Ιακ. 2,1 Ἀδελφοί μου, μὴ
ἐν προσωποληψίαις ἔχετε τὴν πίστιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ τῆς δόξης.
Ιακ. 2,1 Αδελφοί μου, προσέχετε να μη έχετε και
εκδηλώνετε την πίστιν σας προς τον ένδοξον Κυριον μας Ιησούν Χριστόν με
προσωποληψίας και μάλιστα στον τόπον και τον χρόνον της λατρείας.
Ιακ. 2,2 ἐὰν γὰρ
εἰσέλθῃ εἰς τὴν συναγωγὴν ὑμῶν ἀνὴρ
χρυσοδακτύλιος ἐν ἐσθῆτι λαμπρᾷ, εἰσέλθῃ δὲ
καὶ πτωχὸς ἐν ῥυπαρᾷ ἐσθῆτι,
Ιακ. 2,2 Διότι,-ας υποθέσωμεν-εάν εισέλθη εις την
λατρευτικήν σας συγκέντρωσιν άνθρωπος με χρυσά δακτυλίδια, με ενδύματα πολυτελή
και φαντακτερά, εισέλθη δε και ένας πτωχός με φθηνά και λερωμένα ρούχα
Ιακ. 2,3 καὶ ἐπιβλέψητε
ἐπὶ τὸν φοροῦντα τὴν ἐσθῆτα τὴν
λαμπρὰν καὶ εἴπητε αὐτῷ, σὺ κάθου ὧδε
καλῶς, καὶ τῷ πτωχῷ εἴπητε, σὺ στῆθι ἐκεῖ
ἢ κάθου ὧδε ὑπὸ τὸ ὑποπόδιόν μου,
Ιακ. 2,3 και στρέψετε τα βλέματά σας με θαυμασμόν και
εκτίμησιν προς εκείνον, που φορεί το λαμπρόν ένδυμα, και του πήτε· “συ κάθισε
εδώ αναπαυτικά στο τιμητικόν κάθισμα” και στον πτωχόν πήτε· “συ στάσου εκεί
πέρα όρθιος”. η “κάθισε εδώ, πιο χαμηλά, από το υποπόδιόν μου”,
Ιακ. 2,4 καὶ οὐ
διεκρίθητε ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐγένεσθε κριταὶ
διαλογισμῶν πονηρῶν;
Ιακ. 2,4 σας ερωτώ, με την προσωποληψίαν σας αυτήν και
την μεροληπτικήν συμπεριφοράν σας δεν εκάματε μέσα σας μεροληπτικήν διάκρισιν
μεταξύ πλουσίου και πτωχού και δεν εγίνατε άδικοι κριταί, εφ' όσον κατελήξατε
εις απόφασιν στηριχθείσαν εις πονηρούς διαλογισμούς, αντιθέτους προς την αγάπην
και την δικαιοσύνην του Θεού;
Ιακ. 2,5 Ἀκούσατε, ἀδελφοί
μου ἀγαπητοί. οὐχ ὁ Θεὸς ἐξελέξατο τοὺς
πτωχοὺς τοῦ κόσμου πλουσίους ἐν πίστει καὶ κληρονόμους
τῆς βασιλείας ἧς ἐπηγγείλατο τοῖς ἀγαπῶσιν
αὐτόν;
Ιακ. 2,5 Ακούσατε, αδελφοί μου αγαπητοί, δεν εξέλεξεν ο
Θεός τους πτωχούς και γυμνούς από τα υλικά αγαθά του κόσμου τούτου, δια να
γίνουν πλούσιοι στον ουράνιον κόσμον, τον οποίον μας χαρίζει η πίστις, και
κληρονόμοι της βασιλείας, που υπεσχέθη ο Θεός εις όσους τον αγαπούν;
Ιακ. 2,6 ὑμεῖς δὲ
ἠτιμάσατε τὸν πτωχόν. οὐχ οἱ πλούσιοι καταδυναστεύουσιν
ὑμῶν, καὶ αὐτοὶ ἕλκουσιν ὑμᾶς εἰς
κριτήρια;
Ιακ. 2,6 Σεις όμως, επεριφρονήσατε και εξηυτελίσατε τον
πτωχόν, δια να τιμήσετε μεροληπτικώς τον πλούσιον. Αλλά σας ερωτώ· δεν είναι οι
πλούσιοι, οι οποίοι σας καταπιέζουν, και δεν είναι αυτοί, που σας τραβούν εις
τα δικαστήρια;
Ιακ. 2,7 οὐκ αὐτοὶ
βλασφημοῦσι τὸ καλὸν ὄνομα τὸ ἐπικληθὲν
ἐφ᾿ ὑμᾶς;
Ιακ. 2,7 Δεν διαβάλλουν αυτοί με την συμπεριφοράν των και
δεν εξευτελίζουν το καλόν όνομα του Χριστού, με το οποίον ονομάζεσθε Χριστιανοί
και λαός του Χριστού;
Ιακ. 2,8 εἰ μέντοι νόμον
τελεῖτε βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν, ἀγαπήσεις τὸν
πλησίον σου ὡς σεαυτόν, καλῶς ποιεῖτε·
Ιακ. 2,8 Εάν όμως συμπεριφέρεσθε έτσι προς τους
πλουσίους, όχι διότι προσωποληπτείτε, αλλά διότι εφαρμόζετε τον νόμον του
βασιλέως Χριστού, όπως περιέχεται εις την Αγίαν Γραφήν “αγαπήσστον πλησίον σου
ως σεαυτόν”. καλώς πράττετε, φερόμενοι έτσι ενώπιον των πλουσίων.
