Κολ. 3,4 ὅταν ὁ
Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ
ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ.
Κολ. 3,4 Οταν δε ο Χριστός, που είναι η ζωή και η πηγή
της ζωής μας, φανερωθή ένδοξος κατά την δευτέραν παρουσίαν, τότε και σεις μαζή
με αυτόν θα φανερωθήτε και θα λάμψετε εν δόξη.
Κολ. 3,5 Νεκρώσατε οὖν τὰ
μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν,
πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν
εἰδωλολατρία,
Κολ. 3,5 Λοιπόν, νεκρώσατε τα μέλη σας, τα μέλη του
παλαιού ανθρώπου, που ζητούν γηΐνας αμαρτωλάς απολαύσεις και ηδονάς· νεκρώσατε
και διώξτε από τον εαυτόν σας την πορνείαν, την σαρκικήν ακαθαρσίαν, κάθε
αμαρτωλόν πάθος, κάθε κακήν επιθυμίαν, που μολύνει τον άνθρωπον και τον ωθεί
προς την κακήν πράξιν, και την πλεονεξίαν, η οποία είναι ειδωλολατρία που
θεοποιεί και λατρεύει το χρήμα.
Κολ. 3,6 δι᾿ ἃ ἔρχεται
ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς
τῆς ἀπειθείας,
Κολ. 3,6 Δια τα αμαρτήματα αυτά έρχεται και ξεσπάει η
οργή του Θεού εναντίον των τέκνων της παρακοής, εναντίον αυτών που επεμένουν
αμετανόητοι εις την κακίαν των.
Κολ. 3,7 ἐν οἷς καὶ
ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς·
Κολ. 3,7 Εις τα αμαρτήματα αυτά και σεις είχατε
περιπατήσει και παρασυρθή άλλοτε, τότε που εζούσατε μεταξύ αυτών.
Κολ. 3,8 νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε
καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν,
βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν·
Κολ. 3,8 Τωρα όμως πετάξτε και σεις από πάνω σας όλα
αυτά, ακόμη δε και την οργήν, τον θυμόν, την κακότητα και πονηρίαν, την
υβρεολογίαν και την αισχρολογίαν από το στόμα σας.
Κολ. 3,9 μὴ ψεύδεσθε εἰς
ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν
ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ
Κολ. 3,9 Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού έχετε
αποβάλει πλέον τον παλαιόν άνθρωπον μαζή με τας πονηράς αυτού πράξεις
Κολ. 3,10 καὶ ἐνδυσάμενοι
τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿
εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν,
Κολ. 3,10 και έχετε ενδυθή τον νέον, ο οποίος συνεχώς
ξανακαινουργώνεται, ώστε να προχωρή εις βαθυτέραν γνώσιν του Θεού και να
γίνεται συνεχώς τελειοτέραν εικών του Χριστού, ο οποίος τον έκτισεν.
Κολ. 3,11 ὅπου οὐκ ἔνι
Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία,
βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ
πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.
Κολ. 3,11 Εις την νέαν δε αυτήν κατάστασιν των
ανακαινισμένων υπό του Χριστού ανθρώπων, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Ελληνος και
Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτου και απεριτμήτου εθνικού. Δεν υπάρχει διαφορά
μεταξύ βαρβάρου, Σκύθου, δούλου, ελευθέρου, αλλά όλα αυτά και εις όλους τους
πιστούς είναι ο Χριστός.
Λουκ.
14,16 ὁ δὲ εἶπεν
αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ
ἐκάλεσε πολλούς·
Λουκ. 14,16 Ο δε Ιησούς είπε εις αυτόν την εξής παραβολήν· “ένας
άνθρωπος παρέθεσε μέγα δείπνον και εκάλεσε πολλούς.
Λουκ.
14,17 καὶ ἀπέστειλε τὸν
δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν
τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι
πάντα.
Λουκ. 14,17 Και την ώραν, που θα παρετίθετο το δείπνον, έστειλε
τον δούλον του να πη στους προσκαλεσμένους· Ελάτε διότι τώρα είναι τα πάντα
έτοιμα.
