Α Κορ. 14,20 Ἀδελφοί, μὴ
παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ
νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε.
Α Κορ. 14,20 Αδελφοί, μη γίνεσθε σαν μικρά παιδιά κατά τον νουν και
κατά την σκέψιν, αλλά να γίνεσθε απονήρευτοι και αθώοι σαν τα νήπια κατά την
κακίαν. Κατά δε τον νουν και την σύνεσιν και την ορθοφροσύνην να γίνεσθε
τέλειοι.
Α Κορ. 14,21 ἐν τῷ νόμῳ
γέγραπται ὅτι ἐν ἑτερογλώσσοις καὶ ἐν χείλεσιν ἑτέροις
λαλήσω τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ οὐδ᾿ οὕτως εἰσακούσονταί
μου, λέγει Κύριος.
Α Κορ. 14,21 Εις την Παλαιάν Διαθήκην έχει γραφή, ότι “θα ομιλήσω
στον λαόν τούτον, τον ιουδαϊκόν, δια μέσου ανθρώπων που ομιλούν ξένας γλώσσας
και με χείλη ξένων λαών, αλλ' ακόμη ούτε με τον τρόπον αυτόν, τον θαυμαστόν και
υπερφυσικόν, θα με ακούσουν”, λέγει ο Κυριος.
Α Κορ. 14,22 ὥστε αἱ γλῶσσαι
εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν, ἀλλὰ
τοῖς ἀπίστοις, ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις,
ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν.
Α Κορ. 14,22 Ωστε αι ξέναι γλώσσαι δίδονται δια να είναι υπερφυσικόν
σημείον όχι στους πιστεύοντας, αλλ' στους απίστους, μήπως και επιστρέψουν εις
την πίστιν. Το δε χάρισμα της προφητείας και διδασκαλίας υπάρχει όχι δια τους
απίστους, αλλά δια τους πιστούς, ώστε να προοδεύουν και να ενισχύωνται εις την
πνευματικήν ζωήν.
Α Κορ. 14,23 Ἐὰν οὖν
συνέλθῃ ἡ ἐκκλησία ὅλη ἐπὶ τὸ αὐτὸ
καὶ πάντες γλώσσαις λαλῶσιν, εἰσέλθωσι δὲ ἰδιῶται
ἢ ἄπιστοι, οὐκ ἐροῦσιν ὅτι μαίνεσθε;
Α Κορ. 14,23 Εάν, λοιπόν, συγκεντρωθούν στο αυτό μέρος οι πιστοί και
όλοι ομιλούν ξένας γλώσσας, εισέλθουν δε άνθρωποί που δεν έχουν χαρίσματα η
είναι και εντελώς άπιστοι, δεν θα πουν ότι είσθε έξαλλοι και τρελλοί;
Α Κορ. 14,24 ἐὰν δὲ
πάντες προφητεύωσιν, εἰσέλθῃ δέ τις ἄπιστος ἢ ἰδιώτης,
ἐλέγχεται ὑπὸ πάντων, ἀνακρίνεται ὑπὸ
πάντων,
Α Κορ. 14,24 Εάν όμως όλοι διδάσκουν με απλότητα και σαφήνειαν, έλθη
δε στον τόπον της συγκεντρώσεώς σας ένας άπιστος η κάποιος απλοϊκός χωρίς
πνευματικόν χάρισμα, αποκαλύπτεται τότε με τον τρόπον αυτόν από όλους οποίος
πράγματι είναι αυτός και ερευνάται η καρδία του από όλους·
Α Κορ. 14,25 καὶ οὕτω τὰ
κρυπτὰ τῆς καρδίας αὐτοῦ φανερὰ γίνεται· καὶ
οὕτω πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον προσκυνήσει τῷ Θεῷ,
ἀπαγγέλλων ὅτι ὁ Θεὸς ὄντως ἐν ὑμῖν
ἐστι.
Α Κορ. 14,25 και έτσι τα κρυπτά της καρδίας του γίνονται φανερά· και
ως αποτέλεσμα θα έλθη ότι αυτός θα πέση με το πρόσωπον εις την γην, θα
προσκυνήση τον Θεόν και θα ομολογήση δημοσία με συναίσθησιν και μετάνοιαν, ότι
“πράγματι ο Θεός είναι μεταξύ σας”.
Λουκ.
6,1 Ἐγένετο δὲ ἐν
σαββάτῳ δευτεροπρώτῳ διαπορεύεσθαι αὐτὸν διὰ τῶν
σπορίμων· καὶ ἔτιλλον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
τοὺς στάχυας καὶ ἤσθιον ψώχοντες ταῖς χερσί.
Λουκ. 6,1 Κατά το δεύτερον Σαββατον, έπειτα από το πρώτον
Σαββατον της εορτής του Πασχα, επερνούσε ο Ιησούς δια μέσου των σπαρμένων αγρών
και οι μαθηταί έκοβαν τα στάχυα, τα έτριβον με τα χέρια των και έτρωγαν τους
κόκκους.
Λουκ.
6,2 τινὲς δὲ τῶν
Φαρισαίων εἶπον αὐτοῖς· τί ποιεῖτε ὃ οὐκ
ἔξεστι ποιεῖν ἐν τοῖς σάββασι;
Λουκ. 6,2 Μερικοί δε από τους Φαρισαίους τους είπαν· “διατί κάνετε
αυτό το οποίον, ως εργασία που είναι, δεν επιτρέπεται να το κάνετε κατά την
ημέραν του Σαββάτου;”
Λουκ.
6,3 καὶ ἀποκριθεὶς
πρὸς αὐτοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ
τοῦτο ἀνέγνωτε ὃ ἐποίησε Δαυΐδ ὁπότε ἐπείνασεν
αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ ὄντες;
Λουκ. 6,3 Και αποκριθείς προς αυτούς ο Ιησούς είπεν· “δεν
έχετε αναγνώσει ούτε καν και τούτο, που είχε κάμει ο Δαυΐδ, όταν επείνασε αυτός
και εκείνοι που ήσαν μαζή του;
Λουκ.
6,4 ὡς εἰσῆλθεν
εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους
τῆς προθέσεως ἔλαβε καὶ ἔφαγε, καὶ ἔδωκε καὶ
τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν
εἰ μὴ μόνους τοὺς ἱερεῖς;
Λουκ. 6,4 Οτι δηλαδή εισήλθε στον οίκον του Θεού, επήρε τους
άρτους της προθέσεως, έφαγε και αυτός και έδωκε και εις εκείνους που είχε μαζή
του; Αυτούς δε τους άρτους, όπως γνωρίζετε, δεν επιτρέπεται να τους φάγη κανείς
άλλος, ει μη μόνο οι ιερείς. (Και όμως την πράξιν αυτήν του Δαυΐδ, βαρυτέραν
από αυτήν που κάνουν τώρα οι μαθηταί μου, ούτε ο Θεός ούτε και σεις βέβαια την
καταδικάζετε)”.
Λουκ.
6,5 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς
ὅτι κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
καὶ τοῦ σαββάτου.
Λουκ. 6,5 Και έλεγεν εν συμπεράσματι εις αυτούς, ότι “ο υιός
του ανθρώπου είναι Κυριος και του Σαββάτου και με την θείαν του εξουσίαν έχει
το δικαίωμα να τροποποιή και να λαμπρύνη τον δεσμόν αυτόν”.
Λουκ.
6,6 Ἐγένετο δὲ καὶ
ἐν ἑτέρῳ σαββάτῳ εἰσελθεῖν αὐτὸν
εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ διδάσκειν· καὶ ἦν
ἐκεῖ ἄνθρωπος, καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ
ἡ δεξιὰ ἦν ξηρά.
Λουκ. 6,6 Συνέβη δε και κάποιο άλλο Σαββατον να εισέλθη αυτός
εις την συναγωγήν και να διδάσκη. Ευρίσκετο δε εκεί και ένας άνθρωπος, του
οποίου το δέξι χέρι ήτο ακίνητον και ξηρόν.
Λουκ.
6,7 παρετήρουν δὲ οἱ
γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰ ἐν τῷ
σαββάτῳ θεραπεύσει, ἵνα εὕρωσι κατηγορίαν αὐτοῦ.
Λουκ. 6,7 Τον κατεσκόπευον δε οι γραμματείς και Φαρισαίοι,
εάν κατά το Σαββατον θα θεραπεύση αυτόν, δια να εύρουν αφορμή κατηγορίας
ενάντιον του.
Λουκ.
6,8 αὐτὸς δὲ ᾔδει
τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν, καὶ εἶπε τῷ ἀνθρώπῳ
τῷ ξηρὰν ἔχοντι τὴν χεῖρα· ἔγειρε καὶ
στῆθι εἰς τὸ μέσον· ὁ δὲ ἀναστὰς
ἔστη.
Λουκ. 6,8 Αυτός δε ως παντογνώστης εγνώριζε πολύ καλά τους
διαλογισμούς των και είπε στον άνθρωπον, που είχε το ξηρόν χέρι· “σήκω ορθός
και στάσου στο μέσον της συναγωγής”. Εκείνος δε εσηκώθη και εστάθη.
Λουκ.
6,9 εἶπεν οὖν ὁ
Ἰησοῦς πρὸς αὐτούς· ἐπερωτήσω ὑμᾶς
τί ἔξεστι τοῖς σάββασιν, ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι,
ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι;
Λουκ. 6,9 Είπε τότε προς τους Φαρισαίους ο Ιησούς· “θα σας
ερωτήσω, τι επιτρέπεται να κάμη κανείς τας ημέρας του Σαββάτου· να κάμη το
καλόν η να κάμη το κακόν; Να σώση μίαν ζωήν που κινδυνεύει η να αδιαφορήση και
να γίνη αιτία του θανάτου ενός ανθρώπου;”
Λουκ.
6,10 καὶ περιβλεψάμενος
πάντας αὐτοὺς εἶπεν αὐτῷ· ἔκτεινον τὴν
χεῖρά σου. ὁ δὲ ἐποίησε, καὶ ἀποκατεστάθη ἡ
χεὶρ αὐτοῦ ὡς ἡ ἄλλη.
Λουκ. 6,10 Και αφού περιέφερε γύρω το βλέμμα του προς όλους
(μήπως τυχόν και κανείς απαντήση) είπεν στον άνθρωπον εκείνον· άπλωσε το χέρι
σου”. Εκείνος έκαμε ο,τι του είπε ο Κυριος και αμέσως το χέρι του έγινε εντελώς
υγιές, όπως και το άλλο.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/