Β Κορ. 3,12 Ἔχοντες οὖν
τοιαύτην ἐλπίδα πολλῇ παῤῥησίᾳ χρώμεθα,
Β Κορ. 3,12 Εχοντες, λοιπόν, μίαν τέτοιαν ελπίδα, ότι δηλαδή το εν
Χριστώ έργον μας είναι αφαντάστως και αιωνίως, ένδοξον, προχωρούμεν και
εργαζόμεθα με πολύ θάρρος δια την διάδοσιν του Ευαγγελίου.
Β Κορ. 3,13 καὶ οὐ
καθάπερ Μωϋσῆς ἐτίθει κάλυμμα ἐπὶ τὸ πρόσωπον ἑαυτοῦ
πρὸς τὸ μὴ ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ
εἰς τὸ τέλος τοῦ καταργουμένου.
Β Κορ. 3,13 Και προσφέρομεν καθαράν, χωρίς κανένα κάλλυμα, την
νέαν διδασκαλίαν και το έργον μας, και όχι όπως ο Μωϋσής, ο οποίος έθετε
κάλυμμα εμπρός στο πρόσωπον του, το οποίον κάλυμμα υπεδήλωνεν, ότι οι υιοί του
Ισραήλ δεν θα ημποροσαν, εξ αιτίας της σκληροκαρδίας των, να ατενίσουν και να
κατανοήσουν του καταργουμένου εκείνου Νομου το τέλος και τον σκοπόν, δηλαδή τον
Χριστόν.
Β Κορ. 3,14 ἀλλ᾿ ἐπωρώθη
τὰ νοήματα αὐτῶν. ἄχρι γὰρ τῆς σήμερον τὸ
αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ἀναγνώσει τῆς
παλαιᾶς διαθήκης μένει, μὴ ἀνακαλυπτόμενον ὅτι ἐν
Χριστῷ καταργεῖται,
Β Κορ. 3,14 Αλλ' εσκληρύνθη και ετυφλώθη η διάνοιά των. Διότι και
μέχρι σήμερον μένει το ίδιο κάλυμμα κατά την ανάγνωσιν της Παλαιάς Διαθήκης και
δεν αφαιρείται τούτο από αυτούς (κατά κυριολεξίαν και κατά μεταφοράν) επειδή
δεν πιστεύουν στον Χριστόν, εν τω οποίω και δια του οποίου καταργείται αυτό.
Β Κορ. 3,15 ἀλλ᾿ ἕως
σήμερον, ἡνίκα ἀναγινώσκεται Μωϋσῆς, κάλυμμα ἐπὶ τὴν
καρδίαν αὐτῶν κεῖται·
Β Κορ. 3,15 Αλλά μέχρι σήμερον, όταν αναγινώσκεται ο Νομος του
Μωϋσέως, απλώνεται και υπάρχει κάλυμμα όχι μόνον στο πρόσωπόν των, αλλά και εις
την καρδίαν των.
Β Κορ. 3,16 ἡνίκα δ᾿ ἂν
ἐπιστρέψῃ πρὸς Κύριον, περιαιρεῖται τὸ κάλυμμα.
Β Κορ. 3,16 Οταν δε κάποιος από αυτούς καθοδηγηθή και επιστρέψη
προς τον Κυριον Ιησούν Χριστόν, τότε ξετυλίγεται και αφαιρείται το κάλυμμα της
καρδίας, δια να γίνη έτσι φανερά εις αυτόν και κατανοητή η αλήθεια.
Β Κορ. 3,17 ὁ δὲ Κύριος τὸ
Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ
ἐλευθερία.
Β Κορ. 3,17 Ο Κυριος είναι το Πνεύμα και όπου υπάρχει το Πνεύμα,
το οποίον δια μέσου του Κυρίου χορηγείται, εκεί υπάρχει η απελευθέρωσις από το
κάλυμμα και την δουλείαν του Νομου· εκεί ευρίσκεται η πραγματική ελευθερία.
Β Κορ. 3,18 ἡμεῖς δὲ
πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου
κατοπτριζόμενοι τὴν αὐτὴν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ
δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος.
Β Κορ. 3,18 Ημείς δε όλοι με ακάλυπτον το πρόσωπον και
ανεμπόδιστον την καρδίαν δεχόμεθα και αντικατοπτρίζομεν και ακτινοβολούμεν την
δόξαν του Κυρίου, και μεταμορφωνόμεθα εις αυτήν ταύτην την εικόνα του και του
ομοιάζομεν ταύτην την εικόνα του και του ομοιάζομεν πνευματικώς, προχωρούντες
από δόξης εις δόξαν, όπως είναι φυσικόν να προχωρή αυτός, που αγιάζεται και
λαμπρύνεται από το Πνεύμα, από τον Κυριον.
