Κολ. 3,12 Ἐνδύσασθε οὖν,
ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι,
σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα,
μακροθυμίαν,
Κολ. 3,12 Ενδυθήτε, λοιπόν, σαν εκλεκτοί του Θεού,
αγιασμένοι και αγαπημένοι από τον Θεόν, καρδίαν ευσπλαγχνικήν και πονετικήν, αγαθότητα
και καλωσύνην, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μεγαλοκαρδίαν.
Κολ. 3,13 ἀνεχόμενοι ἀλλήλων
καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ
μομφήν· καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐχαρίσατο ὑμῖν,
οὕτω καὶ ὑμεῖς·
Κολ. 3,13 Να ανέχεσθε με αγάπην ο ένας του άλλου τας αδυναμίας,
να χαρίσεσθε μεταξύ σας και να αλληλοσυγχωρήσθε, εάν τυχόν κανένας έχη εναντίον
άλλου κάποιον δικαιολογημένην δυσαρέσκειαν και αφορμήν κατηγορίας. Οπως ο
Χριστός εχαρίσθη εις σας και σας συνεχώρησε, έτσι και σεις να συγχωρήτε ο ένας
τον άλλον.
Κολ. 3,14 ἐπὶ πᾶσι
δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος
τῆς τελειότητος.
Κολ. 3,14 Παρά πάνω δε από όλα αυτά να ενδυθήτε και να
κάμετε κτήμα της ψυχής σας την αγάπην, η οποία συνδέει εις ένα τέλειον σύνολον
όλας τας αρετάς.
Κολ. 3,15 καὶ ἡ εἰρήνη
τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, εἰς
ἣν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ
εὐχάριστοι γίνεσθε·
Κολ. 3,15 Και η ειρήνη του Θεού ας βασιλεύη μέσα σας και ας
αποτελή το συνεχές βραβείον των καρδιών σας. Εις αυτήν άλλωστε την ειρήνην
έχετε κληθή από τον Θεόν, ώστε να γίνετε ένα πνευματικόν σώμα. Προσπαθείτε δε
ακόμα να γίνεσθε ευχάριστοι μεταξύ σας και προς τους άλλους, σύμφωνα πάντοτε με
το θέλημα του Θεού.
Κολ. 3,16 ὁ λόγος τοῦ
Χριστοῦ ἐνοικείτω ἐν ὑμῖν πλουσίως, ἐν πάσῃ
σοφίᾳ διδάσκοντες καὶ νουθετοῦντες ἑαυτοὺς ψαλμοῖς
καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ἐν
χάριτι ᾄδοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ
Κυρίῳ.
Κολ. 3,16 Η διδασκαλία του Χριστού ας κατοική μέσα σας
πλουσία, με κάθε σύνεσιν και σοφίαν. Να διδάσκετε δε και να συμβουλεύετε ο ένας
τον άλλον με ψαλμούς και με ύμνους και με πνευματικάς ωδάς, υμνολογούντες και
ευχαριστούντες τον Κυριον με όλην σας την καρδίαν.
Μαρκ. 12,28 Καὶ προσελθὼν
εἷς τῶν γραμματέων ἀκούσας αὐτῶν συζητούντων, ἰδὼν
ὅτι καλῶς αὐτοῖς ἀπεκρίθη, ἐπηρώτησεν αὐτόν·
ποία ἐστὶ πρώτη πάντων ἐντολή;
Μαρκ. 12,28 Επλησίασε τότε ένας από τους γραμματείς, ο οποίος όταν
τους ήκουσε να συζητούν και είδεν ότι ορθώς απήντησεν εις αυτούς ο Χριστός, τον
ερώτησε με ειλικρινές ενδιαφέρον· “ποία είναι η μεγαλυτέρα από όλας τας
εντολάς;”
Μαρκ. 12,29 ὁ δὲ Ἰησοῦς
ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε,
Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι·
Μαρκ. 12,29 Ο δε Ιησούς του απήντησεν, ότι η πρώτη από όλας τας
εντολάς είναι αυτή·” άκουε λαέ Ισραήλ, ο Κυριος ο Θεός ημών ένας και μόνος
Κυριος είναι.
Μαρκ. 12,30 καὶ ἀγαπήσεις
Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ
ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς
διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. αὕτη
πρώτη ἐντολή.
Μαρκ. 12,30 Και οφείλεις να αγαπάς Κυριον τον Θεόν σου με όλην σου
την καρδίαν και με όλην σου την ψυχήν και με όλην την διάνοιάν σου και με όλην
σου την δύναμιν, με ολόκληρον δηλαδή την ύπαρξίν σου. Αυτή είναι η πρώτη
εντολή.
Μαρκ. 12,31 καὶ δευτέρα ὁμοία,
αὕτη· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. μείζων
τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὐκ ἔστι.
Μαρκ. 12,31 Και δευτέρα εντολή ομοία προς την πρώτην είναι αυτή·
Οφείλεις να αγαπάς τον πλησίον σου, όπως τον ευατόν σου. Αλλη μεγαλυτέρα εντολή
από τας δύο αυτάς δεν υπάρχει”.
