Ένας
μικροαστός από τό Κίεβο, ο Θεράπων Ντομπροβόλσκυ, είχε μεγάλη επιθυμία
νά γίνη
δόκιμος στήν Λαύρα. Γιά τρεις συνεχόμενες ημέρες πήγαινε μαζί με την
μητέρα του
να δη τον Στάρετς καί νά πάρη την ευχή του, αλλά ο Θεόφιλος συνεχώς τον
απέφευγε στέλνοντάς τον, πότε στόν ξενώνα καί πότε στήν εκκλησία. Την
τρίτη ημέρα,
όταν ο Θεράπων καί η μητέρα του πείνασαν πάρα πολύ καί φαινόταν ότι η
επίσκεψή
τους θά παρατεινόταν κι άλλο, ο νεαρός κατέφυγε στόν υποτακτικό του
Στάρετς, Ιβάν,
γιά νά τόν βοηθήση. Εκείνος τούς λυπήθηκε κι έστειλε τόν Θεράποντα στο
κελί του
Στάρετς.
«Γιατί
τριγυρνάς εδώ πέρα; Είμαι κανένας άγιος;» ρώτησε άγρια ο Στάρετς τον νέο.