Λουκ.
9,37 Ἐγένετο δὲ ἐν
τῇ ἑξῆς ἡμέρᾳ κατελθόντων αὐτῶν ἀπὸ
τοῦ ὄρους συνήντησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς.
Λουκ. 9,37 Κατά δε την επομένην ημέραν, όταν κατέβηκαν από το
όρος, συνήντησε τον Ιησούν πολύς λαός.
Λουκ.
9,38 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ
ἀπὸ τοῦ ὄχλου ἀνεβόησε λέγων· διδάσκαλε,
δέομαί σου, ἐπίβλεψον ἐπὶ τὸν υἱόν μου, ὅτι
μονογενής μοί ἐστι·
Λουκ. 9,38 Και ιδού, ένας άνθρωπος από το πλήθος εφώναξε και
είπε· “διδάσκαλε, θερμώς παρακαλώ, ρίξε ένα βλέμμα ευσπλαγχνίας στον υιόν μου,
διότι μου είναι μονογενής.
Λουκ.
9,39 καὶ ἰδοὺ
πνεῦμα λαμβάνει αὐτόν, καὶ ἐξαίφνης κράζει καὶ
σπαράσσει αὐτὸν μετὰ ἀφροῦ, καὶ μόγις ἀποχωρεῖ
ἀπ᾿ αὐτοῦ συντρίβον αὐτόν·
Λουκ. 9,39 Και ιδού τον κυριεύει από καιρού εις καιρόν πονηρόν
πνεύμα και έξαφνα κραυγάζει και τον συγκλονίζει με σπασμούς εις όλον το σώμα
και με αφρούς στο στόμα και με δυσκολίαν φεύγει από αυτόν, αφού προηγουμένως
τον συντρίψη.
Λουκ.
9,40 καὶ ἐδεήθην τῶν
μαθητῶν σου ἵνα ἐκβάλωσιν αὐτό, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν.
Λουκ. 9,40 Και παρεκάλεσα τους μαθητάς σου, να το διώξουν και
δεν ημπόρεσαν”.
Λουκ.
9,41 ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος
καὶ διεστραμμένη, ἕως πότε ἔσομαι πρὸς ὑμᾶς
καὶ ἀνέξομαι ὑμῶν; προσάγαγε τὸν υἱόν σου ὧδε.
Λουκ. 9,41 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπεν· “ω γενεά, που παρ'
όλα τα θαύματα τα οποία είδες, είσαι ακόμη άπιστος και από την κακκίαν σου
διεστραμμένη, έως πότε θα είμαι μαζή σας και θα σας ανέχωμαι; Φερε το παιδί σου
εδώ”.
Λουκ.
9,42 ἔτι δὲ
προσερχομένου αὐτοῦ ἔῤῥηξεν αὐτὸν τὸ
δαιμόνιον καὶ συνεσπάραξεν· ἐπετίμησε δὲ ὁ Ἰησοῦς
τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ, καὶ ἰάσατο τὸν
παῖδα καὶ ἀπέδωκεν αὐτὸν τῷ πατρὶ αὐτοῦ.
Λουκ. 9,42 Ενώ δε ο νέος προσήρχετο στον Ιησούν, τον επέταξεν
κάτω με ορμήν το δαιμόνιον και τον συνεκλόνισε με σπασμούς. Ο Ιησούς όμως
επέπληξε και έδιωξε το ακάθαρτον πνεύμα, εθεράπευσε το παιδί και το παρέδωσε
στον πατέρα του εντελώς υγιές.
Λουκ.
9,43 ἐξεπλήσσοντο δὲ
πάντες ἐπὶ τῇ μεγαλειότητι τοῦ Θεοῦ. Πάντων δὲ
θαυμαζόντων ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς,
εἶπε πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ·
Λουκ. 9,43 Και κατελαμβάνοντο όλοι από μεγάλην έκπληξιν και
θαυμασμόν, δια την μεγαλειότητα του Θεού, όπως εφαίνετο με τα καταπληκτικά αυτά
θαύματα. Ενώ δε όλοι εθαύμαζαν με όλα όσα έκαμεν ο Ιησούς, είπε προς τους
μαθητάς του,
http://hristospanagia3.blogspot.gr/