Κατά τον Μικρασιατικό πόλεμο, όταν ο ελληνικός στρατός αγωνιζόταν για την απελευθέρωση των αδελφών μας Μικρασιατών, πληροφορήθηκα ότι πολλοί των στρατιωτών και υπαξιωματικών και μερικοί των αξιωματικών βλασφημούσαν τα θεία, κάποτε μάλιστα και κατά την ώρα που άρχιζε η μάχη, κατά την οποίαν όφειλαν όχι να βλασφημούν τον Χριστό, την Παναγία και τον Τίμιο Σταυρό, αλλά να τους επικαλούνται σε βοήθεια και συμμαχία.
Όταν τα πληροφορήθηκα αυτά, ως πνευματικός πατέρας και ιερεύς του Θεού
λυπήθηκα πάρα πολύ και εγραψα επιστολή στον αείμνηστο βασιλέα
Κωνσταντίνο, υπενθυμίζοντας σε αυτόν ότι πρέπει να εκδώσει διαταγή
αυστηρότατη, να πάψει τελείως η βλασφημία και από τον λαό και ιδίως από
τον στρατό, και να γίνονται προσευχές, δεήσεις και παρακλήσεις, διότι οι
νίκες και οι θρίαμβοι τους οποίους πολλές φορές πέτυχαν από τους
αρχαιότατους χρόνους οι πρόγονοί μας, επί Βυζαντινών αυτοκρατόρων και
οι προπάτορές μας κατά την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1821, ακόμη και
επί των ημερών μας κατά τα έτη 1912-1913, δεν έγιναν με βλασφημίες
εναντίον του Θεού και της Παναγίας Μητέρας Του, αλλά με πίστη θερμή και
αληθινή προς τον Θεό, με προσευχές, με δεήσεις και παρακλήσεις, και με
τη βοήθεια και συμμαχία του Θεού και την προστασία της Παναγίας Μητέρας
Του.
«Πιστεύω, Μεγαλειότατε, αναμφιβόλως», έγραφα τότε, «ότι, εάν πάψει η
βλασφημία, πάψει η διχόνοια και η διαίρεση (διότι εξακολουθούσε η
διαίρεση μεταξύ Βασιλικών και Βενιζελικών), και συνδεθούν όλοι οι
Έλληνες, και ο λαός και ο στρατός, δια του συνδέσμου της αγάπης και
αναπέμπονται θερμές δεήσεις και ικεσίες με πίστη και ευλάβεια, θα μας
βοηθήσουν ο Θεός και η Παναγία και θα νικήσουμε. Θα ελευθερώσουμε τους
αδελφούς μας Μικρασιάτες και θα δοξασθούμε από Αυτόν σε όλο τον κόσμο.
Στην αντίθετη περίπτωση, και αν δεν πάψει η βλασφημία και η διχόνοια,
φοβούμαι, πολύ φοβούμαι, οτι θα συμβεί το αντίθετο και θα
καταισχυνθούμε».