Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης. Δάσκαλος
Δυὸ λέξεις, γραμμένες στὴν ἀρχαία
ἑλληνική, ποὺ κατ' αρχάς, ἀπὸ μόνες τους, φαίνονται ἀκατανόητες. Αὐτὲς
οἱ λέξεις ὅμως βοήθησαν, ὥστε νὰ ἀκολουθήσει ἕνας ἔφηβος στὴ ζωὴ τοῦ τὸ
δρόμο τῆς φιλοπονίας καὶ τῆς ἐργατικότητας. Τοῦ ἔδωσαν τὴν πρώτη ἰσχυρὴ
ὤθηση, γιὰ νὰ διδαχθεῖ στὴ συνέχεια πὼς ὁ ἱερὸς κόπος εἶναι πάντα
εὐλογημένος. Πῶς δὲν μπορεῖ κανένας, ὅσο ἐπιδέξιος κι ἂν εἶναι, νὰ
«ἁρπάξει τὰ γεννήματα τοῦ κόπου αὐτοῦ». Πῶς, ὅσο κι ἂν ἐνεργεῖ τὸ πονηρὸ
καὶ τὸ ἄδικο σ` αὐτὸν τὸν κόσμο, τὸ δίκιο θὰ βγαίνει πάντα νικητής. Καὶ
δὲν μετανόησε, ποὺ ἐργάστηκε ἔτσι σ` ὅλη του τὴ ζωή.
Ἰδοὺ ἡ προσωπικὴ ἱστορία, τὴν ὁποία μου διηγήθηκε ὁ φίλος μου Φιλάρετος: