Εβρ. 9,8 τοῦτο δηλοῦντος
τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, μήπω πεφανερῶσθαι τὴν τῶν
Ἁγίων ὁδόν, ἔτι τῆς πρώτης σκηνῆς ἐχούσης
στάσιν·
Εβρ. 9,8 Με αυτήν δε την απαγόρευσιν εδήλωνε συμβολικώς το
Πνεύμα το Αγιον, ότι δεν είχεν ακόμη φανερωθή και ήτο απρόσιτος στους ανθρώπους
ο δρόμος, που ωδηγούσεν εις τα αληθινά Αγια, δηλαδή εις την βασιλείαν των
ουρανών, διότι ήτο ακόμη στημένη και είχε κύρος η παλαιά σκηνή.
Εβρ. 9,9 ἥτις παραβολὴ
εἰς τὸν καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα, καθ᾿ ὃν
δῶρά τε καὶ θυσίαι προσφέρονται μὴ δυνάμεναι κατὰ
συνείδησιν τελειῶσαι τὸν λατρεύοντα,
Εβρ. 9,9 Αυτή δε ήτο αλληγορία και σύμβολον αυτών, που
πραγματοποιούνται στον παρόντα καιρόν, εις την εποχήν της χάριτος· κατά την
οποίαν εποχήν εξακολουθούν εν τούτοις να προσφέρωνται από τους Εβραίους δώρα
και θυσίαι, που ώριζεν ο παλαιός Νομος, τα οποία όμως δεν είχαν και δεν έχουν
την δύναμιν να δώσουν την ηθικήν τελείωσιν στον λατρεύοντα και να καθαρίσουν
την συνείδησιν από την ενοχήν και την τύψιν της αμαρτίας.
Εβρ. 9,10 μόνον ἐπὶ
βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς καὶ
δικαιώμασι σαρκός, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα.
Εβρ. 9,10 Ολα τα τελούμενα εις την σκηνήν αναφέροντο κυρίως
στο σώμα και απέβλεπαν μόνον εις διακρίσεις επιτρεπομένων και μη επιτρεπομένων
φαγητών και ποτών, εις διαφόρους πλύσεις και καθαρμούς και εις παραγγέλματα,
που εκαθάριζαν το σώμα και ήσαν προσωρινά μέχρι του καιρού, κατά τον οποίον θα
επραγματοποιείτο από τον Χριστόν η ριζική διόρθωσις και μεταβολή.
Εβρ. 9,11 Χριστὸς δὲ
παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ
τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου,
τοῦτ᾿ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως,
Εβρ. 9,11 Και πράγματι ο Χριστός, όταν ήλθεν ως Αρχιερεύς
των αγαθών, τα οποία δια την Π. Διαθήκην ήσαν μέλλοντα, εισήλθε δια της
μεγαλυτέρας και τελειοτέρας σκηνής, που δεν είχε κατασκευασθή από ανθρώπινα
χέρια, δηλαδή όχι δια μέσου των υλικών κτισμάτων, αλλά με το άγιον και τίμιον
σώμα δια της αειπαρθένου Μαρίας. (Αυτό το σώμα ήτο η μεγαλυτέρα και τελειοτέρα
σκηνή του Θεού).
Εβρ. 9,12 οὐδὲ δι᾿
αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου
αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια,
αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος.
Εβρ. 9,12 Εισήλθε δε άπαξ δια παντός εις τα επουράνια Αγια
προσφέρων θυσίαν όχι αίμα τράγων και μόσχων, αλλά το ιδικόν του αίμα, και
επέτυχε έτσι δι' ημάς τους αμαρτωλούς την αιωνίαν απολύτρωσιν και σωτηρίαν.
Εβρ. 9,13 εἰ γὰρ τὸ
αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα
τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς
καθαρότητα,
Εβρ. 9,13 Διότι εάν το αίμα των ταύρων και των τράγων και η
ανακατωμένη με νερό στάκτη της δαμάλεως, που εκαίετο ολόκληρος στο
θυσιαστήριον, ραντίζουσα τους μολυσμένους, τους δίδη καθαρισμόν και κάποιον
αγιασμόν ως προς την καθαριότητα του σώματος
Εβρ. 9,14 πόσῳ μᾶλλον
τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου
ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ
τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων
εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;
Εβρ. 9,14 πόσω μάλλον το αίμα του Χριστού, ο οποίος με το
ηνωμένον μαζή του αιώνιον Αγιον Πνεύμα προσέφερε θυσίαν τον εαυτόν του, τον
τελείως καθαρόν και αμόλυντον και από την παραμικροτέραν ακόμη αμαρτίαν, θα
καθαρίση την συνείδησίν σας από τα έργα της αμαρτίας, που οδηγούν στον αιώνιον
θάνατον και θα σας δώση την παρρησίαν και την δύναμιν να λατρεύετε ορθώς τον
ζώντα Θεόν;
Εβρ. 9,15 Καὶ διὰ τοῦτο
διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστίν, ὅπως, θανάτου γενομένου εἰς
ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ
παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰωνίου
κληρονομίας.
Εβρ. 9,15 Και δια τούτο ακριβώς ο Χριστός έγινε μεσίτης
μεταξύ Θεού και ανθρώπων, δια να συσταθή η νέα διαθήκη. Ετσι δε αφού θα
επραγματοποιείτο ο σταυρικός θάνατος του μεσίτου Χριστού δια την απολύτρωσιν
και συγχώρησιν των παραβάσεων, που έγιναν κατά την πρώτην διαθήκην, να λάβουν
οι προσκεκλημένοι από τον Θεόν πιστοί την αιωνίαν κληρονομίαν.
Εβρ. 9,16 ὅπου γὰρ
διαθήκη, θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου·
Εβρ. 9,16 Διότι όπου υπάρχει διαθήκη, δια να τεθή αυτή εις
ισχύν και πράξιν, πρέπει προηγουμένως να αναγγελθή και βεβαιωθή ο θάνατος του
διαθέτου.
Εβρ. 9,17 διαθήκη γὰρ ἐπὶ
νεκροῖς βεβαία, ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ
διαθέμενος.
Εβρ. 9,17 Επειδή, ως γνωστόν, η διαθήκη είναι έγκυρος και
υποχρεωτικώς εκτελεστή επί ανθρώπων, οι οποίοι έχουν πλέον αποθάνει. Διότι εφ'
όσον χρόνον ζη ο διαθέτης, ουδέποτε ισχύει η διαθήκη.
Εβρ. 9,18 Ὅθεν οὐδ᾿
ἡ πρώτη χωρὶς αἵματος ἐγκεκαίνισται·
Εβρ. 9,18 Εκ τούτου δε εξηγείται το γεγονός, ότι και η πρώτη
διαθήκη, που συνήψεν ο Θεός με τους Εβραίους, εγκαινιάσθηκε και απέκτησε κύρος,
αφού είχε χυθή αίμα.
Εβρ. 9,19 λαληθείσης γὰρ
πάσης ἐντολῆς κατὰ τὸν νόμον ὑπὸ Μωϋσέως
παντὶ τῷ λαῷ, λαβὼν τὸ αἷμα τῶν
μόσχων καὶ τράγων μετὰ ὕδατος καὶ ἐρίου κοκκίνου
καὶ ὑσσώπου, αὐτό τε τὸ βιβλίον καὶ πάντα τὸν
λαὸν ἐῤῥάντισε
Εβρ. 9,19 Διότι, όταν εδόθη δια μέσου του Μωϋσέως και
ανεπτύχθη εις όλον τον λαόν κάθε εντολή του Νομου, τότε αφού επήρε ο Μωϋσής το
αίμα των θυσιασθέντων μόσχων και τράγων ανακατεμένο μαζή με το νερό, και με
μαλλί κόκκινο και με κλωναράκια υσσώπου ερράντισε και αυτό το βιβλίον του Νομου
και όλον τον λαόν
Εβρ. 9,20 λέγων· τοῦτο
τὸ αἷμα τῆς διαθήκης ἧς ἐνετείλατο πρὸς ὑμᾶς
ὁ Θεός.
Εβρ. 9,20 λέγων· ότι “αυτό το αίμα είναι δια την επικύρωσιν
της διαθήκης, την οποίαν διέταξε και συνήψε προς σ·ας ο Θεός”.
Εβρ. 9,21 καὶ τὴν
σκηνὴν δὲ καὶ πάντα τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας τῷ
αἵματι ὁμοίως ἐῤῥάντισε.
Εβρ. 9,21 Και ερράντισεν επίσης με το αίμα ο Μωϋσής την
σκηνήν του μαρτυρίου, τον φορητόν δηλαδή ναόν, και όλα τα σκεύη τα προωρισμένα
δια την λατρευτικήν υπηρεσίαν.
Εβρ. 9,22 καὶ σχεδὸν
ἐν αἵματι πάντα καθαρίζεται κατὰ τὸν νόμον, καὶ
χωρὶς αἱματεκχυσίας οὐ γίνεται ἄφεσις.
Εβρ. 9,22 Και σχεδόν όλα όσα έχουν ανάγκην καθαρισμού, πρόσωπα
και πράγματα, καθαρίζονται, σύμφωνα με τας διατάξεις του Νομου, με αίμα. Και
χωρίς να γίνη δια θυσίας χύσιμο αίματος, δεν δέδεται άφεσις.
Εβρ. 9,23 Ἀνάγκη οὖν
τὰ μὲν ὑποδείγματα τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς
τούτοις καθαρίζεσθαι, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια
κρείττοσι θυσίαις παρὰ ταύτας.
Εβρ. 9,23 Ετσι, λοιπόν, είναι ανάγκη όλα αυτά της Π.
