Φίλε κ. Γαβριηλίδη,
Οφείλων να γράψω τι εις απάντησιν του «Λόγου» – επειδή ο έτερος των
καταγγελθέντων ιερέων είναι ο εμός γεννήτωρ – επερίμενα να λάβω
λεπτομερεστέρας πληροφορίας εκ Σκιάθου, περί του τι ακριβώς συνέβη. Αντί
όμως πληροφοριών, μου ήλθεν η επομένη διατριβή, η οποία είναι ως να την
έγραψα εγώ, και δια τούτο προθύμως αναλαμβάνω την επ’ αυτώ ευθύνην,
παρακαλών σε να την δημοσιεύσης.
Εν Αθήναις, 22 Ιουλίου 1891.
Όλος σος
Αλέξ. Παπαδιαμάντης
Ορθώς είκασεν ο «Λόγος» ότι οι δύο ιερείς, ους κατήγγειλεν εις την
Εισαγγελίαν Βόλου ο κ. Μακράκης, δεν έπραξαν εξ αμαθείας ο,τι έπραξαν,
οι δύο εκείνοι ιερείς δεν είναι βεβαίως εκ των αμαθεστέρων του εν Ελλάδι
κατωτέρου κλήρου. Τούτων ο μεν Σακελλάριος Ιωάννης Μανιώτης εβούλευσε
δις επί Όθωνος, ο δε Οικονόμος Αδαμάντιος Εμμανουήλ επί έτη εδίδαξεν εν
Ελληνικώ σχολείω.
Αλλ’ ο κ. Μακράκης δεν οκνεί να σύρη προ του ποινικού δικαστηρίου δύο
γηραιούς κληρικούς, τον ένα ογδοηκοντούτην και βαρήκοον, τον έτερον
εβδομηκοντούτην, από πεντηκονταετίας ιερατεύοντα και ποδαλγόν, διατί;
Διότι έκαμαν το καθήκόν των και υπέμνησαν εις το ποίμνιόν των ότι
ελεύθεροι μεν είναι ν’ ακούσωσι τον κ. Μακράκην, εάν θέλωσιν, αλλά να μη
λησμονώσιν, ότι ο κ. Μακράκης έχει αποκηρυχθή υπό της Ιεράς Συνόδου, ως
κακόδοξος και απειθής.