Α Κορ. 4,9 δοκῶ γάρ ὅτι
ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν,
ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ,
καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις.
Α Κορ. 4,9 Αλλ' ημείς οι Απόστολοι κάθε άλλο παρά βασιλείαν και
δόξαν έχομεν κερδήσει στον κόσμον αυτόν. Διότι νομίζω, ότι ο Θεός ημάς τους
Αποστόλους μας έχει δείξει εις τα μάτια όλων των ανθρώπων σαν τους πιο
τελευταίους, σαν καταδικασμένους εις θάνατον, που βαδίζουν στον τόπον της
εκτελέσεως. Διότι εγίναμεν παράδοξον θέαμα εις όλον τον κόσμον, στους αγγέλους
που θαυμάζουν, και στους ανθρώπους που χλευάζουν.
Α Κορ. 4,10 ἡμεῖς μωροὶ
διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ·
ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί·
ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι.
Α Κορ. 4,10 Ημείς οι Απόστολοι θεωρούμεθα από τους ανθρώπους του κόσμου
μωροί και ανόητοι δια το όνομα του Χριστού. Σεις όμως είσθε φρόνιμοι και
συνετοί εν Χριστώ! Ημείς είμεθα ασθενείς και αδύνατοι. Σεις όμως είσθε ισχυροί
και ακατανίκητοι! Σεις είσθε ένδοξοι, ημείς δε περιφρονημένοι και
εξουθενωμένοι.
Α Κορ. 4,11 ἄχρι τῆς ἄρτι
ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ
γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν
Α Κορ. 4,11 Από την ημέραν που ελάβαμεν το αποστολικόν αξίωμα και
μέχρις αυτής της ώρας, ζώμεν ανάμεσα στο πλήθος από ταλαιπωρίας και
περιπετείας. Και πεινώμεν και διψώμε· και δεν έχομεν ρούχα δια να προφυλαχθώμεν
από τας κακοκαιρίας και δεχόμεθα ραπίσματα και γρονθοκοπήματα, και συνεχώς
μετακινούμεθα από τόπου εις τόπον, χωρίς να έχωμεν πουθενά σταθεράν παραμονήν.
Α Κορ. 4,12 καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι
ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν,
διωκόμενοι ἀνεχόμεθα,
Α Κορ. 4,12 Και κοπιάζομεν εργαζόμενοι με τα ίδια μας τα χέρια.
Οταν οι άπιστοι μας εμπαίζουν και μας υβρίζουν ημείς τους ευλογούμεν και
ευχόμεθα αγαθά δι' αυτούς. Οταν μας καταδιώκουν, δεικνύομεν μακροθυμίαν και
υπομονήν απέναντί των.
Α Κορ. 4,13 βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν·
ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως
ἄρτι.
Α Κορ. 4,13 Οταν μας δυσφημούν και μας διαβάλλουν, ημείς
προσπαθούμεν με λόγια καλωσύνης και αγάπης να τους καταπραΰνωμεν και τους
ημερώσωμεν. Σαν τα πλέον ρυπαρά πράγματα του κόσμου έχομεν γίνει, σαν
αποσπογγίσματα για πέταμα θεωρούμεθα εις τα μάτια όλων έως την στιγμήν αυτήν.
Α Κορ. 4,14 Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς
γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ
νουθετῶ.
Α Κορ. 4,14 Με αυτά που σας γράφω δεν θέλω να σας πικράνω και
εντροπιάσω, αλλά σαν παιδιά μου αγαπητά σας συμβουλεύω.
Α Κορ. 4,15 ἐὰν γὰρ
μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ
πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ
διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα.
Α Κορ. 4,15 Διότι έστω και αν έχετε παρά πολλούς παιδαγωγούς και
διδασκάλους κατά Χριστόν, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρας. Ενας είναι ο πατέρας
σας, εγώ. Διότι εγώ, με τον φωτισμόν και την δύναμιν του Χριστού, σας έχω
γεννήσει πνευματικώς εις την νέαν ζωήν δια μέσου του Ευαγγελίου.
Α Κορ. 4,16 παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς,
μιμηταί μου γίνεσθε.
Α Κορ. 4,16 Σας παρακαλώ, λοιπόν, σαν παιδιά μου αγαπημένα, να
γίνεσθε μιμηταί μου.
Ματθ. 17,14 Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν
πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος
γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων·
Ματθ. 17,14 Και όταν κατέβηκαν και ήλθαν προς το πλήθος, επλησίασεν
αυτόν ένας άνθρωπος, που εγονάτισε εμπρός του με ευλάβειαν και είπε·
Ματθ. 17,15 Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν
υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις
γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ
ὕδωρ.
Ματθ. 17,15 “Κυριε σπλαγχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται και
ταλαιπωρείται πολύ φοβερά· διότι πολλές φορές πίπτει εις την φωτιά και πολλές
φορές στο νερό.
Ματθ. 17,16 καὶ προσήνεγκα αὐτὸν
τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν
θεραπεῦσαι.
Ματθ. 17,16 Και έφερα αυτόν προς τους μαθητάς σου με την παράκλησιν
να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν ημπόρεσαν να του χαρίσουν την θεραπείαν”.
Ματθ. 17,17 ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος
καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν;
ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε.
Ματθ. 17,17 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπεν· “ω γενεά άπιστος και
διεστραμμένη από την κακίαν! Εως πότε θα είμαι μαζή σας; Εως πότε θα σας
ανέχωμαι; Φερετε μου αυτόν εδώ”.
Ματθ. 17,18 καὶ ἐπετίμησεν
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ᾿
αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς
ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
Ματθ. 17,18 Και επέπληξεν ο Ιησούς το δαιμόνιον και εβγήκεν αυτό
από το παιδί, το οποίον και εθεραπεύθη από την ώρα εκείνην.
Ματθ. 17,19 Τότε προσελθόντες οἱ
μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ᾿ ἰδίαν εἶπον·
διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;
Ματθ. 17,19 Τοτε επλησίασαν οι μαθηταί τον Ιησούν ιδιαιτέρως και
είπαν· “διατί ημείς δεν ημπορέσαμεν να διώξωμε αυτό το δαιμόνιον;” (Είπαν δε
τούτο, διότι εις άλλας περιστάσεις είχαν εκδιώξει δαιμόνια).
Ματθ. 17,20 ὁ δὲ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν.
ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε
πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ
μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ
οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν.
Ματθ. 17,20 Ο δε Ιησούς είπεν εις αυτούς· “ένεκα της απιστίας σας.
Διότι σας διαβεβαιώνω, εάν έχετε πίστιν σαν το μικρό σπόρο του σιναπιού, θα
πήτε στο βουνό τούτο· πήγαινε από εδώ εκεί και θα πάη και τίποτε δεν θα είναι
για σας αδύνατον.
Ματθ. 17,21 τοῦτο δὲ τὸ
γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ
νηστείᾳ.
Ματθ. 17,21 Μαθετε δε ότι αυτό το είδος των δαιμονίων δεν
εκδιώκεται παρά με προσευχήν και νηστείαν”.
Ματθ. 17,22 Ἀναστρεφομένων δὲ
αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ
Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων
Ματθ. 17,22 Ενώ δε περιήρχοντο εις την Γαλιλαίαν, είπε εις αυτούς ο
Ιησούς· “ο Υιός του ανθρώπου μέλλει να παραδοθή εις τα χέρια μοχθηρών ανθρώπων
Ματθ. 17,23 καὶ ἀποκτενοῦσιν
αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.
καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα.
Ματθ. 17,23 και θα τον θανατώσουν, και κατά την τρίτην ημέρα θα
αναστηθή”. Και ελυπήθησαν παρά πολύ οι μαθηταί.