Μαρκ. 12,32 καὶ εἶπεν αὐτῷ
ὁ γραμματεύς· καλῶς, διδάσκαλε, ἐπ᾿ ἀληθείας
εἶπας ὅτι εἷς ἐστι καὶ οὐκ ἔστιν ἄλλος
πλὴν αὐτοῦ·
Μαρκ. 12,32 Και είπεν εις αυτόν ο γραμματεύς· “πολύ καλά, διδάσκαλε,
σύμφωνα προς την αλήθειαν απήντησες, ότι ένας είναι ο Κυριος και Θεός και εκτός
από αυτόν δεν υπάρχει άλλος.
Μαρκ. 12,33 καὶ τὸ ἀγαπᾶν
αὐτὸν ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καὶ ἐξ ὅλης
τῆς συνέσεως καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καὶ
ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος, καὶ τὸ ἀγαπᾶν
τὸν πλησίον ὡς ἑαυτὸν πλεῖόν ἐστι πάντων τῶν
ὁλοκαυτωμάτων καὶ θυσιῶν.
Μαρκ. 12,33 Και το να αγαπά κανείς αυτόν με όλην του την καρδιά και
με όλην του την διάνοιαν και με όλην του την ψυχήν και με όλην την δύναμιν της
θελήσεώς του και το να αγαπά τον πλησίον του σαν τον ευατόν του, είναι πολύ
ανώτερον από όλα τα σφάγια, που καίονται ολόκληρα ως θυσία επάνω στο
θυσιαστήριον και από όλας τας άλλας θυσίας”.
Μαρκ. 12,34 καὶ ὁ Ἰησοῦς
ἰδὼν ὅτι νουνεχῶς ἀπεκρίθη, εἶπεν αὐτῷ·
οὐ μακρὰν εἶ ἀπὸ τῆς βασιλείας τοῦ
Θεοῦ· καὶ οὐδεὶς οὐκέτι ἐτόλμα αὐτὸν
ἐπερωτῆσαι.
Μαρκ. 12,34 Οταν είδε ο Ιησούς, ότι τόσον συνετά και έξυπνα απήντησε,
του είπεν· “δεν είσαι μακρυά από την βασιλείαν του Θεού, όπως είναι οι άλλοι
γραμματείς και Φαρισαίοι”. Και κανείς πλέον δεν ετολμούσε να τον ερωτήση.
Μαρκ. 12,35 Καὶ ἀποκριθεὶς
ὁ Ἰησοῦς ἔλεγε διδάσκων ἐν τῷ ἱερῷ·
πῶς λέγουσιν οἱ γραμματεῖς ὅτι ὁ Χριστὸς υἱὸς
Δαυΐδ ἐστι;
Μαρκ. 12,35 Ελαβε τότε τον λόγον ο Ιησούς και εδίδασκε εις τας αυλάς
του ναού· “πως ισχυρίζονται οι γραμματείς ότι ο Χριστός είναι απλούς απόγονος
του Δαυΐδ;
Μαρκ. 12,36 αὐτὸς γὰρ
Δαυΐδ εἶπεν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ· λέγει ὁ Κύριος
τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ
τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.
Μαρκ. 12,36 Διότι ο ίδιος ο Δαυΐδ, εμπνεόμενος από το Αγιον Πνεύμα,
διεκήρυξε· Είπεν ο Κυριος στον Κυριον μου, κάθισε εκ δεξιών μου ένδοξος όπως
εγώ, έως ότου συντρίψω τους εχθρούς σου και τους θέσω υποπόδιον των ποδών σου.
Μαρκ. 12,37 αὐτὸς οὖν
Δαυΐδ λέγει αὐτὸν Κύριον· καὶ πόθεν υἱὸς αὐτοῦ
ἐστι; καὶ ὁ πολὺς ὄχλος ἤκουεν αὐτοῦ
ἡδέως.
Μαρκ. 12,37 Ο ίδιος, λοιπόν, ο Δαυίδ ονομάζει τον Μεσσίαν Κυριον·
και πως λοιπόν είναι δυνατόν ο Μεσσίας να είναι μόνον απλούς απόγονός του;” Και
ο πολύς λαός ήκουεν τον Ιησούν με μεγάλην ευχαρίστησιν.
Μαρκ. 12,38 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς
ἐν τῇ διδαχῇ αὐτοῦ· βλέπετε ἀπὸ
τῶν γραμματέων τῶν θελόντων ἐν στολαῖς περιπατεῖν
καὶ ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς
Μαρκ. 12,38 Και τους έλεγε εις την διδασκαλίαν του· “προσέχετε από
τους γραμματείς, οι οποίοι θέλουν να εμφανίζωνται και να περιπατούν με
επισήμους και ειδικάς δι' αυτούς στολάς και επιδιώκουν τους τιμητικούς
χαιρετισμούς εις τας αγοράς