Ιακ. 2,9 εἰ δὲ
προσωποληπτεῖτε, ἁμαρτίαν ἐργάζεσθε, ἐλεγχόμενοι ὑπὸ
τοῦ νόμου ὡς παραβάται.
Ιακ. 2,9 Εάν όμως φέρεσθε μεροληπτικά, επηρεασμένοι από
αδίκους προσωποληψίας, τότε διαπράττετε αμαρτίαν και αποδεικνύεσθε από αυτόν
τούτον τον Νομον του Θεού ως παραβάται, έστω και αν δεν έχετε παραβή άλλας
εντολάς.
Ιακ. 2,10 ὅστις γὰρ
ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ, πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί,
γέγονε πάντων ἔνοχος.
Ιακ. 2,10 Διότι, εκείνος που θα τηρήση όλον τον Νομον, θα
πταίση δε και θα παραβή μίαν εντολήν, έγινεν ένοχος παραβάσεως όλων των
εντολών.
Ιακ. 2,11 ὁ γὰρ εἰπὼν
μὴ μοιχεύσῃς, εἶπε καὶ μὴ φονεύσῃς· εἰ
δὲ οὐ μοιχεύσεις, φονεύσεις δέ, γέγονας παραβάτης νόμου.
Ιακ. 2,11 Διότι ο Θεός, ο οποίος είπε “μη φονεύσης”. Εάν δε
δεν μοιχεύσης, αλλά φονεύσης, έγινες παραβάτης όλου του Νομου. (Τον νομοθέτην
Θεόν επεριφρόνησες και ύβρισες με την παράβασίν σου αυτήν).
Ιακ. 2,12 οὕτω λαλεῖτε
καὶ οὕτω ποιεῖτε, ὡς διὰ νόμου ἐλευθερίας
μέλλοντες κρίνεσθαι·
Ιακ. 2,12 Να ομιλήτε μεταξύ σας και να πράττετε έτσι, όπως
ταιριάζει εις ανθρώπους, που μέλλουν να κριθούν με τον νόμον, ο οποίος
αναδεικνύει τον άνθρωπον ελεύθερον (και όχι δούλον της προσωποληψίας και
ανθρωπαρεσκείας).
Ιακ. 2,13 ἡ γὰρ
κρίσις ἀνέλεος τῷ μὴ ποιήσαντι ἔλεος· κατακαυχᾶται
ἔλεος κρίσεως.
Ιακ. 2,13 Μη παρασύρεσθε από από την προσωποληψίαν και
φαίνεσθε σκληροί και άσπλαγχνοι απέναντι των πτωχών και ασήμων, διότι η κρίσις
του Θεού θα είναι χωρίς έλεος, δι' εκείνον, που δεν έδειξε έλεος προς τους
αδελφούς του. Το έλεος και η ευσπλαγχνία κατανικά και εξουδετερώνει την
καταδίκην.
Ιω. 10,39 Ἐζήτουν οὖν
πάλιν πιάσαι αὐτόν· καὶ ἐξῆλθεν ἐκ τῆς
χειρὸς αὐτῶν.
Ιω. 10,39 Εζητούσαν και πάλιν οι Ιουδαίοι να τον πιάσουν,
αλλά αυτός έφυγεν ανάμεσα από τα χέρια των.
Ιω. 10,40 Καὶ ἀπῆλθε
πάλιν πέραν τοῦ Ἰορδάνου, εἰς τὸν τόπον ὅπου ἦν
Ἰωάννης τὸ πρῶτον βαπτίζων, καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ.
Ιω. 10,40 Και ανεχώρησε πάλιν πέρα από τον Ιορδάνην, εις
τόπον, όπου κατ' αρχάς εβάπτιζεν ο Ιωάννης και έμεινεν εκεί.
Ιω. 10,41 καὶ πολλοὶ
ἦλθον πρὸς αὐτὸν καὶ ἔλεγον ὅτι Ἰωάννης
μὲν σημεῖον ἐποίησεν οὐδέν, πάντα δὲ ὅσα εἶπεν
Ἰωάννης περὶ τούτου, ἀληθῆ ἦν.
Ιω. 10,41 Και πολλοί ήλθαν προς αυτόν και έλεγαν μεταξύ των
ότι ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα θαύμα, όλα δε όσα ο Ιωάννης είπε δι' αυτόν απεδείχθησαν
αληθινά.
Ιω. 10,42 καὶ ἐπίστευσαν
πολλοὶ ἐκεῖ εἰς αὐτόν.
Ιω. 10,42 Και πολλοί επίστευσαν εις αυτόν.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/