Βρισκόμαστε στο 1904 -λίγο μετά το Πάσχα- και ο Άγιος Νεκτάριος ταξιδεύει για πρώτη φορά στην Αίγινα, με σκοπό να δει την περιοχή όπου υπάρχει μια εγκαταλελειμμένη μονή, την οποία σκοπεύει να επαναλειτουργήσει. Πρόκειται για την μετέπειτα μονή της Αγίας Τριάδας στην οποία πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Πριν ακόμα φτάσει στο λιμάνι το πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο Άγιος, ένα δαιμονισμένο παιδί -ο Σπύρος Αλυφαντής- δεκαπέντε ετών κυλιόταν στο έδαφος και φώναζε:
Όταν αποβιβάστηκε ο Άγιος Νεκτάριος στην Αίγινα, του είπαν τα περί του
δαιμονισμένου νέου και εκείνος ζήτησε να τον πάνε κοντά του. Ο
δαιμονισμένος εξακολουθούσε να φωνάζει: «Έρχεται ο δεσπότης. Έρχεται να
σώσει τον τόπο. Θα φτιάξει εκκλησία, θα φτιάξει το πιο μεγάλο
μοναστήρι».
Ο Άγιος βλέποντας τον άρχισε να προσεύχεται και άγγιξε με την άκρη της
αρχιερατικής του ράβδου, το στόμα του παιδιού λέγοντας: «Το πνεύμα του
Πύθωνος, το πονηρόν και ακάθαρτον, σε επιτάσσω εν ονόματι του Χριστού
του Εσταυρωμένου, να εξέλθεις από τον νέον τούτον».