Λουκ.
14,18 καὶ ἤρξαντο ἀπὸ
μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ·
ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν
καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε
με παρῃτημένον.
Λουκ. 14,18 Και αυτοί σαν να ήταν συνεννοημένοι ήρχισαν να
παραιτούνται όλοι από το δείπνον με διαφόρους δικαιολογίας· ο πρώτος είπε·
Αγόρασα ένα αγρόν και έχω ανάγκην να βγω έξω και να τον ίδω· σε παρακαλώ να με
θεωρήσης απηλλαγμένον από την υποχρέωσιν να παρακαθίσω στο δείπνον.
Λουκ.
14,19 καὶ ἕτερος εἶπε·
ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά·
ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
Λουκ. 14,19 Και άλλος είπε· Αγόρασα πέντε ζευγάρια βώδια και
πηγαίνω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ να θεωρήσης δικαιολογημένην την απουσίαν
μου.
Λουκ.
14,20 καὶ ἕτερος εἶπε·
γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν.
Λουκ. 14,20 Και άλλος είπε· Ενυμφεύθην και δια τούτο δεν μπορώ να
έλθω.
Λουκ.
14,21 καὶ παραγενόμενος ὁ
δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ
ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ
δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς
πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς
καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε
ὧδε.
Λουκ. 14,21 Και επέστρεψε ο δούλος εκείνος προς τον κύριον του και
του διηγήθηκε όλα αυτά. Τοτε, γεμάτος οργήν ο οικοδεσπότης εναντίον των αναξίων
προσκαλεσμένων, είπε στον δούλον του· Εβγα γρήγορα εις τας πλατείας και τους
δρόμους της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους πτωχούς και τους αναπήρους και τους
χωλούς και τους τυφλούς.
Λουκ.
14,22 καὶ εἶπεν ὁ
δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι
τόπος ἐστί.
Λουκ. 14,22 Και αφού εξετέλεσε την εντολήν του Κυρίου του ο δούλος,
είπε· Κυριε, έγινε όπως διέταξες, και είναι ακόμη τόπος αδειανός.
Λουκ.
14,23 καὶ εἶπεν ὁ
κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς
ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν,
ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου.
Λουκ. 14,23 Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· Εβγα στους δρόμους,
στους φράκτες των κτημάτων, έξω από την πόλιν και παρακίνησε με επιμονήν όλους
όσους εύρης να έλθουν εδώ, δια να γεμίση οίκος μου.
Λουκ.
14,24 λέγω γὰρ ὑμῖν
ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν
κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
Λουκ. 14,24 Διότι σας διαβεβαιώνω, ότι κανείς από τους
προσκαλεσμένους εκείνους άνδρες δεν θα γευθή τίποτε από το δείπνον μου”. (Οι
κυρίως προσκεκλημένοι, οι πνευματικοί άρχοντες του Ισραήλ και οι άλλοι Εβραίοι,
αποροφημένοι από τα υλικά των συμφέροντα και την ματαιοδοξίαν των, ηρνήθησαν
την πρόσκλησιν του Χριστού και απέκλεισαν τον ευατόν των από την βασιλείαν των
ουρανών. Οι τελώναι και οι αμαρτωλοί και οι ειδωλολάτραι, οι περιφρονημένοι από
τους γραμματείς και τους Φαρισαίους εδέχθησαν με ευγνωμοσύνην και ταπείνωσιν
την τιμητικήν πρόσκλησιν και έγιναν έτσι ένδοξα μέλη της βασιλείας των
ουρανών).
Ματθ. 22,14 πολλοὶ γάρ εἰσι
κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
Ματθ. 22,14 Διότι πολλοί είναι οι προσκεκλημένοι εις την βασιλείαν
του Θεού, αλλά ολίγοι είναι οι εκλεκτοί, που δέχονται με ευγνωμοσύνην την
πρόσκλησιν και ετοιμάζονται όπως πρέπει”.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/