Η αιώνια ζωή δεν είναι στάση, αλλά μια διαρκής κίνηση, γι' αυτό οι άγιοι
συνεχώς θα γίνονται χωρητικότεροι στην μέθεξη της ακτίστου δόξης του
Θεού. Αυτή είναι μια αλήθεια πού τονίζεται στην βιβλικοπατερική
Παράδοση.
Η θεολογική υποδομή της αλήθειας αυτής φαίνεται σε δύο σημεία. Το
πρώτον, ότι ο άνθρωπος πλάστηκε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν Θεού.
Η φράση «καθ' ομοίωσιν» δείχνει την κίνηση, την φορά προς τον Θεό. Και,
φυσικά, αυτό υπονοεί ότι δεν θα υπάρχει τέλος της τελειώσεως, γιατί αυτό
θα σήμαινε τελεία και πλήρη ομοίωση με τον Χριστό. Το δεύτερον, πού
συνδέεται με το προηγούμενο, έχει σχέση με την διαφορά μεταξύ ακτίστου
και κτιστού. Το κτιστό ποτέ δεν μπορεί να γίνει άκτιστο. Κινείται μεν το
κτιστό προς το άκτιστο, αλλά δεν είναι δυνατόν να γίνει κατά φύσιν
άκτιστο. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πάντοτε θα κινήται και δεν θα υπάρχει τέλος και πέρας αυτής της κινήσεως.
Οι άγιοι κατά την θεωρία του Θεού, καταλαβαίνουν πολύ καλά την
κτιστότητα και την τρεπτότητα της φύσεώς τους. Και αυτό το αισθάνονται
ως πτώση. Βέβαια, αυτό λέγεται από την άποψη ότι συγκρινόμενο το κτιστό
προς το άκτιστο βλέπει την μηδαμινότητά του. Γι' αυτό όσοι είδαν τον Θεό
κατάλαβαν την φθαρτότητα, την θνητότητα και, όπως ο Αβραάμ, είπαν «εγώ
ειμί γη και σποδός». Αυτή η διαρκής κίνηση και εξέλιξη φαίνεται σε πολλά
αγιογραφικά χωρία. Ο ρηματικός τύπος του διαρκούς ενεστώτος πού
χρησιμοποιείται σε πολλές φράσεις, όπως «μετανοείτε», «γρηγορείτε»
κ.λ.π. δείχνει ότι δεν πρόκειται για μια στάσιμη κατάσταση, αλλά για μια διαρκή εξέλιξη και από αυτήν ακόμη την ζωή.