Ρωμ. 10,11 λέγει γὰρ ἡ
γραφή· πᾶς ὁ πιστεύων ἐπ᾿ αὐτῷ οὐ
καταισχυνθήσεται.
Ρωμ. 10,11 Αλλωστε και η Αγία Γραφή λέγει· “καθένας, που
πιστεύει εις αυτόν, είτε Ιουδαίος είναι είτε εθνικός, δεν θα εντροπιασθή ούτε
θα ίδη να διαψεύδεται η πίστις του”.
Ρωμ. 10,12 οὐ γὰρ ἔστι
διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος· ὁ γὰρ
αὐτὸς Κύριος πάντων, πλουτῶν εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους
αὐτόν·
Ρωμ. 10,12 Ναι, καθένας που πιστεύει, διότι δεν υπάρχει καμμία
διάκρισις μεταξύ Ιουδαίου και Ελληνος, επειδή ο αυτός Κυριος είναι Κυριος και
Θεός όλων, προσφέρων πλουσίας τας δωρεάς του εις όλους εκείνους, οι οποίοι τον
επικαλούνται.
Ρωμ. 10,13 πᾶς γὰρ ὃς
ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται.
Ρωμ. 10,13 Αυτό προλέγει και ο προφήτης Ιωήλ· “καθένας που θα
επικαλεσθή με πίστιν το όνομα του Κυρίου, θα σωθή”.
Ρωμ. 10,14 πῶς οὖν ἐπικαλέσονται
εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δὲ πιστεύσουσιν
οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς
κηρύσσοντος;
Ρωμ. 10,14 Οι Εβραίοι όμως δεν επίστευσαν στον Χριστόν. Πως,
λοιπόν, θα επικαλεσθούν Εκείνον, στον οποίον δεν επίστευσαν; Πως δε θα
πιστεύσουν εις Εκείνον, δια τον οποίον δεν ήκουσαν κήρυγμα και διδασκαλίαν; Πως
δε είναι δυνατόν να ακούσουν, χωρίς να υπάρχη δι' αυτούς ο κήρυξ, ο διδάσκαλος
της αληθείας;
Ρωμ. 10,15 πῶς δὲ
κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; καθὼς
γέγραπται· ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων
εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τὰ ἀγαθά!
Ρωμ. 10,15 Πως δε θα κηρύξουν επιτυχώς την αλήθειαν του
Ευαγγελίου οι κήρυκες, εάν δεν αποσταλούν εις την υπηρεσίαν αυτήν; Πρέπει δε να
λάβουν, όπως και έλαβαν, προς τούτο εντολήν από τον Θεόν, καθώς έχει γραφή και
στον προφήτην Ησαΐαν· “πόσον ωραίοι είναι οι πόδες εκείνων, που κηρύττουν το
χαρμόσυνον μήνυμα της ειρήνης του Θεού προς τους ανθρώπους, αυτών που
αναγγέλουν τα αγαθά και τας δωρεάς”, που μας προσφέρει δια της θυσίας του ο
λυτρωτής!
Ρωμ. 10,16 Ἀλλ᾿ οὐ
πάντες ὑπήκουσαν τῷ εὐαγγελίῳ· Ἡσαΐας γὰρ
λέγει· Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν;
Ρωμ. 10,16 Αλλά, μολονότι ο Θεός έστειλε τους κήρυκάς του, δεν
υπήκουσαν όλοι οι Εβραίοι στο Ευαγγέλιον. Αυτήν την απιστίαν προείπε και ο
Ησαΐας, λέγων· “Κυριε, ποιός επίστευσεν εις όσα ήκουσεν από ημάς να
κηρύττωμεν;”
Ρωμ. 10,17 ἄρα ἡ πίστις
ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος
Θεοῦ.
Ρωμ. 10,17 Αρα η πίστις γεννάται μέσα εις την καρδίαν από την
ακρόασιν του κηρύγματος· το δε κήρυγμα έχει ως περιεχόμενον και σκοπόν την
ανάπτυξιν και γνωστοποίησιν των λόγων του Θεού.
Ρωμ. 10,18 ἀλλὰ λέγω, μὴ
οὐκ ἤκουσαν; μενοῦνγε εἰς πᾶσαν τὴν γῆν
ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ
πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν.
Ρωμ. 10,18 Αλλά λέγω, ότι ίσως θα ημπορούσε να ισχυρισθή κανείς·
μήπως τάχα οι Ιουδαίοι δεν ήκουσαν το κήρυγμα; Καθε άλλο, διότι βεβαιότατα “εις
όλην την γην εξήλθε και διεδόθη φωτεινόν και έντονον το κήρυγμα των Αποστόλων,
και εις τα πέρατα της οικουμένης έχουν φθάσει και έχουν ακουσθή οι λόγοι των”.
Ρωμ. 10,19 ἀλλὰ λέγω, μὴ
οὐκ ἔγνω Ἰσραήλ; πρῶτος Μωϋσῆς λέγει· ἐγὼ
παραζηλώσω ὑμᾶς ἐπ᾿ οὐκ ἔθνει, ἐπὶ
ἔθνει ἀσυνέτῳ παροργιῶ ὑμᾶς.
Ρωμ. 10,19 Αλλά πάλιν λέγω, ότι θα ημπορούσε να ερωτήση κανείς·
Μηπως δεν εγνώρισαν και δεν ενόησαν καλά τον λόγον του Θεού οι Ισραηλίται; Οχι,
διότι απ' αρχής αυτοί ήσαν σκληρόκαρδοι και κωφοί στο θέλημα του Θεού. Πρώτος ο
Μωϋσής λέγει, εκ μέρους του Θεού, δι' αυτούς· “εγώ θα σας κάμω να καταληφθήτε
από ζήλειαν δι' έθνος, που δεν το θεωρείτε έθνος, και θα σας εξερεθίσω ένεκα
του φθόνου σας εναντίον ειδωλολατρικού έθνους, το οποίον σεις θεωρείτε ασύνετον
και το οποίον εν τούτοις εγώ δια την καλήν του διάθεσιν θα ελεήσω”.
Ρωμ. 10,20 Ἡσαΐας δὲ ἀποτολμᾷ
καὶ λέγει· εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν,
ἐμφανὴς ἐγενόμην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσι.
Ρωμ. 10,20 Ο δε προφήτης Ησαΐας τολμά και λέγει εκ μέρους του
Θεού προς τους Ισραηλίτας· απεκαλύφθην εγώ και έγινα γνωστός από τους εθνικούς,
που δεν με ζητούν, έγινα φανερός εις εκείνους, οι οποίοι λόγω της αγνοίας των
δεν με ερωτούν”.
Ρωμ. 10,21 πρὸς δὲ τὸν
Ἰσραὴλ λέγει· ὅλην τὴν ἡμέραν ἐξεπέτασα
τὰς χεῖράς μου πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ
ἀντιλέγοντα.
Ρωμ. 10,21 Προς δε τον Ισραηλιτικόν λαόν λέγει· “όλας τας ημέρας
συνεχώς άπλωσα με στοργήν τα χέρια μου, δια να αγκαλιάσω ένα λαόν, ο οποίος
απειθεί και αντιλέγει”.
Ρωμ. 11,1 Λέγω οὖν, μὴ
ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ; μὴ
γένοιτο· καὶ γὰρ ἐγὼ Ἰσραηλίτης εἰμί, ἐκ
σπέρματος Ἀβραάμ, φυλῆς Βενιαμίν.
Ρωμ. 11,1 Ερωτώ λοιπόν τώρα· Μηπως ο Θεός απώθησε και
απέρριψε μακρυά τον λαόν του; Ποτέ ας μη λεχθή κάτι τέτοιο· διότι και εγώ, που
έχω κληθή από τον Θεόν Απόστολος, είμαι Ισραηλίτης, από τους απογόνους του
Αβραάμ, από την φυλήν του Βενιαμίν.
Ρωμ. 11,2 οὐκ ἀπώσατο ὁ
Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ ὃν προέγνω. ἢ οὐκ
οἴδατε ἐν Ἠλίᾳ τί λέγει ἡ γραφή, ὡς ἐντυγχάνει
τῷ Θεῷ κατὰ τοῦ Ἰσραὴλ λέγων;
Ρωμ. 11,2 Οχι, δεν απέρριψε ο Θεός τον λαόν του, τον οποίον
είχε προγνωρίσει και εκλέξει. Η δεν γνωρίζετε και δεν ενθυμείσθε τι λέγει η
Γραφή εις την ιστορίαν του Ηλία; Οτι δηλαδή ο Ηλίας προσεύχεται προς τον Θεόν
εναντίον του Ισραηλιτικού λαού λέγων·
Ματθ. 11,16 Τίνι δὲ ὁμοιώσω
τὴν γενεὰν ταύτην; ὁμοία ἐστὶ παιδίοις καθημένοις
ἐν ἀγοραῖς, ἃ προσφωνοῦντα τοῖς ἑταίροις
αὐτῶν λέγουσιν·
Ματθ. 11,16 Με τι να παρομοιάσω την γενεάν αυτήν; Ομοιάζει με
ανόητα παιδιά, που κάθονται είς τας αγοράς και φωνάζουν στους φίλους των και
λέγουν·
Ματθ. 11,17 ηὐλήσαμεν ὑμῖν,
καὶ οὐκ ὠρχήσασθε, ἐθρηνήσαμεν ὑμῖν, καὶ
οὐκ ἐκόψασθε.
Ματθ. 11,17 Επαίξαμεν χορευτικά τραγούδια με την φλογέρα και δεν
εχορέψατε, εθρηνήσαμε και σας είπαμε μοιρολόγια και δεν εκτυπήσατε κλαίοντες το
κεφάλι και το στήθος.
Ματθ. 11,18 ἦλθε γὰρ Ἰωάννης
μήτε ἐσθίων μήτε πίνων, καὶ λέγουσι· δαιμόνιον ἔχει.
Ματθ. 11,18 Διότι ήλθε ο Ιωάννης, που εζούσε ασκητικήν ζωήν, χωρίς
να τρώγη και χωρίς να πίνη όπως οι άλλοι, και είπαν οι άνθρωποι της γενεάς
αυτής ότι έχει δαιμόνιον.
Ματθ. 11,19 ἦλθεν ὁ υἱὸς
τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν·
ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν
φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ
τῶν τέκνων αὐτῆς!
Ματθ. 11,19 Ηλθε ο Υιός του ανθρώπου, ο οποίος και τρώγει και
πίνει, όπως κάθε φυσιολογικός, εγκρατής και κοινωνικός άνθρωπος, και λέγουν·
να, άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος τελωνών και αμαρτωλών. Και έτσι η θεία
σοφία εθαυμάσθη και εδικαιώθη από τα συνετά τέκνα της, διότι χρησιμοποιεί
πάντοτε σοφούς και δικαίους τρόπους εις σωτηρίαν του ανθρώπου”.
Ματθ. 11,20 Τότε ἤρξατο ὀνειδίζειν
τὰς πόλεις ἐν αἷς ἐγένοντο αἱ πλεῖσται
δυνάμεις αὐτοῦ, ὅτι οὐ μετενόησαν·
Ματθ. 11,20 Τοτε ήρχισεν ο Ιησούς να ελέγχη και να επιτιμά με
δριμύτητα τας πόλεις εις τας οποίας είχαν γίνει τα πλείστα από τα θαύματά του
και αι οποίαι, παρ' όλα αυτά, δεν μετενόησαν.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/