Από το Γεροντικό
Στο εξομολογητήριο κάποιου πνευματικού ήρθε ένας πολύ βαριά
αμαρτωλός.Άλλος με τόσα μεγάλα κρίματα δεν του είχε ξανατύχει. Καθώς
λοιπόν τον άκουγε, κυριεύθηκε από φρίκη.
Αναταράχθηκαν τα σωθικά του. «Θεέ μου! Πω πω φρικαλεότητες! Τι ακούω! Τι
σατανάς είναι τούτος»! Δεν πρόλαβε ο δυστυχής ν’ αποτελειώσει και ο
πνευματικός γεμάτος ταραχή του είπε:
– Σταμάτησε! Έχω φρίξει. Θα χάσω το μυαλό μου. Δεν είναι ανθρώπινες
αμαρτίες αυτές. Σατανικές είναι. Φύγε! Η συγχώρησης σου έλειψε. Φύγε!
Δεν μπορώ άλλο να σε ακούω. Φύγε!
Βγήκε από το εξομολογητήριο απεγνωσμένος. Τι να κάνει τώρα; Το μόνο που
του είχε απομείνει στον κόσμο ήταν το έλεος του Θεού. Αφού όμως και η
πόρτα αυτή έκλεισε, δεν του απέμεινε τίποτε. Αντικρίζοντας κάτω την
θάλασσα σκεπτόταν την μόνη λύση: Να ορμήσει να πνιγεί! Να θέσει τέρμα
στις τραγωδίες του!