Αχ, τι να σας πώ τώρα. Να σας πώ και αυτό, καίτοι αυτό είναι ένα
απόρρητο της ζωής μου, αλλά για την αγάπη σας, να πούμε, γιατί κι εσείς
άνηψάκια μου είσαστε, θα σας το πώ.
Το έκζεμα το οποίο έχω, αυτήν την πληγή που έχω στο ποδάρι, το ‘χω
από δεκαπέντε χρονών. Δοκίμασα διάφορα φάρμακα, τίποτε. Τώρα που πέρασε η
ηλικία, τότες περισσότερο επιδεινώθη το πράγμα. Καθήμενος στο κρεβάτι,
το ονομάζω το “κρεβάτι του πόνου” εγώ. Διότι να καθίσω όπως καθόσαστε
εσείς, δεν μπορώ. Θα καθίσω λίγο, δεν μπορώ, κατεβαίνουν τα αίματα και
πονάει περισσότερο η πληγή, ενώ έτσι, τρόπον τινά, αν βάλεις κι ένα έτσι
μαξιλάρι και σηκώνεις λιγάκι το ποδάρι πιο ψηλά, κατεβαίνουν κάτω τα
αίματα και ελαφρώνεται ο πόνος. Ε, τη νύχτα προσπαθώ έτσι να ελαφρώσω
τον πόνο.
Αλλά καθήμενος εδώ μου δημιουργήθηκε και κύστη κόκκυγος. Όταν το
σκέπτεσθε αυτό, είναι το πλέον φρικωδέστερο, να πούμε. Διότι είναι… πολύ
πόνο! Πώς να καθίσεις, βρε παιδί μου;