Αθήνα,
Μάϊος 1996 μ.Χ. Νοσοκομείο Ευαγγελισμός, 10ος όροφος, πτέρυγα
καρκινοπαθών, θάλαμος με 8 ετοιμοθανάτους νεαρούς καρκινοπαθείς με λευχαιμία σε
προχωρημένο τελικό στάδιο. Ένας από αυτούς ο π. Νικόλαος-ιεροδιάκονος, άγαμος,
μοναχός. Από ευλαβέστατη, ορθοδοξότατη, πολύτεκνη οικογένεια με ιερατική κλήση
από 3 ετών παιδάκι.
Παρασκευή,
10 Μαΐου 1996. Η οικογένεια έχει ειδοποιηθεί από τους θεράποντες ιατρούς ότι
σήμερα-αύριο ο π. Νικόλαος, θα πεθάνει.
Γονείς,
συγγενείς, φίλοι μαζεμένοι γύρω-τριγύρω στην επιθανάτιο κλίνη του ιεροδιακόνου
Νικολάου. Δακρύοντες, προσευχόμενοι, ελπίζοντες σε ένα θαύμα.
Στα
πόδια του κρεβατιού του ιεροδιακόνου, μεταξύ των άλλων, στέκεται ένας παιδικός
φίλος της οικογενείας του διακόνου ο Δημήτριος, χαϊδευτικά Τάκης. Ο Τάκης
ρωτάει τον π. Νικόλαο:
-Τάκης:
Νικόλαε, ποιος είμαι με γνωρίζεις;
-π.
Νικόλαος: Πως, αμέ, είσαι ο φίλος ο Τάκης αλλά κάνε λίγο πιο αριστερά γιατί
πίσω σου βρίσκονται ο Άγιος Νεκτάριος και ο Μέγας Βασίλειος! (Μεταξύ ουρανού
και γης ο ετοιμοθάνατος π. Νικόλαος έβλεπε ήδη δυο από τους πολυαγαπημένους του
Αγίους που οι υπόλοιποι δεν βλέπανε).
Και
συνέχισε ο ετοιμοθάνατος π. Νικόλαος: