Δερματοστιξία, ή tatto στα αγγλικά και tatouage στα γαλλικά, ξεκίνησε
από τη νεολιθική και λίθινη εποχή, αλλά η ονομασία του προέρχεται από
τις Πολυνησιακές διαλέκτους. Στη γλώσσα της Ταϊτή και της Σαμόα, το
“τατουάζ” σημαίνει συνήθεια. Υπήρχε στην παράδοση τους και μάλιστα στις
τελετές μύησης.
Στο Λευιτικό συναντάμε: “και εντομίδας ου ποιήσετε επί ψυχή εν τω σώματι υμών και γράμματα στικτά ου ποιήσετε εν υμίν, εγώ είμι Κύριος ο Θεός υμών” (Λευ. 19,28). Δεν θα κάμετε εντομάς στο σώμα σας, ούτε θα χαράξετε γράμματα στο δέρμα σας. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας.1