Α Τιμ. 4,9 πιστὸς ὁ
λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος·
Α Τιμ. 4,9 Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι αξιόπιστος και
άξιος να γίνη δεκτός με όλην την καρδίαν.
Α Τιμ. 4,10 εἰς τοῦτο γὰρ
καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν
ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων,
μάλιστα πιστῶν.
Α Τιμ. 4,10 Δι' αυτό ακριβώς και ημείς κοπιάζωμεν και γινόμεθα
αντικείμενον εμπαιγμών και ειρωνειών, διότι έχομεν τας ελπίδας μας στον ζώντα
Θεόν, ο οποίος είναι σωτήρ και τρφοδότης όλων των ανθρώπων, μάλιστα δε σωτήρ
των πιστών, στους οποίους χαρίζει την αιωνίαν ζωήν.
Α Τιμ. 4,11 Παράγγελλε ταῦτα
καὶ δίδασκε.
Α Τιμ. 4,11 Αυτά να παραγγέλλης συνεχώς, αυτά που σου γράφω να
διδάσκης.
Α Τιμ. 4,12 μηδείς σου τῆς
νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν
λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν
πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ.
Α Τιμ. 4,12 Κανείς ας μη προκαταλαμβάνεται και ας μη καταφρονή το
νεαρόν της ηλικίας σου, αλλά συ, καίτοι είσαι νέος ακόμη, να γίνης τύπος και
παράδειγμα των πιστών στον λόγον σου, εις την συναναστροφήν σου με τους άλλους
ανθρώπους, εις την αγάπην που θα δεικνύης προς τους όλους, εις την πνευματικήν
ζωήν, εις την φωτισμένην πίστιν, εις την αγνότητα και καθαρότητα της ζωής σου.
Α Τιμ. 4,13 ἕως ἔρχομαι
πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ.
Α Τιμ. 4,13 Εως ότου έλθω να επιδίδεσαι με επιμέλειαν και
προσοχήν εις την ανάγνωσιν των Γραφών, εις την παρηγορίαν και νουθεσίαν των
πιστών, εις την διδασκαλίαν όλων.
Α Τιμ. 4,14 μὴ ἀμέλει τοῦ
ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ
ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου.
Α Τιμ. 4,14 Μη αδιαφορής και μη παραμελής το χάρισμα, που υπάρχει
εις σε, και το οποίον σου εδόθη με επίθεσιν των χειρών της τάξεως των
πρεσβυτέρων, σύμφωνα με προφητικήν αποκάλυψιν εκ μέρους του Θεού.
Α Τιμ. 4,15 ταῦτα μελέτα, ἐν
τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν
πᾶσιν.
Α Τιμ. 4,15 Αυτά, που σου γράφω, να τα μελετάς πάντοτε· μέσα εις
αυτά να μένης με την ψυχήν και την διάνοιαν, δια να γίνη έτσι φανερά η πρόοδός
σου εις όλους, και να χρησιμεύση ως καλόν παράδειγμα.
Λουκ.
19,1 Καὶ εἰσελθὼν
διήρχετο τὴν Ἱεριχώ·
Λουκ. 19,1 Και αφού εισήλθε εις την Ιεριχώ, διέβαινε την πόλιν.
Λουκ.
19,2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ
ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης,
καὶ οὗτος ἦν πλούσιος,
Λουκ. 19,2 Και ιδού υπήρχεν εκεί ένας άνθρωπος, ονόματι
Ζακχαίος, και αυτός ήτο αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος.
Λουκ.
19,3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν
τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ
τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν.
Λουκ. 19,3 Και εζητούσε να ιδή τον Ιησούν, ποίος είναι, και δεν
ημπορούσε ένεκα του πολλού πλήθους, διότι αυτός ήτο μικρός κατά το ανάστημα.
Λουκ.
19,4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν
ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι
ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι.
Λουκ. 19,4 Και αφού έτρεξε εμπρός, ανέβηκε εις μία συκομορέαν,
χωρίς να λογαριάση την θέσιν και την ηλικίαν του, δια να ίδη τον Ιησούν, διότι
από τον δρόμον εκείνον θα επερνούσε.
Λουκ.
19,5 καὶ ὡς ἦλθεν
ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν
αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε,
σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου
δεῖ με μεῖναι.
Λουκ. 19,5 Και ο Κυριος αμέσως μόλις έφθασε στον τόπον της
συκομορέας, ύψωσε τα μάτια του, τον είδε και είπε προς αυτόν· “Ζακχαίε, κατέβα
γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου”.
Λουκ.
19,6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ
ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων.
Λουκ. 19,6 Και ο Ζακχαίος κατέβηκε γρήγορα και τον υπεδέχθη με
μεγάλην χαράν.
Λουκ.
19,7 καὶ ἰδόντες
πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ
εἰσῆλθε καταλῦσαι.
Λουκ. 19,7 Και όταν είδαν το γεγονός αυτό, εγόγγυζαν όλοι
μεταξύ των και με αγανάκτησιν έλεγαν, ότι εμπήκε να καταλύση στο σπίτι
αμαρτωλού ανθρώπου.
Λουκ.
19,8 σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος
εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση
τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ
εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν.
Λουκ. 19,8 Εστάθη δε ο Ζακχαίος εμπρός στον Κυριον και του είπε·
“Κυριε, ιδού, τα μισά από τα υπάρχοντά μου τα δίδω στους πτωχούς. Και αν τυχόν,
σαν τελώνης που είμαι, αδίκησα με ψευδείς μαρτυρίας κάποιον και εισέπραξα
περισσότερα, του τα επιστρέφω τετραπλάσια”.
Λουκ.
19,9 εἶπε δὲ πρὸς
αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ
οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς
υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν.
Λουκ. 19,9 Ο Ιησούς ιδών την ειλικρινή μετάνοιαν του Ζακχαίου
είπε προς αυτόν ότι “σήμερον στο σπίτι τούτο ήλθε σωτηρία εκ μέρους του Θεού,
διότι και αυτός ο αρχιτελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ, ο οποίος είχε λάβει
από τον Θεόν υποσχέσεις δια την σωτηρίαν των απογόνων του.
Λουκ.
19,10 ἦλθε γὰρ ὁ
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ
ἀπολωλός.
Λουκ. 19,10 Διότι ο υιός του ανθρώπου ήλθε να αναζητήση και σώση
τον αμαρτωλόν άνθρωπον, που ομοιάζει με το χαμένο πρόβατο”.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/