Τότε, γεμάτος χαρά ο Βασιλιάς, έτρεξε στον Πάπα να του αναγγείλει ότι η Ανατολική Εκκλησία δέχθηκε το δόγμα των Λατίνων και δεν απέμενε τίποτα πια για συνταχθεί ο όρος, κατά τη συνήθεια των Οικουμενικών Συνόδων, και να τον υπογράψουν τα δύο μέρη, Ανατολικοί και Δυτικοί. Πίστευε ο βασιλιάς ότι μετά την ένωση θα πανηγυρίσουν στον Ναό με μία κοινή λειτουργία και έπειτα θα αναχωρήσουν για την Κωνσταντινούπολη.
Όμως δεν φάνηκε
λογικό στον Πάπα να προχωρήσουν στην ένωση, χωρίς να λύσουν και τα άλλα
ζητήματα όπου ετοίμαζαν οι Λατίνοι να προβάλουν. Χάρηκαν μεν για την αποδοχή
του δόγματος για το Άγιο Πνεύμα, όμως απάντησαν ότι ο όρος δεν πρόκειται να υπογραφεί αν δεν διορθώσουν ή μάλλον
διαστρέψουν και τα άλλα έθιμα της Ανατολικής Εκκλησίας. Ζητούσαν, δηλαδή,
να δεχθούν οι δικοί μας, τα άζυμα στη Λειτουργία, το δόγμα του Καθαρτηρίου Πυρός, τη
Μοναρχία του Πάπα και τέλος, να αποβάλουν από τη Λειτουργία τις επικλήσεις ως
περιττές, δηλαδή τις δεήσεις του ιερέα στη μετουσίωση του άρτου και του οίνου,
και να αποδεχθούν, όπως οι Λατίνοι, ότι τα Μυστήρια τελούνται με τα κυριακά
λόγια.