Από το Μοναχολόγιο της Ιεράς Μονής Βηθανίας αντιγράφουμε ακριβώς ότι μιας απέστειλαν:
«Η
Αδελφή Νυμφοδώρα έφθασε στη Βηθανία μαζί με τη Γερόντισσά της, Μοναχή
Πελαγία, αλλά τελικά πήγαν στον Άγιο Αβραάμ (δίπλα στο Ναό της
Αναστάσεως), όπου εργάστηκαν αρκετά χρόνια, ράβοντας ιερατικά άμφια και
βοηθώντας στο πλύσιμο των ρούχων και σε άλλες εργασίες των Ναϊτών
Πατέρων. Η Αδελφή Νυμφοδώρα ήταν όμορφη και σε μικρή ηλικία και η
Γερόντισσά της την πρόσεχε πολύ, αλλά δυστυχώς, είχε ξεπεράσει το μέτρο!
Παράδειγμα, της μουτζούρωνε το πρόσωπο με κάρβουνο όταν ήταν να πάει
για δουλειά έξω, τη χτυπούσε, την έκλεινε στο κελί της. Το αποτέλεσμα
ήταν, η Νυμφοδώρα να χάσει το λογικό της. Γυρνούσε στα Νεκροταφεία της περιοχής, ώσπου μια ημερα βρέθηκε έξω από την πόρτα του Μοναστηριού της Βηθανίας.
Ο Γέροντας είπε ότι ο Θεός την έφερε τη λυπήθηκε και την έβαλε μέσα, με δυο όρους που έβαλε η ίδια! Να μην πηγαίνει ούτε στην εκκλησία, ούτε στην τράπεζα! Έτσι καί έγινε.
Έμεινε
σε ένα σπίτι μονή της. Φόρτωνε πέτρες στην πλάτη της με τον τενεκέ.
Έπαιρνε δύο πέτρες και χτυπούσε το σώμα της και τα πόδια της αλύπητα.