Πραξ. 9,19 Ἐγένετο δὲ ὁ
Σαῦλος μετὰ τῶν ὄντων ἐν Δαμασκῷ μαθητῶν
ἡμέρας τινάς,
Πραξ. 9,19 Εμεινε δε ο Σαύλος ολίγας ημέρας μαζή με τους μαθητάς,
που ήσαν εις την Δαμασκόν.
Πραξ. 9,20 καὶ εὐθέως ἐν
ταῖς συναγωγαῖς ἐκήρυσσε τὸν Ἰησοῦν ὅτι
οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Πραξ. 9,20 Και αμέσως εκήρυττε εις τας συναγωγάς τον Ιησούν,
λέγων ότι αυτός είναι πράγματι ο μονογενής Υιός του Θεού.
Πραξ. 9,21 ἐξίσταντο δὲ
πάντες οἱ ἀκούοντες καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός
ἐστιν ὁ πορθήσας ἐν Ἱερουσαλὴμ τοὺς ἐπικαλουμένους
τὸ ὄνομα τοῦτο, καὶ ᾧδε εἰς τοῦτο ἐλήλυθεν,
ἵνα δεδεμένους αὐτοὺς ἀγάγῃ ἐπὶ τοὺς
ἀρχιερεῖς;
Πραξ. 9,21 Ολοι δε όσοι τον ήκουσαν εκυριεύθησαν από έκπληξιν και
απορίαν και έλεγαν· “δεν είναι αυτός, που κατεδίωξε με μίσος μέχρις αφανισμού
εις την Ιερουσαλήμ εκείνους, που επεκαλούντο με πίστιν το όνομα τούτο και ο
οποίος έχει έλθει εδώ, με αυτός ακριβώς τον σκοπόν, να συλλάβη αυτούς και
δεμένους να τους οδηγήση στους αρχιερείς;”
Πραξ. 9,22 Σαῦλος δὲ μᾶλλον
ἐνεδυναμοῦτο καὶ συνέχυνε τοὺς Ἰουδαίους τοὺς
κατοικοῦντας ἐν Δαμασκῷ, συμβιβάζων ὅτι οὗτός ἐστιν
ὁ Χριστός.
Πραξ. 9,22 Ο Παύλος όμως ενισχύετο ακόμη περισσότερον με την
χάριν του Θεού και με το φωτισμένον κήρυγμά του έφερε σύγχυσιν στους Ιουδαίους,
που κατοικούσαν εις την Δαμασκόν, αποδεικνύων, με την πραγματοποίησιν των
προφητειών, ότι αυτός είναι ο Χριστός.
Πραξ. 9,23 ὡς δὲ ἐπληροῦντο
ἡμέραι ἱκαναί, συνεβουλεύσαντο οἱ Ἰουδαῖοι ἀνελεῖν
αὐτόν·
Πραξ. 9,23 Οταν δε επέρασαν αρκετές ημέρες, συνεσκέφθησαν και
απεφάσισαν οι Ιουδαίοι να τον φονεύσουν.
Πραξ. 9,24 ἐγνώσθη δὲ τῷ
Σαύλῳ ἡ ἐπιβουλὴ αὐτῶν, παρετήρουν τε τὰς
πύλας ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ὅπως αὐτὸν ἀνέλωσι·
Πραξ. 9,24 Εγινε όμως γνωστή στον Σαύλον η επιβουλή των. Και οι
Ιουδαίοι παρατηρούσαν ημέραν και νύκτα τας πύλας της πόλεως, δια να τον
φονεύσουν.
Πραξ. 9,25 λαβόντες δὲ αὐτὸν
οἱ μαθηταὶ νυκτὸς καθῆκαν διὰ τοῦ τείχους
χαλάσαντες ἐν σπυρίδι.
Πραξ. 9,25 Οι μαθηταί όμως επήραν τον Σαύλον και εις καιρόν
νυκτός τον κατέβασαν μέσα εις ένα κοφίνι από κάποιο παράθυρο του τείχους.
Πραξ. 9,26 Παραγενόμενος δὲ ὁ
Σαῦλος εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐπειρᾶτο κολλᾶσθαι
τοῖς μαθηταῖς· καὶ πάντες ἐφοβοῦντο αὐτόν,
μὴ πιστεύοντες ὅτι ἐστὶ μαθητής.
Πραξ. 9,26 Οταν δε ο Σαύλος έφθασε εις την Ιερουσαλήμ,
προσπαθούσε να επικοινωνήση και να προσκολληθή στους μαθητάς. Ολοι όμως τον
εφοβούντο, διότι δεν επίστευαν ότι είναι πράγματι μαθητής του Χριστού.
