Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ὁ Μέγας
Ὁ Ὅσιος Παχώμιος γεννήθηκε τὸ 292 μ.Χ. στὴν
Κάτω Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς
χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306-337 μ.Χ.). Στὸ
στρατό, στὸν ὁποῖο κατετάγη, γνωρίσθηκε μὲ Χριστιανοὺς στρατιῶτες καὶ
διδάχθηκε ἀπὸ αὐτοὺς τὰ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Ὅταν δὲ ἀπολύθηκε ἀπὸ
τὶς τάξεις τοῦ στρατοῦ, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἀφοῦ μετέβη στὴν Ἄνω
Θηβαΐδα, βαπτίσθηκε καὶ ἐκάρη μοναχός.
Ἐπιθυμώντας μεγαλύτερη ἡσυχία, γιὰ νὰ
ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄσκηση, κατέφυγε στὴν ἔρημο καὶ ἐτέθη
ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ περίφημου ἠσυχαστοῦ Παλάμονος
(τιμᾶται 12 Αὐγούστου), τοῦ ὁποίου ἔγινε τέλειος μιμητής.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα,
περὶ τὸ 320 μ.Χ., κατέφυγε σὲ ἔρημο νησῖδα τοῦ Νείλου, στὴ νῆσο Ταβέννη
τῆς Ἄνω Θηβαΐδας, ὅπου βοηθούμενος καὶ ἀπὸ τὸν ἀσπασθέντα τὸ μοναχικὸ
σχῆμα ἀδελφό του Ἰωάννη, ἵδρυσε μικρὴ μονή.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς συνέσεώς του,
εἵλκυσε πολλοὺς μοναχούς, ἐξαιτίας δὲ τούτου ὁλοένα καὶ μεγάλωνε τὴ μονή
του, ὥστε σὲ διάστημα ὀλίγων ἐτῶν αὐτὴ νὰ ἀριθμεῖ περισσότερους ἀπὸ
14.000 μοναχούς.