Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης
λέει: «Τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδὲ τῇ γλώσσῃ ,
ἀλλ’ ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ»[1]. Παιδάκια μου, λέει, ἄς μήν ἀγαπᾶμε μέ τά λόγια οὔτε μέ τή γλώσσα μόνο, ἀλλά μέ ἔργα ἀληθινά. Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς σημειώνει τά ἑξῆς: «Ἐνταῦθα οὐ τοὺς διὰ χρημάτων ἐλεοῦντας μόνον ἐμοὶ δοκεῖ λέγειν,
ἀλλὰ τοὺς διὰ πραγμάτων». Δηλαδή: Ὅταν λέει ἐδῶ ὁ Κύριος ″μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ″, δέν ἐννοεῖ
μόνον ἐκείνους πού δίνουν γενικότερα χρήματα. «Ποικίλος γὰρ ὁ τῆς ἐλεημοσύ
νης τρόπος, καὶ
πλατεῖα αὕτη ἡ ἐντολή»[2], διότι εἶναι ποικίλος ὁ τρόπος τῆς ἐλεημοσύνης ,
πολύπλευρος , καί ἡ ἐντολή αὐτή εἶναι πλατειά, ἔχει εὐρύ φάσμα, ὅπως σᾶς εἶπα στήν ἀρχή.
Ἐλεημοσύνη λοιπόν εἶναι ἡ προσφορά, ὄχι μόνο χρημάτων, ἀλλά καί κάθε χαρίσματος,
ταλάντου, κάθε ἱκανότητος, κάθε ἀγαθοῦ, κάθε καλῆς γνώσεως.