“Από τα δώδεκα μου χρόνια υπέφερα από δαιμόνιο. Η ζωή μου είχε γίνει μαρτύριο. Μετά τους εξορκισμούς που μου διαβάζανε αισθανόμουν σαν να με είχαν δείρει.
Το Α’ Σάββατο των νηστειών, το έτος 1995, ο πνευματικός μου προγραμμάτισε να κάνουμε αγρυπνία στην Σουρωτή.
Πριν ξεκινήσουμε, αισθάνθηκα άγριο πόλεμο. Σε όλη την αγρυπνία δεν αισθάνθηκα καθόλου νύστα. Ήμουν στο κέντρο της Εκκλησίας κάτω και γύρω-γύρω μοναχές. Τελείωσε η αγρυπνία και άρχισαν να διαβάζουν αγιασμό. Αγρίεψα πολύ. Με πήγαν να φιλήσω τα λείψανα του Αγίου Αρσενίου.
Ήταν η πρώτη φορά, το λέω και ανατριχιάζω, που αισθάνθηκα και σωματικά κάψιμο. Στο τέλος γύρισα και είπα “Παΐ., Παΐ.”. Με ρώτησε η Ηγουμένη : “Παΐσιος;” και κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου. Τότε αγρίεψα πάρα πολύ, άρχισα να τσιρίζω, με πήγαν στον τάφο, και εκεί φώναξα τρεις φορές “Άγιος”.