 Και αφού ήλθεν εκεί, εγκατεστάθη εις την πόλιν
ονομαζομένην Ναζαρέτ· και έτσι εξεπληρώθη αυτό που είχε προαναγγελθή από τους
προφήτας, ότι δηλαδή ο Ιησούς “θα ονομασθή (περιφρονητικώς από τους εχθρούς
του) Ναζωραίος”.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/