«Τότε γίνεται το θέλημα του Θεού πάνω στη γη όπως στον ουρανό»
παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Μέγας στή Φιλοκαλία, «όταν, όπως είπαμε, δεν υπερηφανευόμαστε ο ένας κατά του
άλλου, και όταν όχι μόνο χωρίς ζηλοτυπία, αλλά και με απλότητα είμαστε ενωμένοι
με αγάπη, ειρήνη και χαρά μεταξύ μας και θεωρούμε
την προκοπή του πλησίον σαν δική μας, και την έλλειψή του σαν δική μας ζημία»[1].
Διαλάμπει ἐδῶ τό ἐκκλησιαστικό
φρόνημα καί ὁ ἐκκλησιοκεντρικός, γεμάτος
ἀγάπη πρός τόν πλησίον τρόπος σκέψης τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, ὁ ὁποῖος
ταυτίζεται μέ τόν τρόπο καί τό φρόνημα ὅλων τῶν Ἁγίων Πατέρων πού λανθασμένα
διακρίνονται σέ ἀσκητικούς καί κοινωνικούς. Ὅλοι οἱ Πατέρες εἶναι κοινωνικοί
καί ὅλοι εἶναι ἀσκητικοί.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀκόμη καί οἱ χαρακτηριζόμενοι (λανθασμένα) ὡς ἀσκητικοί
κάθε ἄλλο παρά «ἀντικοινωνικοί» ἦσαν, ἄν καί συχνά κατηγοροῦνται γι’ αὐτό.
Ὁ Μέγας ἀσκητής ἅγιος Μακάριος
θέτει τήν ἀληθινή ἀγάπη-κοινωνία- ταύτιση μέ τόν πλησίον ὡς τό κριτήριο τῆς ἐκπλήρωσης
του Θείου θελήματος. Γράφει ὅτι πρέπει
νά θεωροῦμε τήν προκοπή τοῦ ἄλλου δική μας καί τή ζημία τοῦ ἄλλου ἐπίσης δική
μας. Τότε, διδάσκει, γίνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή γῆ, ὅπως καί
στόν οὐρανό. Οὐσιαστικά ἐδῶ ὁ Ἅγιος Μακάριος ἑρμηνεύει τήν φράση τῆς Κυριακῆς
προσευχῆς: «Γενηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς».
Ἡ ἀνωτέρω διδασκαλία τοῦ Ἁγίου ὑπονοεῖ ὅτι ὁ μεγάλος
αὐτός ἀσκητής ζεῖ τό περιεχόμενό της ἤ τοὐλάχιστον πιστεύει στήν ἀλήθειά του
καί ἐπιδιώκει νά τό ζήσει.
Μέ τίς καίριες ἐπισημάνσεις του
φανερώνει ὅτι ἡ ὅλη πνευματική προσπάθεια τῶν ἀσκητῶν δέν στοχεύει στόν ἑαυτό τους, δηλαδή σέ μία αὐτάρεσκη πνευματική ἱκανοποίηση
μέ τήν ἐπίτευξη κάποιων «ἠθικῶν στόχων», οὔτε σέ μία αὐτοβελτίωση ἠθικοῦ
χαρακτῆρα. Ἀντίθετα ἐπιδιώκεται μία ἀληθινή
ἐκκλησιαστικοποίηση-κοινωνικοπ οίησή τους
ἔτσι ὥστε ὁ πόνος τοῦ ἄλλου νά γίνεται δικός τους καί ἡ πρόοδός των συναγωνιστῶν
τους δική τους πρόοδος καί χαρά, μακρυά ἀπό κάθε ζηλοτυπία καί φθόνο.