Ὁ
χριστιανός ὀφείλει νά δοξάζει τό Θεό καί μέ τό σῶμα του καί μέ τό
πνεῦμα του. Ἄλλωστε, καί τά δύο ἀνήκουν στό Θεό καί, ἑπομένως, δέν ἔχει
ἐξουσία νά τά ἀτιμάζει ἤ νά τά διαφθείρει, ἀλλά ὡς ἅγια καί ἱερά πρέπει
νά τά χρησιμοποιεῖ μέ πολλή εὐχαριστία.
Ὅποιος
θυμᾶται ὅτι τό σῶμα του καί τό πνεῦμα του ἀνήκουν στό Θεό, ἔχει μιά
εὐλάβεια κι ἕνα μυστικό φόβο γι᾿ αὐτά, καί τοῦτο συντελεῖ στό νά τά
διατηρεῖ ἁγνά καί καθαρά ἀπό κάθε ρύπο, σέ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μ᾿
Ἐκεῖνον, ἀπό τόν ὁποῖο ἁγιάζονται καί ἐνισχύονται.
Ὁ
ἄνθρωπος δοξάζει τό Θεό μέ τό σῶμα του καί μέ τό πνεῦμα του, πρῶτα,
ὅταν θυμᾶται ὅτι ἁγιάστηκε ἀπό τό Θεό καί ἑνώθηκε μαζί του, καί ὕστερα,
ὅταν ἑνώνει τή θέλησή του μέ τή θέληση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἐκτελεῖ πάντοτε
τό ἀγαθό καί εὐάρεστο καί τέλειο θέλημά Του.