Πραξ. 9,27 Βαρνάβας δὲ ἐπιλαβόμενος
αὐτὸν ἤγαγε πρὸς τοὺς ἀποστόλους, καὶ
διηγήσατο αὐτοῖς πῶς ἐν τῇ ὁδῷ εἶδε
τὸν Κύριον καὶ ὅτι ἐλάλησεν αὐτῷ, καὶ
πῶς ἐν Δαμασκῷ ἐπαῤῥησιάσατο ἐν τῷ
ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ.
Πραξ. 9,27 Αλλά ο Βαρνάβας τον επήρε με εμπιστοσύνην και τον
ωδήγησε στους Αποστόλους. Και διηγήθηκε τότε εις αυτούς ο Σαύλος, πως στον
δρόμον είδε τον Κυριον και ότι του ωμίλησε ο Κυριος και πως εις την Δαμασκόν
εκήρυξε με θάρρος πίστιν στον Ιησούν Χριστόν.
Πραξ. 9,28 καὶ ἦν μετ᾿
αὐτῶν εἰσπορευόμενος καὶ ἐκπορευόμενος ἐν Ἱερουσαλὴμ
καὶ παῤῥησιαζόμενος ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ
Κυρίου Ἰησοῦ,
Πραξ. 9,28 Και συνεδέθη πλέον με αυτούς στενότατα, επήγαινε και
ήρχετο μαζή των συνεχώς εις Ιερουσαλήμ και με παρρησίαν ωμιλούσε δια τον Κυριον
Ιησούν.
Πραξ. 9,29 ἐλάλει τε καὶ
συνεζήτει πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς· οἱ δὲ ἐπεχείρουν
αὐτὸν ἀνελεῖν.
Πραξ. 9,29 Ακόμη δε ωμιλούσε και εσυζητούσε με τους Ελληνιστάς
Ιουδαίους. Εκείνοι όμως εζητούσαν ευκαιρίαν, να τον φονεύσουν.
Πραξ. 9,30 ἐπιγνόντες δὲ
οἱ ἀδελφοὶ κατήγαγον αὐτὸν εἰς Καισάρειαν
καὶ ἐξαπέστειλαν αὐτὸν εἰς Ταρσόν.
Πραξ. 9,30 Οταν δε οι αδελφοί έμαθαν τους σκοπούς των, συνώδευσαν
και ωδήγησαν τον Παύλον εις την Καισάρειαν και τον έστειλαν εις την Ταρσόν, την
πατρίδα του, όπου και θα ήτο ασφαλής από τας επιβουλάς των Εβραίων, που έμειναν
άπιστοι και αμετανόητοι.
Πραξ. 9,31 Αἱ μὲν οὖν
ἐκκλησίαι καθ᾿ ὅλης τῆς Ἰουδαίας καὶ
Γαλιλαίας καὶ Σαμαρείας εἶχον εἰρήνην οἰκοδομούμεναι καὶ
πορευόμεναι τῷ φόβῳ τοῦ Κυρίου, καὶ τῇ παρακλήσει
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπληθύνοντο.
Πραξ. 9,31 Αι Εκκλησίαι, λοιπόν, που ήσαν εις όλην την Ιουδαίαν
και την Γαλιλαίαν και την Σαμάρειαν, είχαν ειρήνην και οικοδομούντο εις την
χριστιανικήν ζωήν και εζούσαν με τον φόβον του Κυρίου και με την δύναμιν και
παρηγορίαν, που τους έδιδε το Πνεύμα το Αγιον, επληθύνοντο.
Ιω. 15,17 ταῦτα ἐντέλλομαι
ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.
Ιω. 15,17 Αυτάς τας εντολάς σας δίδω, να αγαπάτε ο ένας τον
άλλον και να μένετε ενωμένοι και ισχυροί με την αγάπην αυτήν.
Ιω. 15,18 Εἰ ὁ
κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον
ὑμῶν μεμίσηκεν.
Ιω. 15,18 Εάν ο πονηρός και κακός κόσμος σας μισή, μάθετε
ότι εμέ πρώτα από σας έχει μισήσει.
Ιω. 15,19 εἰ ἐκ τοῦ
κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει·
ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ᾿
ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ
τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος.
Ιω. 15,19 Εάν σεις ήσαστε από τον αμαρτωλόν κόσμον και
είχατε την αμαρτωλήν ζωήν του κόσμου, τότε ο κόσμος θα σας αγαπούσε, διότι θα
σας εθεωρούσε ως ιδικούς του. Επειδή όμως δεν είσθε από τον κόσμον, αλλ' εγώ
σας εδιάλεξα από τον κόσμον, δια τούτο ο πονηρός και αμετανόητος κόσμος σας
μισεί.