Διαθήκης, που ήσαν τύπος και σύμβολα εκείνων που υπάρχουν στους ουρανούς, να
καθαρίζωνται με αυτάς τας θυσίας των ζώων. Οσον όμως αφορά τα επουράνια, έπρεπε
να επιτευχθούν και να γίνουν κτήμα των ανθρώπων με θυσίας ασυγκρίτως ανωτέρας
από τας θυσίας της Π. Διαθήκης.
Μαρκ. 10,2 καὶ προσελθόντες οἱ
Φαρισαῖοι ἐπηρώτων αὐτὸν εἰ ἔξεστιν ἀνδρὶ
γυναῖκα ἀπολῦσαι, πειράζοντες αὐτόν.
Μαρκ. 10,2 Και προσελθόντες οι Φαρισαίοι τον ερωτούσαν, εάν
επιτρέπεται στον άνδρα να διώξη και να δώση διαζύγιον εις την γυναίκα του. (Του
απηύθηναν αυτήν την ερώτησιν με πονηράν διάθεσιν, διότι ήλπιζαν να λάβουν
παρεξηγήσιμον απάντησιν, ώστε να έχουν αφορμήν να τον κατηγορήσουν).
Μαρκ. 10,3 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς
εἶπεν αὐτοῖς· τί ὑμῖν ἐνετείλατο Μωϋσῆς;
Μαρκ. 10,3 Αυτός δε απήντησεν και τους είπε· “ποίαν εντολήν σας
έδωσε ο Μωϋσής;”
Μαρκ. 10,4 οἱ δὲ εἶπον·
ἐπέτρεψε Μωϋσῆς βιβλίον ἀποστασίου γράψαι καὶ ἀπολῦσαι.
Μαρκ. 10,4 Εκείνοι δε είπον· “ο Μωϋσής επέτρεψεν στον άνδρα να
δώση γραπτόν διαζύγιον εις την γυναίκα και να την απολύση”.
Μαρκ. 10,5 καὶ ἀποκριθεὶς
ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πρὸς τὴν
σκληροκαρδίαν ὑμῶν ἔγραψεν ὑμῖν τὴν ἐντολὴν
ταύτην·
Μαρκ. 10,5 Και αποκριθείς ο Ιησούς τους είπεν· “ο Μωϋσής ένεκα
της σκληροκαρδίας σας και της βαρβαρότητός σας (δια να προλάβη χειρότερα
εγκλήματα, που ημπορούσατε να κάμετε εις βάρος της συζύγου σας) συγκατέβη και
έδωσε αυτήν την εντολήν.
Μαρκ. 10,6 ἀπὸ δὲ ἀρχῆς
κτίσεως ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς ὁ
Θεός·
Μαρκ. 10,6 Από δε την αρχήν της δημιουργίας ένα άνδρα και μίαν
γυναίκα έπλασε ο Θεός (δια να συγκρατηθή ισόβιον ανδρόγυνον, χωρίς δυνατότητα
διαζυγίου).
Μαρκ. 10,7 ἕνεκεν τούτου
καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν
μητέρα, καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ,
καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν.
Μαρκ. 10,7 Δι' αυτό, σύμφωνα με τους λόγους της Αγίας Γραφής, θα
εγκαταλείψη ο άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα αυτού και θα προσκολληθή εις
την μίαν και μονήν γυναίκα του και οι δύο σύζυγοι θα είναι πλέον ένα σώμα.
Μαρκ. 10,8 ὥστε οὐκέτι εἰσὶ
δύο, ἀλλὰ μία σάρξ·
Μαρκ. 10,8 Ωστε δεν είναι πλέον δύο, όπως προηγουμένως, αλλά ένα
σώμα.
Μαρκ. 10,9 ὃ οὖν ὁ
Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω·
Μαρκ. 10,9 Αυτό λοιπόν το ανδρόγυνον, το οποίον εις ένα σώμα έχει
συνδέσει ο Θεός, ο άνθρωπος ας μη το χωρίζη”.
Μαρκ. 10,10 καὶ εἰς τὴν
οἰκίαν πάλιν οἱ μαθηταὶ περὶ τούτου ἐπηρώτων αὐτόν,
Μαρκ. 10,10 Και εις την οικίαν πάλιν οι μαθηταί του τον ερωτούσαν
δια το θέμα αυτό.
Μαρκ. 10,11 καὶ λέγει αὐτοῖς·
ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ
καὶ γαμήσῃ ἄλλην, μοιχᾶται ἐπ᾿ αὐτήν·
Μαρκ. 10,11 Και εκείνος τους είπε· “Οποιος χωρίσει την γυναίκα του
και νυμφευθή άλλην, διαπράττει μοιχείαν εις βάρος της νομίμου συζύγου του.
Μαρκ. 10,12 καὶ ἐὰν
γυνὴ ἀπολύσασα τὸν ἄνδρα γαμηθῇ ἄλλῳ,
μοιχᾶται.
Μαρκ. 10,12 Και εάν μία γυναίκα χωρίση τον άνδρα της και υπανδρευθή
άλλον, διαπράττει μοιχείαν”.