Όπως εκείνος, έτσι και από τά πνευματικά του παιδιά, ζητούσε νά συνοδεύουν τις προσευχές τους μέ, όσο μπορούσαν, περισσότερες μετάνοιες.Επειδή, όμως, μέ τή χάρη πού είχε άπό τό Θεό, γνώριζε ότι έγώ δέν έπραττα τήν επιθυμία του, θέλησε νά μού μιλήσει γιά τό θέμα αυτό.
Αλλά, ευγενής όπως ήταν πάντα, δέν ήθελε νά μέ ρωτήσει ευθέως, εάν έγώ
κάνω μετάνοιες- και γιά έναν πρόσθετο μάλιστα λόγο, ότι έγώ τότε ήμουν
πολύ νεαρός, άρχισε μέ ένα εντελώς, κατ’ έμέ άσχετο μέ τήν προσευχή,
θέμα και συγκεκριμένα μού μιλούσε γιά τή γυμναστική και τά ευεργετικά
της αποτελέσματα στον ανθρώπινο οργανισμό.Έτσι, γιά κάθε είδος ασκήσεως,
δικαιολογούσε επιστημονικά σέ ποιο ή σέ ποια μέλη τού σώματος ωφελεί.
Μέ τον τρόπον αυτό έφθασε και στους κοιλιακούς μύς και στο σημείο αυτό
μέ ρώτησε, εάν γνωρίζω πώς μπορούμε να δυναμώσουμε τους κοιλιακούς
μυς.Έγώ, φυσικά, δήλωσα άγνοια.
-Και όμως, μου λέει, έπρεπε νά γνωρίζεις, άφού είσαι επιστήμων. Αφού,
όμως, δεν τό έχεις υπόψη, θά σου το πω έγώ. Πρώτα, όμως, θά σέ ρωτήσω
κάτι: Κάνεις μετάνοιες;
– Άφού τό γνωρίζετε, Παππούλη μου, ότι δεν κάνω, γιατί μέ ρωτάτε; ήταν ή απάντηση μου.