Εκτός απ’ τήν αγάπη του καί τήν μέριμνα γιά τά πουλιά καί τά ζώα, ο
Στάρετς Θεόφιλος, είχε κι άλλες συνήθειες: π.χ. αντιπαθούσε τους
καπνιστές καί δεν άντεχε τήν μυρωδιά του καπνού.
«Βλέπεις, έχεις δηλητηριαστεί μέ τό φαρμάκι του διαβόλου», θα έλεγε πολύ αυστηρά σέ κάποιον επισκέπτη πού κάπνιζε:
«Ορίστε, ήρθες στό Κοινόβιο γιά νά μάς μολύνεις μέ τόν καπνό σου. Τί
κέρδος θαχης νά πλησιάσης αύριο τά Φριχτά Μυστήρια μ’ αυτή τήν μυρωδιά
του καπνού στήν αναπνοή σου; Φύγε μακριά μου, δέν έχεις την εύλογία
μου!»
Μιά άλλη φορά, ο Θεόφιλος περπατούσε κατά μήκος του αυλόγυρου του
Μοναστηριού μ’ έναν αφοσιωμένο στό πρόσωπό του λαϊκό, καί κουβαλούσε σέ
μιά χύτρα, τριμμένα χειμωνιάτικα ραπανάκια μέσα σέ κβάς, οπότε τόν
πλησίασε κάποιος Βίκτωρ Ιγνάτιεβιτς Ασκοτσένσκυ, εκδότης του περιοδικού
«Τοπικές συζητήσεις».
Κάπνιζε ένα τσιγάρο. Καθώς άνοιξε τό στόμα του να του μιλήση, φύσηξε τόν καπνό ακριβώς πάνω στό φαγητό του Θεόφιλου.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/