Ὑπῆρχε κάποιος ἀσκητής, ἀφηγεῖται ὁ Ἀββὰς Αἰλιώτης, ἔγκλειστος ποὺ δοκιμαζόταν χρόνια πολλὰ ἀπὸ τὸ δαιμόνιο τῆς πορνείας. Κάποτε ὁ Γέροντας εἶπε στὸν διάβολο: «Γιατί μὲ πολεμᾶς μὲ τόσο μίσος;
Φύγε ἀπὸ δῶ, ἄφησέ με ἥσυχο, γέρασες πιὰ μαζί μου».
Τότε τὸ δαιμόνιο τοῦ εἶπε: «Ὁρκίσου μου ὅτι δὲν θὰ πεῖς πουθενὰ αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ πῶ καὶ δὲν θὰ σὲ ξαναπολεμήσω». Ὁ Γέροντας ὁρκίστηκε.
Τότε ὁ δαίμονας τοῦ λέει: «Μὴ ξαναπροσκυνήσεις αὐτὴ τὴν εἰκόνα, -καὶ ἔδειχνε μὲ τὸ χέρι του τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βρεφοκρατούσας- καὶ δὲν θὰ σὲ πολεμήσω ποτὲ πιά, σ’ ὅλη σου τὴν ζωή».
Τὴν ἑπομένη ἡμέρα ὁ ἀσκητὴς κάλεσε τὸν Ἀββᾶ Θεόδωρο τὸν Αἰλιώτη καὶ τοῦ εἶπε τί ἔγινε.
Τότε ὁ Ἀββὰς τοῦ εἶπε: