Α’. Ἐξέτασε, ἀδελφέ, τὶς κακὲς ἕξεις καὶ συνήθειες, ποὺ ἀπόκτησες μὲ τὴ
ζωὴ ποὺ ἔκανες ἂν εἶναι παλιές, χρειάζεται περισσότερος κόπος, γιὰ νὰ
καταστραφοῦν, ἂν εἶναι καινούργιες λιγότερος· ὅπως ἕνα παλιὸ καὶ ἕνα
μεγάλο δένδρο, περισσότερο κόπο χρειάζεται, γιὰ νὰ κοπεῖ καὶ νὰ
ξεριζωθεῖ ἀπὸ ἕνα νέο καὶ μικρό.
Β’. Ἐξέτασε τὶς θεραπεῖες ποὺ πρέπει νὰ χρησιμοποιήσεις γι’ αὐτὲς τὶς
κακές σου ἕξεις καὶ συνήθειες ἀπὸ τὶς θεραπεῖες αὐτὲς ἡ πρώτη εἶναι τὸ
νὰ θέλεις νὰ διορθωθεῖς ὄχι ἀμφιβάλλοντας, ἀλλὰ ἀποφασιστικά. Διότι οἱ
σωματικὲς ἀσθένειες μποροῦν νὰ θεραπευθοῦν καὶ χωρὶς τὴν θέλησή μας οἱ ἀσθένειες ὅμως τῆς ψυχῆς χωρὶς νὰ τὸ
θέλουμε, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ θεραπευθοῦν. Διότι καὶ γι’ αὐτὲς χρειάζεται
μία ἀποφασιστικὴ θέληση τοῦ ἀσθενῆ, γιὰ νὰ ἰατρευθεῖ καὶ νὰ
χρησιμοποιήσει τὰ μέσα καὶ τὰ ὄργανα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα εἶναι κατάλληλα
γιὰ τὴ θεραπεία. Τὰ μέσα, λοιπόν, καὶ τὰ ὄργανα τὰ ὁποῖα μπορεῖς νὰ
χρησιμοποιήσεις γιὰ νὰ θεραπεύσεις τὶς κακές σου συνήθειες καὶ ἕξεις
εἶναι ἐκεῖνα τὰ δύο τὰ ὁποῖα μᾶς φανέρωσε ὁ Κύριος ὅταν ἐλευθέρωσε
ἐκεῖνον ποὺ ἦταν δαιμονισμένος ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία λέγοντας «Τὸ
γένος αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βγεῖ μὲ κανένα ἄλλο μέσο παρὰ μὲ προσευχὴ
καὶ νηστεία» (Μάρκ. 9,29).