Α Θεσ. 4,18 Ὥστε παρακαλεῖτε
ἀλλήλους ἐν τοῖς λόγοις τούτοις.
Α Θεσ. 4,18 Ωστε, λοιπόν, παρηγορείτε και ενισχύετε ο ένας τον
άλλον με τα λόγια αυτά, που σας γράφω και τα οποία είναι λόγοι του Κυρίου.
Α Θεσ. 5,1 Περὶ δὲ τῶν
χρόνων καὶ τῶν καιρῶν, ἀδελφοί, οὐ χρείαν ἔχετε
ὑμῖν γράφεσθαι·
Α Θεσ. 5,1 Ως προς δε τους χρόνους και τους καιρούς της
Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου δεν έχετε ανάγκην, αδελφοί, να σας γράψωμεν
ημείς,
Α Θεσ. 5,2 αὐτοὶ γὰρ
ἀκριβῶς οἴδατε ὅτι ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς
κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται.
Α Θεσ. 5,2 διότι σεις ξέρετε πολύ καλά, σύμφωνα με εκείνα, που
προφορικώς σας έχομεν διδάξει, ότι δηλαδή η ημέρα της Παρουσίας του Κυρίου θα
έλθη έξαφνα εις ώραν, που δεν περιμένομεν, όπως ακριβώς έρχεται ο κλέπτης κατά
την νύκτα. (Κατά τον ίδιον τρόπον έξαφνα έρχεται και η ημέρα της εκδημίας μας
από τον κόσμον αυτόν).
Α Θεσ. 5,3 ὅταν γὰρ
λέγωσιν, εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, τότε αἰφνίδιος αὐτοῖς
ἐφίσταται ὄλεθρος, ὥσπερ ἡ ὠδὶν τῇ ἐν
γαστρὶ ἐχούσῃ, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγωσιν.
Α Θεσ. 5,3 Διότι, όταν οι άνθρωποι λέγουν, “τώρα υπάρχει ειρήνη
και ασφάλεια”. τότε έρχεται ξαφνικός εις αυτούς ο όλεθρος, όπως έξαφνα έρχεται
και η ωδίνη του τοκετού εις την έγκυον. Ετσι και οι άνθρωποι αυτοί δεν θα
αποφύγουν την καταστροφήν.
Α Θεσ. 5,4 ὑμεῖς δέ, ἀδελφοί,
οὐκ ἐστὲ ἐν σκότει, ἵνα ἡ ἡμέρα ὑμᾶς
ὡς κλέπτης καταλάβῃ·
Α Θεσ. 5,4 Σεις όμως, αδελφοί, δεν ευρίσκεσθε στο σκότος της
αγνοίας και της πλάνης, δια να σας καταλάβη σαν κλέπτης απροετοιμάστους και
αμετανοήτους η ημέρα του Κυρίου.
Α Θεσ. 5,5 πάντες ὑμεῖς
υἱοὶ φωτός ἐστε καὶ υἱοὶ ἡμέρας. οὐκ
ἐσμὲν νυκτὸς οὐδὲ σκότους.
Α Θεσ. 5,5 Ολοι σεις είσθε τέκνα του φωτός, παιδιά της ημέρας
του Θεού. Δεν είμεθα άνθρωποι της νύκτας και του σκότους (ώστε να μη ξέρωμεν
που βαδίζομεν η να κοιμώμεθα τον βαρύν ύπνον της αμεριμνησίας).
Α Θεσ. 5,6 Ἄρα οὖν μὴ
καθεύδωμεν ὡς καὶ οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν
καὶ νήφωμεν.
Α Θεσ. 5,6 Αρα, λοιπόν, ας μη κοιμώμεθα τον ύπνον της ραθυμίας και
απροσεξίας, όπως οι άλλοι άνθρωποι, που ζουν μακράν από τον Χριστόν, αλλ' ας
είμεθα άγρυπνοι, προσεκτικοί και εγκρατείς.
Α Θεσ. 5,7 οἱ γὰρ
καθεύδοντες νυκτὸς καθεύδουσι, καὶ οἱ μεθυσκόμενοι νυκτὸς
μεθύουσιν·
Α Θεσ. 5,7 Διότι εκείνοι που κοιμώνται, κοιμώνται κατά το
διάστημα της νυκτός, και εκείνοι που μεθούν, μεθούν κατά την νύκτα. (Οι
πνευματικώς κοιμισμένοι και απρόσεκτοι άνθρωποι ευρίσκονται στο σκοτάδι της
αμαρτίας και έξαφνα θα αντικρύσουν την ημέραν του Κυρίου).
Α Θεσ. 5,8 ἡμεῖς δὲ
ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καὶ ἀγάπης
καὶ περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας·
Α Θεσ. 5,8 Ημείς όμως οι Χριστιανοί, αφού είμεθα τέκνα της
ημέρας, ας ζώμεν με προσοχήν και εγκράτειαν αγωνιζόμενοι συνεχώς εναντίον της
αμαρτίας. Ας ενδυθώμεν ως άλλον πνευματικόν θώρακα, που θα ασφαλίζη την ψυχήν
μας από τα βέλη της αμαρτίας, την πίστιν και την αγάπην· και ας φορέσωμεν σαν
περικεφαλαίαν, που θα περιφρουρή τον νου μας από την πλάνην, την ελπίδα της
σωτηρίας.
Α Θεσ. 5,9 ὅτι οὐκ ἔθετο
ἡμᾶς ὁ Θεὸς εἰς ὀργήν, ἀλλ᾿ εἰς
περιποίησιν σωτηρίας διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ.
Α Θεσ. 5,9 Αυτή δε η ελπίς θα μας πληροφορή πάντοτε, ότι ο Θεός
δεν μας έχει τάξει δι' οργήν και καταδίκην, αλλά μας έχει προορίσει να
αποκτήσωμεν ως αναφαίρετον θησαυρόν μας την σωτηρίαν δια μέσου του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού,
Α Θεσ. 5,10 τοῦ ἀποθανόντος
ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα εἴτε γρηγορῶμεν εἴτε
καθεύδωμεν ἅμα σὺν αὐτῷ ζήσωμεν.
Α Θεσ. 5,10 ο οποίος απέθανε προς χάριν ημών, δια να ζήσωμεν όλοι
οι πιστοί μαζή με αυτόν εις την αιωνιότητα, είτε μας εύρη η Δευτέρα Παρουσία
του ζώντας ακόμη εις την γην είτε μας εύρη κοιμηθέντας εν Κυρίω.
Λουκ.
20,9 Ἤρξατο δὲ πρὸς
τὸν λαὸν λέγειν τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός
τις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν
γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησε χρόνους ἱκανούς.
Λουκ. 20,9 Ηρχισε δε να διδάσκη προς τον λαόν την εξής
παραβολήν· “ένας άνθρωπος εφύτευσε αμπέλι και έδωσεν αυτό με ενοίκιον στους
γεωργούς και εταξίδευσε δια πολύν καιρό εις ξένην χώραν.
Λουκ.
20,10 καὶ ἐν τῷ
καιρῷ ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς δοῦλον ἵνα
ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος δώσωσιν
αὐτῷ· οἱ δὲ γεωργοὶ δείραντες αὐτὸν
ἐξαπέστειλαν κενόν.
Λουκ. 20,10 Εις τον καιρόν δε της εσοδείας έστειλε προς τους
γεωργούς ένα δούλον, δια να του δώσουν το μέρος του καρπού, που εδικαιούτο. Οι
γεωργοί όμως αφού τον έδειραν, τον εδίωξαν αδειανόν.
Λουκ.
20,11 καὶ προσέθετο αὐτοῖς
πέμψαι ἕτερον δοῦλον. οἱ δὲ κἀκεῖνον
δείραντες καὶ ἀτιμάσαντες ἐξαπέστειλαν κενόν.
Λουκ. 20,11 Τοτε ο οικοδεσπότης απεφάσισε να στείλη ακόμη εις
αυτούς άλλον δούλον. Αυτοί δε, αφού και εκείνον έδειραν και εξευτέλισαν, τον
έστειλαν με αδειανά χέρια.
Λουκ.
20,12 καὶ προσέθετο πέμψαι
τρίτον. οἱ δὲ καὶ τοῦτον τραυματίσαντες ἐξέβαλον.
Λουκ. 20,12 Και απεφάσισε ακόμη να στείλη και τρίτον δούλον.
Εκείνοι όμως και τούτον, αφού ετραυμάτισαν, τον πέταξαν έξω από το αμπέλι.
Λουκ.
20,13 εἶπε δὲ ὁ
κύριος τοῦ ἀμπελῶνος· τί ποιήσω; πέμψω τὸν υἱόν
μου τὸν ἀγαπητόν· ἴσως τοῦτον ἰδόντες ἐντραπήσονται.
Λουκ. 20,13 Είπε τότε ο κύριος του αμπελιού· Τι να κάμω τώρα; Ενα
μου μένει· θα στείλω τον υιόν μου τον αγαπητόν. Ισως, όταν τον ίδουν, να
εντραπούν.
Λουκ.
20,14 ἰδόντες δὲ αὐτὸν
οἱ γεωργοὶ διελογίζοντο πρὸς ἑαυτοὺς
λέγοντες· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν
αὐτόν, ἵνα ἡμῶν γένηται ἡ κληρονομία.
Λουκ. 20,14 Οταν όμως τον είδαν οι γεωργοί, εσκέπτοντο μεταξύ των
και έλεγαν· Αυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε λοιπόν να τον θανατώσωμεν, δια να
γίνη πλέον ιδική μας η κληρονομία.
Λουκ.
20,15 καὶ ἐκβαλόντες αὐτὸν
ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος ἀπέκτειναν. τί οὖν
ποιήσει αὐτοῖς ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος;
Λουκ. 20,15 Και αφού τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι, τον εφόνευσαν.
Τι λοιπόν θα κάμη εναντίον αυτών ο κύριος του αμπελιού;
Λουκ.
20,16 ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει
τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα
ἄλλοις. ἀκούσαντες δὲ εἶπον· μὴ γένοιτο.
Λουκ. 20,16 Θα έλθη ο ίδιος και θα εξολοθρεύση τους γεωργούς αυτούς
και θα δώση το αμπέλι εις άλλους”. Μερικοί δε από τους Φαρισαίους, που ήσαν
εκεί, όταν ήκουσαν την παραβολήν και ενόησαν την σημασίαν της, είπαν· Μη
γένοιτο!
Λουκ.
20,17 ὁ δὲ ἐμβλέψας
αὐτοῖς εἶπε· τί οὖν ἐστι τὸ
γεγραμμένον τοῦτο, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες,
οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας;
Λουκ. 20,17 Ο δε Κυριος τους εκύτταξε κατάματα και είπε· “και όμως
έτσι θα γίνη, διότι τι σημασίαν έχει τότε αυτό που είναι γραμμένο στους
προφήτας, ότι δηλαδή λίθον τον οποίον επέταξαν ως ακατάλληλον οι οικοδόμοι,
αυτός έγινε κεφαλή και ακρογωνιαίος λίθος, δι' όλην την οικοδομήν;
Λουκ.
20,18 πᾶς ὁ πεσὼν
ἐπ᾿ ἐκεῖνον τὸν λίθον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿
ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν.
Λουκ. 20,18 Και καθένας που θα επιπέση εναντίον του λίθου αυτού, θα
τσακισθή. Εκείνον δε, επάνω στον οποίον θα πέση βαρύς αυτός ο λίθος, θα τον
συντρίψη, θα τον κάμη θρύψαλα και σκόνην και θα τον διαλύση. (Αμπελος ήτο ο
Ισραηλιτικός λαός, κακοί γεωργοί οι άρχοντες του λαού, δούλοι ήσαν οι προφήται
τους οποίους οι άπιστοι άρχοντες του λαού εκακοποίησαν και εφόνευσαν· υιός του
κυρίου του αμπελώνος, ο εναθρωπήσας Υιός του Θεού, τον οποίον οι άρχοντες του
λαού θα εσταύρωναν έξω από την Ιερουσαλήμ. Και ο Θεός κατά λόγον δικαιοσύνης,
θα τους αφαιρούσε πλέον την ηγεσίαν του λαού, δια να δώση αυτήν εις άλλους και
ο Υιός του Θεού, ο ακρογωνιαίος λίθος της Εκκλησίας, θα τους συνέτριβε δια την
σκληροκαρδίαν αυτών και θα τους διέλυε).
http://hristospanagia3.blogspot.gr/