«Ἡ ἀρχή
τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς, εἶναι τό νά μελετᾶ
ὁ νοῦς πάντοτε τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί
τό νά ζεῖ μέ πτωχεία». Αὐτό διδάσκει ὁ
Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος1.
Στήν ἐποχή
μας βραβεύεονται τά ἀντίθετα: ἡ
ἐξωστρέφεια καί ὁ πλοῦτος· τό σκόρπισμα
τῆς διανοίας καί ὄχι ἡ αὐτοσυγκέντρωσι,
πού ἀπαιτεῖ ἡ μελέτη καί ἡ προσευχή.
Τό νά εἶναι
«ὁ νοῦς σέ ὅλα» καί ὁ ἄνθρωπος «μέσα
σ΄ ὅλα» θεωρεῖται ἐξυπνάδα. Ἐπίσης ὁ
πλοῦτος κάνει τούς ἀνθρώπους νά
ὑποκλίνωνται καί νά ἀκοῦν προσεκτικά
τόν πλούσιο ἀκόμη καί ὅταν ὁ αὐτός
λέγει ἀνοησίες. Ἀντίθετα τόν πτωχό,
ἀκόμη καί ὅταν ὁμιλῇ σοφά τόν
καταφρονοῦν. «Σοφία τοῦ πένητος
ἐξουδενωμένη, καί οἱ λόγοι αὐτοῦ οὐκ
εἰσίν ἀκουόμενοι» λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής2,
δηλαδή «ἡ σοφία τοῦ πτωχοῦ εἶναι
καταφρονημένη ἀπό τούς πολλούς καί τά
λόγια του δέν ἀκούγονται ἀπό τούς
ἄλλους, δέν τόν προσέχουν».