Ιω. 15,20 μνημονεύετε τοῦ
λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι
δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ
ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν
λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν.
Ιω. 15,20 Να ενθυμήσθε δε τον λόγον, τον οποίον εγώ σας
είπα· δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριόν του. Εάν εμέ κατεδίωξαν οι
άνθρωποι του κόσμου, θα καταδιώξουν και σας· εάν εφύλαξαν τον λόγον μου, θα
φυλάξουν και τον ιδικόν σας.
Ιω. 15,21 ἀλλὰ ταῦτα
πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι
οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με.
Ιω. 15,21 Αλλά όλα αυτά θα κάμουν εις σας οι άνθρωποι δια
την πίστιν, που έχετε εις εμέ να ομολογήτε και να κηρύσσετε το όνομά μου, διότι
αυτοί δεν γνωρίζουν-διότι δεν θέλουν να γνωρίσουν-εκείνον που με έστειλε.
Ιω. 15,22 εἰ μὴ ἦλθον
καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον·
νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας
αὐτῶν.
Ιω. 15,22 Εάν δεν είχα έλθει εις την γην και δεν τους είχα
διδάξει την αλήθειαν, δεν θα είχαν αμαρτίαν δια την άγνοιαν και απιστίαν των
αυτήν. Τωρα όμως δεν έχουν καμμίαν πρόφασιν, που να δικαιολογή την αμαρτίαν
των. Δια τούτο και είναι υπεύθυνοι τιμωρίας εκ μέρους του Θεού.
Ιω. 15,23 ὁ ἐμὲ
μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ.
Ιω. 15,23 Διότι εκείνος που μισεί έμενα, μισεί και τον
Πατέρα μου.
Ιω. 15,24 εἰ τὰ ἔργα
μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος
πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ καὶ
ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν
πατέρα μου.
Ιω. 15,24 Εάν δεν είχα κάμει εμπρός εις τα μάτια των τόσα
και τέτοια υπερφυσικά έργα, τα οποία κανείς άλλος ποτέ δεν έκαμε, τότε δεν θα
είχαν αμαρτίαν και ενοχήν. Τωρα όμως έχουν αμαρτίαν, διότι και είδαν τα έργα
μου και εμίσησαν εμέ και τον Πατέρα μου, που με έστειλε εις την γην.
Ιω. 15,25 ἀλλ᾿ ἵνα
πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν,
ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν.
Ιω. 15,25 Αυτό όμως συνέβη, δια να πραγματοποιηθή και ο
προφητικός λόγος, που είναι γραμμένος στον νόμον των, ότι με εμίσησαν δωρεάν.
Ιω. 15,26 ὅταν δὲ ἔλθῃ
ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ
τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὃ παρὰ
τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ
ἐμοῦ·
Ιω. 15,26 Οταν δε έλθη ο Παράκλητος, τον οποίον εγώ θα
στείλω εις σας εκ μέρους του Πατρός, το Αγιον Πνεύμα, που είναι η αλήθεια και η
πηγή της αληθείας και το οποίον εκπορεύεται από τον Πατέρα, εκείνος θα
μαρτυρήση δι' εμέ.
Ιω. 15,27 καὶ ὑμεῖς
δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ᾿ ἀρχῆς μετ᾿
ἐμοῦ ἐστε.
Ιω. 15,27 Και σεις επίσης θα δώσετε την καλήν μαρτυρίαν,
διότι είσθε από την αρχήν μαζή μου και είδατε και ακούσατε όσα εγώ έπραξα και
είπα και τα οποία με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος θα εννοήσετε βαθύτερα και
θα τα κηρύσσεται με παρρησίαν.
Ιω. 16,1 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν
ἵνα μὴ σκανδαλισθῆτε.
Ιω. 16,1 Αυτά σας τα είπα, δια να μην κλονισθήτε εις την
πίστιν σας, όταν θα αντικρύσετε το μίσος, που ο κόσμος αισθάνεται και εκδηλώνει
εναντίον μου.
Ιω. 16,2 ἀποσυναγώγους
ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ᾿ ἔρχεται ὥρα ἵνα
πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν
προσφέρειν τῷ Θεῷ.
Ιω. 16,2 Θα σας αποκόψουν και θα σας αποκλείσουν από τας
συναγωγάς των οι Εβραίοι. Και ακόμη περισσότερον, έρχεται ώρα, κατά την οποίαν
καθένας που θα σας φονεύση θα νομίση ότι προσφέρει λατρείαν στον Θεόν.
(Τυφλωμένοι οι άνθρωποι από την κακότητά των θα θεωρούν ευάρεστον στον Θεόν και
αξιέπαινον έργον τον φόνον σας).