Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ζήνων:
«Ἐκεῖνος ποὺ θέλει ν᾿ ἀκούσει γρήγορα ὁ Θεὸς τὴν προσευχή του, μόλις
σταθεῖ ὄρθιος καὶ ὑψώσει τὰ χέρια του γιὰ νὰ προσευχηθεῖ πρὸς τὸ Θεό,
πρὶν ἀπ᾿ ὅλα καὶ προτοῦ ἀκόμα εὐχηθεῖ γιὰ τὴ δική του ψυχή, ἂς
προσευχηθεῖ ἀπὸ τὰ κατάβαθα τῆς ψυχῆς του γιὰ τοὺς ἐχθρούς του. Καὶ μ᾿
αὐτή του τὴν πράξη, γιὰ ὅτι κι ἂν παρακαλέσει τὸ Θεό, θὰ εἰσακουστεῖ».
Ἐνῷ καθόταν κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβὸς μπροστὰ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία,
τὸν περιτριγύρισαν οἱ ἀδελφοὶ καὶ τοῦ ἐμπιστεύονταν τοὺς λογισμούς τους.
Τὸν εἶδε κάποιος ἀπ᾿ τοὺς Γέροντες καὶ ἐπειδὴ πολεμήθηκε ἀπὸ φθόνο, τοῦ
εἶπε: