Ὁ
Γέρων
Ἰάκωβος
Τσαλίκης
Μιά
γυναῖκα λέει μιά φορά, “πῆγα νά ἀνάψω
τά καντήλια σέ ἕνα ᾿ξωκκλήσι καί
λιβάνισα”. Ξέρετε, καμμιά φορά ἔχουν
οἱ γυναῖκες καί τήν περιέργεια νά
μπαίνουν στό ἅγιο Βῆμα, στό Ἱερό, καί
κοιτάζει πού λέτε αὐτή ἡ γυναῖκα ἀπό
τό ἅγιο Βῆμα καί βλέπει ἕνα παλληκάρι
μέ ξανθά μαλλιά, ἕναν λεβέντη μέ τά
μαλλιά του, μέ συγχωρεῖτε, ἔτσι ἐδῶ
ἀνοιγμένα καί τά γενάκια του ἐδῶ
χωρισμένα καί τόν βλέπει πάνω στήν Ἁγία
Τράπεζα.
- Πιδήμ᾿ , λέει, τί κάνεις ᾿δῶ μέσα στήν Ἁγία Τράπεζα; στό ἅγιο Βῆμα; βγές, πιδήμ᾿ , ἔξω. Καί τῆς λέει ἐκεῖνο:
- Δική μου εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα καί ἐγώ τήν ὁρίζω.
»Ξαφνικά,
ὅπως τό κοίταζε ἡ γυναῖκα τό παιδί,
τοῦ λέει:
http://hristospanagia3.blogspot.gr/